Όταν ήμουν μικρή φοβόμουν το σκοτάδι και τις κρυψώνες του, τις μάγισσες και τα ξόρκια τους, τους κακούς και την κακία τους. Περίμενα ανυπόμονα να μεγαλώσω για να μη φοβάμαι τίποτα. Να μη ψάχνω αγκαλιά για ασφάλεια και κόρφο για να κρυφτώ.
Όσες όμως αγκαλιές κι αν εγκατέλειψα, κι όσες κι αν έχασα, ο φόβος δεν έφυγε ποτέ… Μέσα στα χρόνια τον είδα να ζευγαρώνει με τον πόνο, να συντροφεύει την ανασφάλεια, να παντρεύεται την αναποδιά. Τον παρακολούθησα να αλλάζει αργά μορφή, να στοχεύει αλλού, να αποσύρεται για λίγο, αλλά ποτέ δεν με άφησε. Ζει μέσα μου και άλλοτε με τρώει, άλλοτε με προστατεύει. Με τα χρόνια λες και γίνεται πιο αληθινός, γιατί είναι πονηρός και πατάει πάνω σε γεγονότα, σε ατυχίες, σε καταστροφές υπαρκτές. Σα να βγήκε πια από τα παραμύθια, ζωντάνεψε και μεγάλωσε μαζί με εμένα.
Ο φόβος μου με παραξενεύει και μου είναι οικείος ταυτόχρονα. Με αφυπνίζει όταν πρέπει και με παγώνει όταν δε πρέπει. Άλλοτε με ξενίζει η ύπαρξή του και προσπαθώ να παλέψω μαζί του και άλλοτε παραδίνομαι στα δεσμά του χωρίς μάχη, αλλά με απογοήτευση.
Όπως όλα τα έντονα συναισθήματα, ξέρω καλά ότι ο φόβος είναι ικανός για πολλά. Όταν με επισκέπτεται ξαφνικά και απροειδοποίητα με παραλύει. Καταφέρνει εύκολα να με καταλάβει και με καταβάλει. Τον νιώθω σαν ένα δυνατό χτύπημα από τα μέσα μου και με κάνει να κοντοστέκομαι χωρίς ίχνος αντίδρασης. Κάνει την καρδιά μου να χτυπά δυνατά και μπερδεύει τα λογικά μου. Μπλέκεται στις κακιές ειδήσεις που ακούω και στα σκοτεινά βλέμματα των γύρω μου.
Μοναδική μου ελπίδα είναι οι φορές που ο φόβος δεν καταφέρνει να είναι τόσο ύπουλος. Γιατί πού και πού μ' αφήνει στα κλεφτά να τον μελετήσω, να τον αναλύσω και να τον αποκωδικοποιήσω, με σχέδιο να τον νικήσω. Μάχες τέτοιες έχω κερδίσει πολλές κι έχω γεμίσει δύναμη από τη δύναμή του. Αλλά να τον εξαφανίσω ολότελα ποτέ μου δεν κατάφερα.
Κι αν δε φοβάμαι πια τις μάγισσες και τα μαγικά τους, κι αν δε τρέχω να κρυφτώ πια σε αγκαλιές, το φόβο μου τον νιώθω κι έχω συμφιλιωθεί μαζί του. Είναι εκεί, συντροφιά και ενόχληση, ευλογία και κατάρα. Άλλοτε με προστατεύει και άλλοτε με διαλύει. Άλλοτε τον αποδέχομαι και άλλοτε τον διώχνω. Κάποιες φορές με ρίχνει κάτω και μέχρι να σηκωθώ έχει φύγει. Τότε, η στιγμή που ξαναπατώ στα πόδια μου, είναι η νίκη μου. Είναι η στιγμή που τον ξέρω και τον χλευάζω, αλλά ποτέ δεν τον υποτιμώ. Γιατί υποχωρεί και επιστρέφει χειρότερος. Γιατί ξέρει και αλλάζει μορφές. Γιατί όταν καμώνομαι τη θαρραλέα παίρνει εκείνη που με τρομάζει πιο πολύ από όλες: τη μοναξιά…
Blog: www.facebook.com/imaginarywriter