HomeCinemaΕξώστης ΘΦεστιβάλ Κινηματογράφου: Έβδομη μέρα

Φεστιβάλ Κινηματογράφου: Έβδομη μέρα

Σειρά της Χάνα Συγκούλα να δώσει την καθιερωμένη συνέντευξη τύπου, όπως κι έγινε χθες στην αποθήκη Γ΄ στις δώδεκα το πρωί. Η πάλαι ποτέ μούσα
του αξεπέραστου Γερμανού σκηνοθέτη Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ, πρωταγωνίστρια
έκτος άλλων των ταινιών “Λιλί Μαρλέν” και “Ο Γάμος της Μαρίας Μπράουν (η
δεύτερη της χάρισε και το βραβείο Καλύτερης Γυναικείας Ερμηνείας στο Φεστιβάλ
Βερολίνου το 1979), πολυπράγμων, δυναμική και δραστήρια, μίλησε για την
αξεπέραστη αγάπη που έχει προς το σινεμά, λέγοντας ότι «Πρέπει να αναζητούμε συνεχώς τις εκπλήξεις, έτσι ώστε να
ξυπνάμε από την κατάσταση της ημι-νάρκωσης στην οποία πέφτουμε. Να αναζητάμε το
θαύμα. Η ζωή είναι υπέροχη και δεν το λέω αυτό από την οπτική του la vie en rose». Απαντώντας σε πολλές ερωτήσεις με διάθεση και υπομονή, στάθηκε
ιδιαίτερα στην ανησυχητική άνοδο της ακροδεξιάς όχι μονό στη Γερμάνια αλλά σε
όλη την Ευρώπη όπως για παράδειγμα στην Ουγγαρία και την Γαλλία και
ανατρέχοντας στο δημιουργικό παρελθόν της κατέληξε στο ότι “αν θέλεις να
αλλάξεις τον κόσμο πρέπει πρώτα να αλλάξεις τον εαυτό σου. Κι αυτό προσπαθώ στη
ζωή μου να κάνω κι εγώ …”



Ο Θεριστής του Ζβόνιμιρ Γιούριτς (τμήμα “Ματιές στα
Βαλκάνια”, κυρίως πρόγραμμα)


Το χαμηλών τόνων και αργών ρυθμών δράμα του Κροάτη
σκηνοθέτη Ζβόνιμιρ Γιούριτς συνιστά μια άβολη και αδιάκριτη ματιά πάνω στις
αμαρτίες του παρελθόντος, από τις οποίες δεν είναι ποτέ εύκολο να ξεφύγεις. Αφηγείται
κυρίως με τις σιωπές πάρα με τα λόγια την ιστορία του Ίβο ενός μεσήλικα αγρότη
που έχει το συνήθειο να δουλεύει τη νύχτα, θερίζοντας τα χωράφια με το τεράστιο
τρακτέρ του. Ένα μοναχικό βράδυ σαν όλα τα άλλα θα βρει στο δρόμο του την
Μιριάνα, μια κομμώτρια από το κοντινό χωριό, της οποίας το αυτοκίνητο έχει
μείνει από βενζίνη. Χωρίς πολλά λόγια θα προσφερθεί (ή καλύτερα θα της
επιβληθεί με τον απότομο τόνο του) να την μεταφέρει στο κοντινό βενζινάδικο. Η
Μιριάνα αγοράζοντας καύσιμα θα αναγκαστεί να μάθει την αλήθεια για το σκοτεινό
παρελθόν του καλού Σαμαρείτη της. Ο υπάλληλος την πληροφορεί ότι πριν είκοσι
χρόνια κατέληξε στη φυλακή μετά από το βιασμό μιας γυναίκας.

Την αρχική πολύ δυνατή εισαγωγική σκηνή, με το τρακτέρ να
μοιάζει ένα απόκοσμο τέρας και τα φωτεινά του ματιά να ρίχνουν ανακριτικά τη
λάμψη τους σε ό,τι δεν φαίνεται (ίσως και ό,τι δε χρειάζεται να φανεί), διαδέχεται
μια σειρά από μικρές ιστορίες που κινούνται σε ομόκεντρους κύκλους γύρω από την
διακριτική, πονεμένη φιγούρα του Ίβο, με την κάμερα να ρίχνει ματιές στον
δύσθυμο υπάλληλο του βενζινάδικου άλλα και στον πιο ειλικρινή από τους
αστυνομικούς του τοπικού τμήματος. Οι σκηνές μπορεί να μην εντυπωσιάζουν με την
εξέλιξη τους, άλλα φανερώνουν καλά κρυμμένες δυναμικές στις σχέσεις των
χαρακτήρων, καθώς ο σκηνοθέτης στοχάζεται πάνω στην ιδέα της ανιδιοτελούς και
ουσιαστικής συγχώρεσης, παίζοντας έξυπνα με το φόβο της παραβίασης, αλλά και τη
ζοφερή εικόνα μιας ολόκληρης περιοχής, που όπως και η ζωή του πρωταγωνιστή
παραμένει εγκλωβισμένη στις αναμνήσεις. Το σοκαριστικό φινάλε μπορεί να
αποδεικνύει πολλά, ίσως πάλι και τίποτα. Πάντως το μονό σίγουρο είναι ότι το
γυαλιστερό δρεπάνι και ο νυχτερινός θερισμός, δεν μετατρέπουν κάποιον αυτόματα
στον θάνατο…

