Κάθε «ζωντανός
οργανισμός» στην τέχνη παρουσιάζει
συνέχειες, ασυνέχειες και ρήξεις καθώς
εξελίσσεται. Το σύγχρονο ελληνικό σινεμά
δεν αποτελεί εξαίρεση. Ιδιαίτερα την
τελευταία πενταετία, έχει εμπλουτιστεί
εκφραστικά από μια νέα γενιά
κινηματογραφιστών, που δημιουργούν
ταινίες με εντελώς διαφορετικούς όρους
από τους προκατόχους τους –υφολογικά,
αισθητικά, θεματικά, ιδεολογικά.
Οι ίδιοι οι
Έλληνες κινηματογραφιστές αποποιούνται
τον όρο “weird
Greek cinema”
και διακηρύσσουν την ανεξαρτησία στο
ύφος και στις σκηνοθετικές προθέσεις.
Εξάλλου, ο μικρός αριθμός των σύγχρονων
ελληνικών ταινιών που κατηγοριοποιούνται
ως “weird
Greek cinema”,
η ανομοιογένειά τους και η πρόσφατη
εμφάνισή τους στο σύνολο του ελληνικού
σινεμά δεν δικαιολογεί, ακόμη τουλάχιστον,
την ύπαρξη ενός νέου κύματος. Το πεδίο
μοιάζει ακόμη αχαρτογράφητο, καθώς
κριτικοί κινηματογράφου, προγραμματιστές
και ερευνητές, στην Ελλάδα και στο
εξωτερικό, προσπαθούν να οριοθετήσουν
το χαρακτήρα του. Ωστόσο, όλοι συμφωνούν
ότι πρόκειται για ένα φαινόμενο σε
εξέλιξη, για το οποίο ο όρος “weird
Greek cinema”,
παρά τις ασάφειές του, χρησιμοποιείται
ευρύτατα προκειμένου να παραπέμψει στη
σύγχρονη ελληνική κινηματογραφία.
Επίσης, αξίζει
να σημειωθεί μία ακόμη έντονη αντίφαση:
Οι νέοι Έλληνες σκηνοθέτες δεν επιμένουν
στην εθνικότητα του κινηματογράφου
τους και επιδιώκουν να εντάξουν τις
ταινίες τους σε διεθνές πλαίσιο. Η
διευρυμένη, παγκόσμια ταυτότητα που
διεκδικούν αντιτίθεται με την εξωστρέφεια
που οι ταινίες τους αποκτούν ως δείγματα
μιας εθνικής «παράξενης» κινηματογραφίας.
Επομένως, η δυναμική των σύγχρονων
ελληνικών ταινιών δημιουργείται και
ανατροφοδοτείται σε μεγάλο βαθμό από
τη ματιά των ξένων προς το ελληνικό
σινεμά.
Άτενμπεργκ της Αθηνάς Ραχήλ Τσαγκάρη
Προφανώς η
επικαιρότητα της Ελλάδας λόγω κρίσης
επηρεάζει το ενδιαφέρον της κινηματογραφικής
κοινότητας για το σύγχρονο ελληνικό
σινεμά, που εντυπωσιάζει καθώς έρχεται
σε ρήξη με το παρελθόν του. Μια ρήξη που
μεταφράζεται πρωταρχικά σε διαφορετικούς
τρόπους παραγωγής, οι οποίοι παραπέμπουν
σε ένα πιο ανεξάρτητο, χειροποίητο
σινεμά, που γεννά ταινίες χαμηλής συνήθως
χρηματοδότησης, με ελάχιστη κρατική
υποστήριξη και συχνά με ίδιους πόρους
ή μικρούς συμπαραγωγούς. Παρά τη
διαφορετική υφολογική και αφηγηματική
τους προσέγγιση, οι σύγχρονες ελληνικές
ταινίες είναι σκληρές, προκλητικές,
διεισδυτικές ενίοτε αλληγορικές, με
κοινό άξονα την κριτική αντιμετώπιση
της πραγματικότητας και τη διαχείριση
δύσκολων θεμάτων, με κυρίαρχο την κρίση
στην οικογένεια, που συνήθως χρησιμοποιείται
ως αλληγορία της γενικευμένης οικονομικής
και κοινωνικής κρίσης. Χλιαρή ωστόσο
είναι η επικοινωνία αυτού του κινηματογράφου
με το ελληνικό κοινό, καθώς η σχέση του
με τους Έλληνες θεατές παραμένει
ζητούμενο.
* Η Λίνα Μυλωνάκη είναι δημοσιογράφος, ιστορικός
κινηματογράφου και Δρ.
Κινηματογραφικών Σπουδών ΑΠΘ