-
Ο Μιχαήλ Ρομ
στο φιλμ Ο καθημερινός φασισμός επιχείρησε μια ερμηνεία του φασισμού όχι ως
κοινωνικοπολιτικής τάσης αλλά ως νοοτροπίας, ως τρόπου σκέψης, ως φαινομένου
καθημερινού. Αυτό το φιλμ (μαζί με το βιβλίο του Βίλχελμ Ράιχ Η μαζική
ψυχολογία του φασισμού και τη μελέτη του Έριχ Φρομ Η
ψυχολογία του ναζισμού που περιέχεται στο βιβλίο του Ο φόβος
μπροστά στην ελευθερία) υπενθυμίζει ότι δεν πρέπει να ερμηνεύουμε τα
κοινωνικά φαινόμενα εντελώς ξεκομμένα και ανεξάρτητα από τον
ψυχολογικό-υποκειμενικό παράγοντα γιατί τότε ξεπέφτουμε σε στείρο
οικονομισμό.
Το ντοκιμαντέρ Φασισμός ΑΕ, όπως δηλώνεται ήδη από τον τίτλο
του, επανέρχεται στο θέμα του φασισμού αλλά από την οπτική της ψυχρής ανατομίας
της ιστορίας: όλα ανάγονται σε τελευταία ανάλυση στην οικονομία, ο
οικονομικός παράγοντας είναι ο καθοριστικός (αλλά όχι ο μόνος) για τα κοινωνικά
φαινόμενα και τις αιτίες τους. Κι αυτό είναι εν πολλοίς σωστό: κανείς δεν
αρνείται το βεβαιωμένο γεγονός πως ο ναζισμός φύτρωσε στο πρόσφορο έδαφος της
ψυχολογίας του φοβισμένου, ταπεινωμένου και πεινασμένου γερμανικού λαού αλλά
επίσης κανείς δεν αρνείται ότι ο ναζισμός (και ο φασισμός) δεν είναι ψυχική
αρρώστια αλλά φαινόμενο κοινωνικό, καθοριζόμενο από προσδιορίσιμες
κοινωνικοπολιτικές (και άρα και οικονομικές) συνθήκες.
Το φιλμ είναι δομημένο πάνω σε μια σειρά συνεντεύξεων
που συνδέονται με αφηγηματικό σπηκάζ ενώ τα ντοκουμέντα (αλλά και εικόνες
φιξιόν, δηλαδή πεποιημένες, μυθοπλασίας) χρησιμοποιούνται ως υποστύλωμα της
αφήγησης και ταυτόχρονα ως οπτικό σχόλιο της ίδιας αφήγησης. Πρόκειται για ένα
ντοκιμαντέρ που ακολουθει τα παραδοσιακά πρότυπα της σαφήνειας και της
περιγραφικής απλότητας, αν εξαιρέσουμε μερικές στιγμές δραματοποίησης μάλλον
άκαιρες. Πάντως ο σκηνοθέτης Άρης Τριανταφύλλου έχει μια αρκετή γερή
ματιά.
Το μεγάλο ντεσού του φιλμ κατά τη γνώμη μου δεν είναι
η προκατάληψη που είναι φυσικό να επιβάλλεται από μια πολιτική θέση παρμένη
πριν απ' το γύρισμα του φιλμ. Εδώ η μόνη κριτική που θα μπορούσε να γίνει είναι
ότι ίσως δεν μιλούμε ακριβώς για ντοκιμαντέρ αφού η
αντικειμενικότητα έχει ήδη διαβρωθεί από την δηλωμένη θέση των δημιουργών. Αλλά
αυτό δεν είναι αφ' εαυτού κακό. Το πρόβλημα έγκειται σε μια διάχυτη διάθεση
εντυπωσιασμού (αν είστε πιο αυστηροί ή άλλης πολιτικής τοποθέτησης μπορούσατε
να πείτε και συνωμοσιολογική, αλλά είναι βαρύς ο χαρακτηρισμός) που κάνει
δυστυχώς να ατονήσει μια κάποια κριτική ματιά πάνω στην Ιστορία. Η οπτική αυτή
της Ιστορίας ενέχει πολλές παγίδες που ο σεναρίστας Άρης Χατζηστεφάνου δεν
μπόρεσε να τις αποφύγει.
