Σε ένα βαγόνι τρένου δύο γυναίκες μιλούν για παλιούς έρωτες, παραλογίζονται, υποφέρουν, ερωτεύονται, συνομιλούν με το κοινό, συγχωρούν και προχωρούν προς το τέλος τους. Ερωμένες δύο σπουδαίων ζωγράφων, των Μοντιλιάνι και Ραφαήλ, η γαλλίδα Ζαν Εμπιτέρν και η ιταλίδα Φορναρίνα εκφράζονται με λέξεις και κινήσεις στο Θεατρικό Βαγόνι του τρένου Ρουφ.
Η παράσταση «Ερωμένες στον Καμβά» παρουσιάζει μιαν άλλη πλευρά της ιστορίας, μέσα από τον έρωτα και την αγάπη δύο διαφορετικών γυναικών, που όμως μοιράζονται ένα κοινό συναίσθημα.
Το έργο, χωρισμένο σε δύο μέρη, φανερώνει την γλυκιά και ανιδιοτελή αγάπη της πρώτης ερωμένης –Ασπασία Κοκόση- η οποία πλάθει με τον δικό της τρόπο τον ζωγράφο Ραφαήλ και τον ξαναδημιουργεί με την αγάπη της. Ενώ η δεύτερη ερωμένη –Σοφία Καψούρου- ζωγράφος και η ίδια, καταφέρνει να σχεδιάσει στο μυαλό της έναν άλλο Αμεντέο Μοντιλιάνι, πιο όμορφο και ερωτευμένο. Δύο γυναίκες με δύο τελείως διαφορετικές προσεγγίσεις για τον έρωτα καταφέρνουν να μας μεταφέρουν την ορμή τους, την αγωνία τους καθώς και το αίσθημα της απώλειας, που πλανάται στον αέρα του Βαγονιού από την αρχή. Στη σκηνή, ο θεατής παρακολουθεί σπουδαστές Καλών Τεχνών να δημιουργούν εικόνες και πορτρέτα κατά τη διάρκεια της παράστασης, ως ένα μέσο αλληλεπίδρασης με το κοινό.
Η Σοφία Καψούρου, συγγραφέας της παράστασης και μια εκ των δύο γυναικών επι σκηνής, μας εισάγει στον κόσμο των ερωμένων αφού «των ερωμένων φυγείν αδύνατον..»
**
Ποια ήταν η αφορμή για να ξεκινήσεις να γράφεις το κείμενο της παράστασης «Ερωμένες στον καμβά»;
Ήταν Κυριακή και ήμουν ερωτευμένη. Πολύ ερωτευμένη. Και πολύ μόνη. Ερωμένη… Αλλά είχα ένα χαμόγελο στα χείλη. Ένιωθα ότι το δέρμα μου ήταν ένας κρατήρας αισθήσεων. Εκατομμύρια πόροι, εκατομμύρια αισθήσεις που με έκαναν να νιώθω ζωντανή. Και ερωτευμένη. Και μόνη. Θριαμβευτικά μόνη. Πατούσα στα πόδια μου. Και λίγο ψηλότερα. Εφτά πόντους ψηλότερα. Είχα μόλις βγει από το Μουσείο Ορσέ. Είχα μόλις δει την ομορφιά.
Η παράσταση χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο παρακολουθούμε την ιστορία της Φορναρίνας -ερωμένης του Ραφαήλ και στο δεύτερο την ιστορία της Ζαν Εμπιτέρν -ερωμένης του Μοντιλιάνι. Που ξεχωρίζουν και που μοιράζονται κοινά στοιχεία, οι δύο γυναίκες της ιστορίας;
Μοιάζουν στην ειλικρίνεια, το μέγεθος και το βάθος του πάθους τους για τον εραστή τους και ξεχωρίζουν στον τρόπο που αντιμετωπίζουν το πάθος αυτό. Γιατί ο έρωτας είναι ελεύθερος σκοπευτής. Χτυπάει και όποιον πετύχει. Η διαφορά είναι πώς διαχειρίζεται κανείς το καλό ή το κακό που τον βρήκε. Η Φορναρίνα είναι μια λαϊκή γυναίκα, μεσογειακή, γήινη, με μυαλό Μεγάλης Αικατερίνης και χέρια πλύστρας. Η Ζαν είναι μια Παριζιάνα, εκκολαπτόμενη καλλιτέχνης, από μεσοαστική οικογένεια, με χέρια που ζωγραφίζουν πορσελάνες και σύννεφο για μαξιλάρι. Και οι δύο έχουν ποίηση. Η Φορναρίνα επιβιώνει μετά το θάνατο του Ραφαήλ, η Ζαν πεθαίνει την επόμενη μέρα. Και οι δύο ξέρουν ότι οι εραστές τους έχουν κι άλλες ερωμένες. Και οι δύο ελπίζουν ότι μια μέρα οι εραστές τους θα τις παντρευτούν. Και οι δύο περιμένουν πίσω από την πόρτα νύχτες ολόκληρες να ακούσουν τα βήματα του εραστή τους. Η μία ανοίγει την πόρτα και τρέχει να σωθεί και η άλλη ανοίγει την πόρτα και πηδάει από τον πέμπτο.
