Υπάρχουν πολλοί λόγοι για να θυμόμαστε με αγάπη τον Φίλιππο Συρίγο.
Ανάμεσα τους υπάρχει ένας πολύ προφανής. Ο Συρίγος υπήρξε η φωνή εκείνου του ανεπανάληπτου θριάμβου, το καλοκαίρι του '87. Η ατάκα του η τύχη στα χέρια αυτού του τίμιου γίγαντα μιλώντας για τις εύστοχες ελεύθερες βολές του Αργύρη Καμπούρη κυνηγάει την μνήμη όσων μεγάλωσαν με τον μύθο εκείνης της Εθνικής μπάσκετ που σάρωσε τα πάντα στο περάσμα της.
Ποτέ ξανά τα μπασκετικά ντέρμπυ δεν θα ήταν ίδια ακόμα κι αν μιλάγαμε για ένα Άρης – ΠΑΟΚ ή ένα Παναθηναϊκός – Ολυμπιακός. Ήταν η φωνή του Συρίγου και ο ενθουσιασμός του για το μπάσκετ που μας έκαναν να κουμπώσουμε και την δική μας αγάπη για την πορτοκαλί μπάλα, τον Γκάλη, τον Γιαννάκη και αργότερα τον Αλβέρτη και την επομενη φουρνιά του ελληνικού μπάσκετ με τις μοναδικές περιγραφές του. Η αγάπη του μετουσιώθηκε φυσικά και στο περιοδικό ΤΡΙΠΟΝΤΟ, την πληρέστερη αθλητική δημοσιογραφική έκδοση για το μπάσκετ την εποχή που η Ελλάδα σε εθνικό και συλλογικό επίπεδο δέσποζε στο ζενιθ του ευρωπαϊκού καλαθοσφαιρικού στερεώματος. Αυτά τα τεύχη σήμερα είναι συλλεκτικά τεμάχια. Ευτυχώς έχω κρατημένα μερικά για να θυμάμαι κυρίως εκείνη την εποχη.
Υπάρχει και ένας τρίτος λόγος για τον οποίο αξίζει να κρατάμε στην μνημη μας τον Φίλιππο Συρίγο. Για τα υπόλοιπα ίσως να γράψουν οι μαθητές του και οι συνάδελφοι του που τον έζησαν. Αλλά αξίζει να θυμόμαστε – το αληθινό μάθημα ζωής – ότι ο Συρίγος δεν ήταν οπαδικός αθλητικογράφος. Είχε άποψη και την εξέφραζε. Και η άποψη αυτή στην Ελλάδα των απερίσκεπτων οπαδών και των πολλών συμφερόντων στοιχίζει. Έτσι στους περίφημους Φιλιππικούς του, στην παλιά Ελευθεροτυπία, κάθε βδομάδα έγραφε για την μέγγενη της βίας και της ντόπας, που μαστίζει τον ελληνικό αθλητισμό. Κάτι που παραλίγο να το πληρώσει με την ίδια του τη ζωή όταν δέχτηκε επίθεση απο άγνωστους. Και όχι μόνο. Ο Συρίγος ήταν ένας απο τους λίγους στο χώρο του που εξέφρασε πολύ νωρίς και ξεκάθαρα άποψη για το πανηγύρι των Ολυμπιακών του 2004.