Το φιλμ ούτε αφήνει τα γεγονότα να μιλήσουν τη δική
τους αδυσώπητη γλώσσα (αφού οι δημιουργοί καταφεύγουν στις εξηγητικές ευκολίες
του σπηκάζ και στα εφέ του μοντάζ) αλλά ούτε χρησιμοποιεί το ντοκουμεντάρισμα
ως βάση για μια απολύτως τεκμηριωμένη αποδεικτική διαδικασία το αποτέλεσμα της
οποίας μετά θα επεξεργαστεί κριτικά. Έχουμε μια ημιαποκαλυπτική προσέγγιση (έως
και κουτσομπολιά για το γάμο της Ντέλλας Ρούνικ!) από την οποία φαίνεται να
απορρέει μια κραυγαλέα συνθηματολογία που καταλήγει σε απλουστεύσεις (πχ η
σχεδόν μονόγραμμη εξήγηση της ανόδου της Χρυσής Αυγής ως … απάντησης στην
ΠΝΟ) ή και σε χονδροειδή λάθη (όπως το ότι η πρωταρχική συσσώρευση
κεφαλαίου στην Ελλάδα έγινε επί χούντας, κάτι που μάλλον δείχνει άγνοια
του τι εννοούσε ο Μαρξ με τον όρο). Γενικώς, η επιστροφή στο σήμερα και στο
φαινόμενο Χρυσή Αυγή είναι πολύ αδύναμη και ίσως το αποτέλεσμα οφείλεται στην
δημοσιογραφική αδυναμία που υπάρχει να γίνουν πραγματικές αποκαλύψεις για τις
διαδρομές του χρήματος προς τους ΧΑ.
Αν δεχτούμε ότι ο κόσμος υπάρχει για να τον αλλάζουμε
και ότι ο κινηματογράφος είναι ένα εργαλείο για αυτήν την αλλαγή, τότε είναι
σίγουρα αγνές οι προθέσεις των δημιουργών αλλά ως γνωστόν ο δρόμος προς την
Κόλαση είναι στρωμένος με καλές προθέσεις. Σε τέτοιου είδους θέματα που
προσπαθούν να αναπαραστήσουν και να αναδιπλασιάσουν ιστορικά γεγονότα, αυτό που
έχει σημασία δεν είναι η ντοκιμαντερίστικη κατάδειξη, αλλά ο στοχασμός πάνω στα
γεγονότα και η ανάλυσή τους με τα μέσα της τέχνης. Η αδιάκριτη ματιά πάνω στην
πραγματικότητα, το ντοκιμαντέρ αποκαλύψεων ας πούμε, δεν μπορεί να
πάει μακριά αν δεν στοχάζεται πάνω σε όσα αφηγείται. Αλλιώς παραμένει στο
επίπεδο ενός καλού επεισοδίου τηλεοπτικής εκπομπής τύπου Ρεπορτάζ
Χωρίς Σύνορα. Και αυτή είναι η περίπτωση του φιλμ αυτού, που υπό
αυτήν την έννοια ίσως περισσότερο συσκοτίζει τα πράγματα παρά διαφωτίζει
(τουλάχιστον για μεγάλο μέρος του κοινού που μπορεί να μην έχει διαβάσει
ιστορία και να αντιμετωπίσει το φιλμ ως μάθημα).
Ο Μαγιακόφσκι έγραψε ότι ο κινηματογράφος γενικά είναι
ένας τρόπος για να καταλαβαίνουμε τον κόσμο, ενώ ο Γκρίρσον όρισε ιδιαίτερα το
ντοκιμαντέρ ως την δημιουργική εκμετάλλευση της πραγματικότητας. Το
φιλμ Φασισμός ΑΕ πληροί το κριτήριο που θέτει ο Γκρίρσον αλλά δεν
είμαι σίγουρος κατά πόσον συμβάλλει στο να δικαιωθεί ο Μαγιακόφσκι.