Μίλησε μου την Ζαν Εμπιτέρν, την ερωμένη του Αμεντέο Μοντιλιάνι που υποδύεσαι.
Υπάρχουν στοιχεία δικά σου μέσα στον χαρακτήρα της;
Υπάρχει μία φράση στο έργο που συγκεντρώνει απόλυτα την προσωπικότητα της Ζαν Εμπιτέρν. «Έτσι είμαι 'γω. Γυαλί. Σπάω και κόβω». Ασύγκριτα εύθραυστη, ασύγκριτα σκληρή. Και βέβαια, υπάρχουν στοιχεία δικά μου στο χαρακτήρα μου. Όπως και σε κάθε χαρακτήρα που γεννάω. Στοιχεία που τα αναγνωρίζω δικά μου αλλά και στοιχεία που υποψιάζομαι ότι τα έχω. Εκεί που συναντιόμαστε με τη Ζαν περισσότερο είναι στα άκρα. Και οι ακραίοι άνθρωποι δεν έχουν καλό τέλος.
Θεωρείς πως ο έρωτας της μετατρέπεται με τα χρόνια σε δειλία;
«Αφοσιωμένη σύντροφος, ακόμα και στην υπέρτατη θυσία». Αυτό γράφει ο τάφος της Εμπιτέρν στο Περ Λασαίζ. Γιατί να μη γράφει «Αφοσιωμένη σύντροφος, ακόμα και στην υπέρτατη ευτυχία»; Γιατί ο έρωτας να καταλήγει σε μαρτύριο, με θύτη, θύμα και θυσία; Είναι η φύση του έρωτα τέτοια ή είναι η αδυναμία του ανθρώπου και ιδιαίτερα της γυναίκας να επιβληθεί στο πάθος της; Ξέρετε τι γράφει η Φρανσουάζ Ζιλό, η πιο δυναμική από τις ερωμένες του Πικάσο, στο βιβλίο της; «Είμαι η μοναδική γυναίκα που σώθηκα από τον Πικάσο και δεν έχω μετανιώσει ούτε μια στιγμή γι' αυτό. Πώς; Παρατώντας τον.»
Όλες οι άλλες γυναίκες του καταστράφηκαν. Η Μαρί Τερέζ Γουόλτερ κρεμάστηκε, όταν εκείνος πέθανε. Η Ζακλίν Ροκ αυτοπυροβολήθηκε, η Όλγκα Κόκλοβα, η πρώτη σύζυγός του, πέθανε από καρκίνο στις Κάννες και η Ντόρα Μάαρ τρελάθηκε. Όταν η Ζιλό έγραψε το πρώτο της βιβλίο, ο Πικάσο έκοψε κάθε επαφή μαζί της και με τα παιδιά τους, για να την εκδικηθεί. Απειλούσε τους γκαλερίστες του Παρισιού που είχαν έργα της Ζιλό, και χάρη στις γνωριμίες του οι εφημερίδες δημοσίευαν μόνο κακές κριτικές των έργων της.
Ο Πικάσο έκανε αγωγή, για να εμποδίσει την έκδοση του βιβλίου, ο εκδοτικός οίκος όμως με τον οποίο συνεργαζόταν η Ζιλό απέδειξε ότι όλα όσα είχαν γραφτεί ήταν αληθινά και κέρδισε τη δίκη. Μόνο μετά από δύο χρόνια από την ετυμηγορία του δικαστή, ο Πικάσο, αυτό το ιερό και ανίερο τέρας, τής τηλεφώνησε και της έδωσε συγχαρητήρια λέγοντάς της: «Ξέρεις ότι μου αρέσουν οι νικητές».