Η ταινία θα επαναπροβληθεί το Σάββατο 8 Νοεμβρίου στις 18:00,
στην αίθουσα Σταύρος Τορνές

***



Τιμπουκτού του Αμπντεραμάν Σισακό (τμήμα “Ανοιχτοί
Ορίζοντες”, ειδικές προβολές)


Η τραυματισμένη χωρά του Μάλι και ειδικότερα η πόλη του
Τιμπουκτού πλανοθετούνται αρκετά σχηματικά μεν, με λυρισμό δε στην καινούρια
ταινία του Αμπντεραμάν Σισακό, ο οποίος μας μεταφέρει στην χωρά που μεγάλωσε (γεννήθηκε
στη Μαυριτανία). Η πλοκή θέλει τον Κιτανέ έναν νομάδα βοσκό, να ζει φιλήσυχα
στην σκηνή του μαζί με την γυναίκα, τη μικρή του κόρη Τόγια και τον περίπου
συνομήλικό της Ισάν, που τον βοήθα με το μικρό του κοπάδι. Λίγο μακρύτερα, στην
πρωτεύουσα Τιμπουκτού, οι ζηλωτές Ισλαμιστές έχουν επιβάλλει το δικό τους νομό
που απαγορεύει σχεδόν τα πάντα. Ντύνει τις γυναίκες ακόμη και με γάντια και
κάλτσες και περιορίζει αθώες απολαύσεις όπως η μουσική και το ποδόσφαιρο. Οι
γυναίκες, αιώνια θύματα των φονταμενταλιστικών καθεστώτων, αντιστέκονται με όλα
τα μέσα, επιδεικνύοντας τόλμη, θράσος και αποφασιστικότητα. Ο τοπικός ιμάμης, αντιπροσωπεύοντας
το επιεικές Ισλάμ, προσπαθεί με όποιο μέσο μπορεί να αποτρέψει τις κτηνώδεις
ποινές που επιβάλλονται από τους Τζιχαντιστές, οι οποίοι βλέπουν τα πάντα ως
αμαρτία που ξεπλένεται μονό με αίμα. Hυπόθεση περιπλέκεται ακόμη περισσότερο, όταν σε μια
αψιμαχία ο Κιτανέ σκοτώνει κατά λάθος έναν ψαρά, που με τη σειρά του είχε
θανατώσει την αγαπημένη αγελάδα του με το ιδιόμορφο όνομα “GPS” (εμφανής αλληγορία για μια χωρά που έχει χάσει τον προσανατολισμό της). Ο
σκηνοθέτης παραδίδει ένα οπτικά υπέροχο αποτέλεσμα, με ποιητικές πανοραμικές
εικόνες της έρημου και του ποταμού που τη διασχίζει και επενδύει το εγχείρημα
με καταπληκτικές μελωδικές μουσικές, οι οποίες αποτελούν ίσως το δυνατότερο
σημείο του. Δημιουργώντας συσχετισμένους χαρακτήρες γύρω από τη βασική πλοκή (η
οποία όμως αρχίζει ουσιαστικά να παίρνει μπρος μετά το δεύτερο μισό του φιλμ) στέκεται
πάνω στις πλούσιες παραδόσεις της χωράς που ποδοπατούνται από το θρησκευτικό
φανατισμό, ισορροπώντας παράλληλα ανάμεσα στην ελπίδα που υπομένει και την
απόγνωση που γκρεμίζει. Η βασική αστοχία αυτού του δημιουργήματος πάντως, παραμένει
ο κατάφωρος διδακτισμός και η προφανής μελοδραματική φόρμα του. Για ένα μεγάλο
μέρος της ταινίας οι Τζιχαντιστές κατακτητές, μοιάζουν με αδύναμες καρικατούρες,
ανίκανες να επιβάλλουν την υποτιθέμενη βούληση του Αλλάχ. Ωστόσο, παρόλη την
ελαφρώς στιλιζαρισμένη εικονογράφηση, είναι εύκολο να βρει κάνεις εμπνευσμένες
σκηνές, όπως για παράδειγμα η φροϊδική εικόνα των παλλόμενων από τον άνεμο, γεμάτων
καμπύλες αμμόλοφων και ο στρατηγικά τοποθετημένος θάμνος ανάμεσά τους.

