Ήρεμα, όλα θα τα διορθώσουμε», έκανε καθησυχαστικά. Με άκουσε για πολλή ώρα και μου έγραψε κάτι χάπια. Για λίγες μέρες ηρέμησα. Μέναμε κι οι τρεις μαζί: η Ειρήνη κοιμόταν με τον γιατρό, αλλά με πρόσεχε. Κι οι δυο με πρόσεχαν, και τα γάντια δεν τολμούσαν να έρθουν. Όλα ήταν καλά.
Ο γιατρός δούλευε πολύ κι ερχόταν αργά το βράδυ. Μιλούσαμε και κρατούσε σημειώσεις σ' ένα πράσινο τετράδιο. Κάποια μέρα, πρότεινε να πάμε σινεμά. Ήταν η καλύτερα μέρα που θυμάμαι. Το έργο με εντυπωσίασε. Το έλεγαν «Θέλμα και Λουίζ» και μιλούσε για δυο φίλες που ταξίδευαν μ' ένα παλιό αυτοκίνητο και δε λογαριάζανε κανέναν. Κάποτε τα πράγματα χάλασαν και τις στρίμωξαν πολλοί με όπλα στα χέρια. Η Θέλμα και η Λουίζ κοιτάχτηκαν κατάματα. Ένας δρόμος υπήρχε ελεύθερος, που έβγαζε σε γκρεμό. Η Θέλμα πάτησε γκάζι και το αμάξι όρμησε μπροστά. Η Θέλμα φώναζε δυνατά κι η Λουίζ γελούσε τρανταχτά. Η Θέλμα γελούσε κι αυτή. Εγώ χαμογελούσα. Το αμάξι έπεσε στον γκρεμό και πήρε φωτιά. Το χαμόγελό μου κόπηκε μαχαίρι — αυτό δεν ήταν αστείο. Δάκρυα μου ήρθαν στα μάτια. Το έργο τέλειωσε και βγήκαν οι τίτλοι του τέλους. Το αμάξι καιγόταν — και, δεν κατάλαβα γιατί, αλλά μου άρεσε. Βγαίνοντας από το σινεμά, ο γιατρός δεν έπιανε το χέρι της Ειρήνης. Δεν κοιτάζονταν κι άρχισαν να τσακώνονται — άλλαζαν βαριές κουβέντες.«Να πας στο σπιτάκι σου, στη γυναικούλα σου, να μη σε ξαναδώ», φώναξε η Ειρήνη.
Σαν τη Θέλμα.Πήγαμε μόνοι στο σπίτι. Το βράδυ εκείνο κοιμηθήκαμε μαζί.
Ναι, ήταν το καλύτερο έργο που είδα.
Το πάθος της Ειρήνης για τον Παναγιώτη, η σχέση της με την Τασία —που όμως εκείνη επέμενε να την αποκαλεί Δόμνα—, ο γάμος της με τον νεκροζώντανο Θρασύβουλο, η συνάντησή της με την κυρία Τούλα Αντωνιάδου και το γράμμα που της άφησε, αλλά και η ιστορία της δύσμορφης Στέλλας — είκοσι χρόνια από τις ζωές ανθρώπων που όχι απλώς διασταυρώθηκαν αλλά κατέληξαν, εντέλει, να αφουγκράζονται ο ένας τον άλλον. Αυτή (και αυτά) είναι η Αγγελοκρουσμένη (εκδόσεις «δήγμα», Θεσσαλονίκη 2011), το έκτο μυθιστόρημα του Δημήτρη Παπαδούλη που μόλις κυκλοφόρησε. Μέσα σε μόλις 180 σελίδες, με ολοζώντανη και σύγχρονη γραφή και μέσα από μία σειρά διαδοχικών εσωτερικών μονολόγων, ο Δ. Παπαδούλης αφηγείται την εξέλιξη της πολυεπίπεδης και σύνθετης ιστορίας του, δίχως περιττά φτιασίδια ή άλλες συνήθεις υπερβολές. Εν ολίγοις, το νέο βιβλίο του Δ. Παπαδούλη είναι συνταρακτικό και ασφαλώς αξίζει να διαβαστεί (και θα διαβαστεί), κατά την ταπεινή γνώμη ενός αναγνώστη που απλώς έχει την πολυτέλεια να διατυπώνει την άποψή του δημοσίως κάθε εβδομάδα από τούτη τη στήλη.
Υπάρχει μία πολύ γνωστή έκφραση στα αγγλικά, που όλοι λίγο-πολύ την έχουμε ακούσει: Larger than life. Όλοι λίγο-πολύ καταλαβαίνουμε τη σημασία της και όλοι προσπαθούμε να αποδώσουμε το πραγματικό της νόημα με κάποιο επίθετο: εντυπωσιακός, γοητευτικός, εξαιρετικός, ξεχωριστός, μοναδικός κλπ. Ο Δημήτρης Παπαδούλης αποτελεί το μοναδικό παράδειγμα ανθρώπου που —εγώ τουλάχιστον— γνωρίζω να έχει ξεπεράσει τα όρια, να είναι ο ίδιος larger than life, και μάλιστα να το κάνει καθημερινά. Γεννήθηκε στη Λάρισα το 1963 και σπούδασε Ιατρική στη Θεσσαλονίκη, όπου και εργάστηκε ως γιατρός έως το 1991. Με διαγνωσμένη πολλαπλή σκλήρυνση κατά πλάκας από το 1988, ο Δ. Παπαδούλης άρχισε να δημοσιεύει από το 1990. Από τότε μέχρι τώρα ο Δημήτρης Παπαδούλης μάς έχει δώσει έξι μυθιστορήματα και σίγουρα έχει να μας προσφέρει πολλά ακόμη.
Γιατί, όπως έχει γράψει ο Θανάσης Τριαρίδης: «Για τον Παπαδούλη, ζωή είναι αυτό που ζεις επειδή το ζήτησες, αυτό που επιλέγεις να σε πληγώσει, να σε στοιχειώσει, κι όχι αυτό που σου χαρίστηκε, σου δόθηκε ή σε βρήκε».
μυθιστόρημα
Δημήτρης Ε. Παπαδούλης
«Δήγμα», Θεσσαλονίκη 2011
Σελ. 180