Ο Έρωτας είναι ο πόλεμος των πολέμων. Είναι σφαγή, είναι εξορία, είναι προσφυγιά. Είναι εκείνο που μας θυμίζει ότι ο άνθρωπος είναι αγρίμι και θεός μαζί. Και στο τέλος, έχει νικητή και νικημένο. Και ο νικητής πονάει και ο νικημένος. Ο Μοντιλιάνι πονούσε και άλλαξε τον κόσμο. Η Ζαν πονούσε και έπεσε από τον πέμπτο. Μεγαλείο έχει και η μια και η άλλη πράξη. Αλλά την πρώτη την αποκαλούμε «Τέχνη». Την άλλη «δειλία». Και καλά κάνουμε. Αυτή είναι η αλήθεια. Όσο σκληρή κι αν ακούγεται. Πόσους Μοντιλιάνι αντέχει ένας αιώνας; Έναν. Πόσες Ζαν;
Πόσο δύσκολα συνυπάρχεις με έναν ηθοποιό, σε μια τόσο μικρή σκηνή;
Όσο δύσκολα συνυπάρχεις με έναν συγκάτοικο σε μια γκαρσονιέρα. Τόσο δύσκολα αλλά και τόσο εύκολα. Η σκηνή δεν είναι ιδιοκτησία κανενός. Πρέπει να υπάρχει σεβασμός στο χώρο του άλλου. Ο χώρος δεν είναι μόνο το εμβαδόν. Είναι και ο όγκος, ο αέρας. Η μικρή σκηνή όπως και το μικρό σπίτι σε φέρνουν πιο κοντά στον άλλον, τον μυρίζεις, τον ανασαίνεις, τον αισθάνεσαι, τον νιώθεις ακόμα και από το θρόισμα της φόδρας του. Κι όταν είναι η στιγμή του παρτενέρ να λάμψει, εσύ του δίνεις χώρο και ηρεμείς, ησυχάζεις. Και θα έρθει και σένα η στιγμή σου. Ερωτεύσου τον παρτενέρ. Οι καλύτεροι έρωτες γίνονται στα μονά κρεβάτια. Όχι στα υπέρδιπλα.
Ηθοποιός, σκηνοθέτης και συγγραφέας. Ποιόν ρόλο προτιμάς περισσότερο; Τι παίρνεις από τον καθένα ξεχωριστά;
Κάθε ρόλος έχει τη δική του δημιουργία και τη δική του ευχαρίστηση. Και τη δική του μοναξιά και αγωνία. Και τα δικά του δάκρυα. Αν δεν ήμουν ηθοποιός, δε θα έγραφα έτσι. Αν δεν ήμουν συγγραφέας, δε θα έπαιζα έτσι. Όταν γράφω, είμαι και ηθοποιός και σκηνοθέτης. Αναπόφευκτα. Η διαφορά είναι ότι ο ρόλος του συγγραφέα έχει την απόλυτη ανεξαρτησία και την απόλυτη ευθύνη. Και την απόλυτη ελευθερία. Γεννάς από το τίποτα. Από το κενό. Και είναι όλο δικό σου. Το κείμενο είναι δικό σου, κανείς άλλος δεν είναι υπεύθυνος για αυτό. Ενώ ως σκηνοθέτης και ως ηθοποιός εξαρτάσαι. Κι αυτή η εξάρτηση έχει τη δική της ομορφιά και τη δική της διαδικασία δημιουργίας. Η συνεργασία ως σχέση και ως διαδικασία έχει μεγαλείο. Και το θέατρο είναι ομάδα. Είναι οικογένεια. Και οι εκλεκτικές συγγένειες ευλογία.
