Mistero
Buffo του Ντάριο
Φο, σε σκηνοθεσία Θωμά Μοσχόπουλου, στο
θέατρο Αυλαία.
Με το έργο αυτό του Φο,
γραμμένο το 1969, συστήνεται στο θεατρικό
κοινό η ομάδα Επτάρχεια. Τον δραματουργικό
καμβά του έργου αποτελούν σκηνές από
τα μεσαιωνικά, λειτουργικά δράματα.
Έργα βασισμένα στη ζωή, τον θάνατο και
την ανάσταση του Ιησού, με έντονα
παντομιμικά στοιχεία, που αρχικά
παίζονταν εντός των ιερών ναών. Μέχρι
τα τέλη του 13ου αιώνα το λειτουργικό
δράμα είχε ολοκληρώσει την εξέλιξή του
και στην τελική του φάση δεν συνδέονταν
αναγκαστικά με τη Θεία Λειτουργία. Από
αυτό γεννήθηκαν τα μυστήρια, που ήταν
γραμμένα εξ ολοκλήρου ή εν μέρει στην
καθομιλούμενη γλώσσα και αντλούσαν τη
θεματολογία τους από τη Βίβλο, τους
βίους αγίων και μαρτύρων.
Ο Θωμάς Μοσχόπουλος
στήνει ένα θέαμα που παραπέμπει σε μια
γιορτή προς τιμήν της τέχνης του
θεατρίνου. Στη γυμνή —απαλλαγμένη από
κοστούμια, τεχνικά μέσα και φωτισμούς—,
σκηνή αναδεικνύεται η εκφραστική
δυναμική της τέχνης του ηθοποιού και
συντελείται η σπάνια νοητή επαφή ανάμεσα
σε πλατεία και σκηνή. Ο Μοσχόπουλος
αφήνει τους ηθοποιούς να παίξουν με τα
όρια των εκφραστικών τους μέσων, να
κινηθούν από τον απόλυτο αυτοσχεδιασμό,
στα όρια της μπαλαφάρας, μέχρι την ακριβή
κινησιολογική και φωνητική πειθαρχία.
Πρόκειται για μια ευφρόσυνη και ταυτόχρονα
συγκινησιακά φορτισμένη θεατρική
τελετουργία που παρασύρει τον θεατή
από την πρώτη στιγμή, από την υποδοχή
και ταξιθεσία που κάνουν οι ηθοποιοί,
τους ενημερωτικούς προλόγους πριν από
κάθε σκηνή που παρουσιάζουν οι ηθοποιοί
εκτός ρόλου και τη μετάβαση στις σκηνές
στη συνέχεια.
Οι έξι ηθοποιοί,
αδιάσπαστοι κρίκοι μιας ομάδας, με οδηγό
το σώμα και τη φωνή τους, με έξοχους
αφηγηματικούς τόνους και έντονη
μπουφόνικη, παιχνιδιάρικη διάθεση,
φέρνουν στη σκηνή δευτερεύοντες
χαρακτήρες, πρόσωπα που ζουν στο
περιβάλλον των πρωταγωνιστών του Θείου
δράματος. Ο Θάνος Τοκάκης οπτικοποίησε
με ένα σπαρταριστό, εντυπωσιακό κρεσέντο
εναλλαγών φωνών και διαλέκτων το πλήθος
που παρακολούθησε την ανάσταση του
Λαζάρου, η Άννα Μάσχα απέδωσε εύστοχα
το ανθρώπινο πρόσωπο της Παναγίας, ο
Κώστας Μπερικόπουλος ήταν ένας αστείος,
ιδιαίτερα πειστικός πότης από τον γάμο
της Κανά, ο Γιώργος Χρυσοστόμου παρουσίασε
παραστατικά την ιστορία της γέννησης
του γελωτοποιού, η Άννα Καλαϊτζίδου
έδωσε την περσόνα ενός σχεδόν συμπαθητικού
φύλακα δίπλα στον σταυρό του Ιησού και
ο Αργύρης Ξάφης απεικόνισε πειστικά
τον χαρακτηριστικό —οικείο και από τα
σαιξπηρικά έργα— μεσαιωνικό τρελό.