***

Λεβιάθαν του Αντρέι Ζβιάγκιντσεφ (τμήμα “Ανοιχτοί
Ορίζοντες”, ειδικές προβολές)


Ηθογραφώντας περίτεχνα τη Ρωσία του σήμερα, μια χωρά στην
οποία η διαφθορά, η βία και η αδικία έχουν γίνει καθημερινότητα, ο σκηνοθέτης
μιας από τις καλύτερες ευρωπαϊκές ταινίες της προηγούμενης δεκαετίας, της
“επιστροφής” (Χρυσό Λέοντα στο Φεστιβάλ Βενετίας του 2003 και βραβείο
Ευρωπαϊκής αποκάλυψης της χρόνιας) παραδίδει στο κοινό μια δημιουργία
αναμφισβήτητα υποβλητική, που όμως μοιάζει να θέλει να κινηθεί σε πολλά
θεματικά μέτωπα, μένοντας στο τέλος μετέωρη από την νοηματική της απληστία. Ο
Αλεξέι Σερεμπριάκοφ υποδύεται τον Κόλια έναν αλκοολικό και βίαιο άνδρα, ο
οποίος ζει σε ένα ψαροχώρι κοντά στη θάλασσα Μπάρεντς στη βόρεια Ρωσία. Η
δουλειά του ως μηχανικός αυτοκινήτων δεν του αποφέρει σχεδόν τίποτα, έτσι
φτάνει σε σημείο να χάσει το πατρικό του σπίτι στο οποίο κατοικεί μαζί με τη
νέα γυναικά του (που μέχρι και τα μικρά παιδιά θέλουν να σκοτώσουν γιατί είναι
όμορφη) και τον έφηβο γιο του από τον πρώτο του γάμο. Ο παλιός του φίλος από
τον στρατό, που εν τω μεταξύ δουλεύει ως δικηγόρος στη Μόσχα, έρχεται
εσπευσμένα για να βοηθήσει, άλλα ο τοπικός δήμαρχος-μαφιόζος έχει αποφασίσει, μαζί
με τη συμπαράσταση ενός ανωτέρου κληρικού, να πάρει την περιουσία του Κόλια στα
χέρια του χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα. Ο σκηνοθέτης περιπλανιέται πάνω στο
πτώμα μιας χωράς σε αποδόμηση άξιων θεσμών και ιδεολογιών, καταλήγοντας γρήγορα
στο συμπέρασμα ότι “ο άνθρωπος είναι το πιο επικίνδυνο ζώο”. Η πυκνή αφήγηση
δεν αφήνει περιθώρια ολιγωρίας, όμως η μεγάλη διάρκεια σε συνδυασμό με τα πολλά
μέτωπα που ανοίγει αποσυντονίζουν τον ρυθμό, δημιουργώντας την αίσθηση ότι ο
Ζβιάγκιντσεφ θέλει άπλα να τα πει όλα άλλα δεν του φτάνει ο χρόνος. Οι
θρησκευτικοί αναστοχασμοί κάνουν την εμφάνιση τους στην τρίτη πράξη, με τον
σκηνοθετεί να ψάχνει απαντήσεις σε πνευματικές ανησυχίες, ακροβατώντας ανάμεσα
στην ταπεινότητα του αδιάφθορου φτωχού κλήρου από τον οποίο αποζήτα πνευματική
καθοδήγηση, και την αλαζονική, σχεδόν ξεδιάντροπη επίκληση στην χριστιανική
αλήθεια από τον ανώτερο, πλούσιο εκκλησιαστικό μηχανισμό. Συνοψίζοντας όλα αυτά,
η σκηνή της παράλιας, με το μικρό παιδί να κλαίει δίπλα στον ξεβρασμένο σκελετό
ενός τεράστιου κήτους, μοιάζει με θρήνο για τη χαμένη αξιοπρέπεια, δικαιοσύνη
και αυτοεκτίμηση.

Η ταινία θα επαναπροβληθεί την Κυριακή 9 Νοεμβρίου στις 22:00,
στην αίθουσα Τώνια Μαρκετάκη

Related stories

Η Φλώρινα του Αγγελόπουλου – Τότε και τώρα

κείμενο/φωτογραφίες Αλέξανδρος Βοζινίδης Ο Θόδωρος Αγγελόπουλος (Αθήνα, 27 Απριλίου 1935 - 24 Ιανουαρίου...

Όταν μια παράσταση γίνεται έμφυλο debate: Η σκηνή της κωμωδίας μιλά για ανισότητες

Ξεκίνησε έντονη συζήτηση γύρω από τις έμφυλες διακρίσεις στον...

Λαδάδικα: Αιχμηρή απάντηση των καταστηματαρχών εστίασης σε δημοσίευμα περί ηχορύπανσης

Eπιστολή απάντηση και διαμαρτυρία σχετικά με δημοσιευμα που φαίνεται...

Όσκαρ 2025: Οι υποψηφιότητες

Η μεγάλη τελετή της απονομής των βραβείων Όσκαρ, θα...