Η παραδοχή πως για τη
θεατρική πράξη απαιτούνται ένα σανίδι,
ένας ηθοποιός και ένας θεατής, βρίσκει
απόλυτη εφαρμογή σε αυτή την παράσταση
που σκορπά απλόχερα ευφορία και ατόφια
συγκίνηση.
Τζοκόντα vs
Ντα Βίντσι της Καρίνας Ιωαννίδου,
σε σκηνοθεσία Ένκε Φεζολλάρι, στο Νέο
Υπερώο της Ε.Μ.Σ.
Στο βραβευμένο έργο
(Α΄ Κρατικό Βραβείο Συγγραφής 2010) της
Ιωαννίδου δεσπόζει ένα θέμα που συναντάμε
σε έργα από «καταβολής» θεατρικής
γραφής: ένα ερωτικό τρίγωνο. Ο τρόπος
που χειρίζεται η συγγραφέας το κοινότυπο
αυτό θέμα και η σκηνική του μεταφορά
από τον Φεζολλάρι είναι τα ατού του
συγκεκριμένου θεατρικού εγχειρήματος.
Οι χαρακτήρες του έργου είναι ένα
επιτυχημένο ζευγάρι πρωταγωνιστών του
θεάτρου και μια νεαρή εκκολαπτόμενη
πρωταγωνίστρια που εισβάλλει στη σκηνή
και στη ζωή τους. Γύρω τους στήνεται ένα
παιχνίδι ανταγωνισμού, ερωτικής και
καλλιτεχνικής διεκδίκησης. Το έργο που
καλούνται να υπηρετήσουν οι τρεις αυτοί
χαρακτήρες, καθρεφτίζει απόλυτα την
πραγματική τους ζωή. Έχουμε να κάνουμε
με μια γοητευτική διαδικασία θεάτρου
μέσα στο θέατρο, ένα παιχνίδι
αυτοαναφορικότητας, που ξετυλίγεται
μέσα από έναν αγώνα πάθους και απιστίας.
Ο Φεζολλάρι εκμεταλλεύτηκε
όλες τις κειμενικές αρετές για να
δημιουργήσει ένα γοητευτικό, σκοτεινό
σκηνικό πλέγμα, διαποτισμένο από τις
πτυχές του πάθους και του καλλιτεχνικού
και ερωτικού ανταγωνισμού. Σε αυτό
συμβάλλουν θετικά και οι αλμοδοβαρικές
μουσικές επιλογές και οι ατμοσφαιρικοί
φωτισμοί που επιμελήθηκε ο ίδιος ο
σκηνοθέτης και το έμπλεο θεατρικότητας
σκηνικό της Αλεξίας Θεοδωράκη που
μετάφερε πειστικά την εικόνα του
παρασκηνίου. Τα βίντεο (που κατακλύζουν
τις θεατρικές παραγωγές εσχάτως) της
παράστασης, προσδίδουν μια αποπροσανατολιστική
τηλεοπτική αισθητική και θα μπορούσαν
να απουσιάζουν.
Ενδιαφέρουσες ερμηνείες
και από τους τρεις πρωταγωνιστές. Ο
Γιάννης Σαμψαλάκης κινείται με σκηνική
άνεση ανάμεσα στην κωμική και δραματική
διάσταση του ρόλου του, η Γιολάντα
Μπαλαούρα είναι απαλλαγμένη από την
πληθωρικότητα και την υπερβολή
προηγούμενων ερμηνειών της και η Εύη
Σαρμή λάμπει στον πολυεπίπεδο ρόλο του
δημιουργήματος που επιτίθεται στον
δημιουργό του.