Μίλησε μου για τη συνεργασία της ομάδας σας με φοιτητές Καλών Τεχνών. Πώς προέκυψε;
Την περασμένη άνοιξη απευθύνθηκα στη Σχολή Καλών Τεχνών και συγκεκριμένα στον καθηγητή Βασίλη Βλασταρά. Του είπα για το έργο και ότι θα ήθελα μαζί με το θεατρικό κείμενο να προκύψει ένα εικαστικό συγκείμενο από νέους φοιτητές ή απόφοιτους της Καλών Τεχνών. Μιλήσαμε με το Βασίλη και βρήκε την ιδέα ενδιαφέρουσα. Ποιο θα μπορούσε να είναι το σχόλιο ενός σύγχρονου φοιτητή της Καλών Τεχνών πάνω στην Αναγέννηση; Τι σημαίνουν για ένα νέο ζωγράφο τα απόντα μάτια του Μοντιλιάνι; Πώς δουλεύουν τα δάχτυλα ενός ζωγράφου κάθε υλικό; Πώς μπορεί να συνδιαλεχθεί μια εικαστική περφόρμανς με μια θεατρική παράσταση;
Το συζητήσαμε με τον Παναγιώτη Παναγόπουλο, το σκηνοθέτη της παράστασης, και αρχίσαμε να ψάχνουμε συνεπή και ταλαντούχα παιδιά. Η έρευνα μάς οδήγησε στο Εργαστήριο Σχεδίου – Ζωγραφικής του Γρηγόρη Κολιζέρα, στην Ασκληπιού. Ο Γρηγόρης ήταν πολύ ανοιχτός στη συνεργασία και βρήκαμε μαζί τα παιδιά που θα συμμετείχαν στη δημιουργία της παράστασης και στην παράσταση την ίδια. Είναι η Δέσποινα Βιλλιώτη και η Εμμέλεια Φιλιπποπούλου, φοιτήτριες της Καλών Τεχνών της Αθήνας, η Άρτεμις Κατσαμπάνη, απόφοιτος της Καλών Τεχνών της Αθήνας, η Άννα Τζώρτζη, απόφοιτος της Καλών Τεχνών της Θεσσαλονίκης -και η μοναδική ζωγράφος της παράστασης που δεν προέρχεται από το Εργαστήριο-, η Μαρίνα Τσιρώνη και η Ελισσάβετ Παπαδημητρίου, σπουδάστριες του Εργαστηρίου του Γρηγόρη Κολιζέρα.
Δύο ιστορίες με τραγικό τέλος. Ποιο ήταν το λάθος των γυναικών αυτών; Αξίζει τελικά να ξεχνάμε τα όνειρα μας και τις επιθυμίες μας για κάποιον άλλον;
Για τίποτα και για κανέναν δεν πρέπει να ξεχνάμε τα όνειρα και τις επιθυμίες μας. Ούτε για τον εραστή μας, ούτε για τον πατέρα μας, ούτε για το παιδί μας. Είναι πρωινά που ξυπνάμε και λέμε «είδα ένα ωραίο όνειρο χθες, αλλά δεν το θυμάμαι». Και στενοχωριόμαστε που δεν το θυμόμαστε. Εκείνο το όνειρο το γλυκό, το μικρό, το φευγαλέο. Φαντάσου όταν ξεχνάμε τα μεγάλα όνειρα, τα χρόνια. Χρόνια μπορεί να είναι και μια νόσος. Μπορείς να αρρωστήσεις από ένα όνειρο ανεκπλήρωτο. Αλλά τα όνειρα είναι η περιουσία μας. Και πρέπει να τα θυμόμαστε όσο αντέχουμε εμείς. Όχι όσο αντέχουν οι άλλοι. Το λάθος της Φορναρίνας και της Ζαν Εμπιτέρν είναι ότι ξέχασαν τη ζωή τους, τον εαυτό τους, τις επιθυμίες τους . Αν μπορεί να μιλήσει κάποιος για λάθος στον έρωτα. Μπορεί κανείς; Έχει το δικαίωμα κανείς να κρίνει τον έρωτα και τους ερωτευμένους; Στον έρωτα επιθυμώ μόνον εκείνον που επιθυμώ. Νοσηρό αλλά υπέροχο.
Τα σχέδια σου για το νέο έτος.
Υπάρχει ένα έργο. Το δεύτερό μου. Να βάλει πλώρη για ν' ανέβει. Αυτή είναι η έγνοια και η επιθυμία μου για το νέο έτος. Και να βρω τη θάλασσά μου. Όχι το λιμάνι μου. Τη θάλασσά μου. Να βρω μια ωραία θάλασσα να κολυμπήσω. Εκεί, γύρω στο καλοκαίρι. Τον Ιούλιο. Μια θάλασσα… Διάφανη, ζεστή, ήρεμη. Να 'μαι κι εγώ ήρεμη να την απολαύσω. Θα είμαι;
«Τα σπλάχνα μου κι η θάλασσα ποτέ δεν ησυχάζουν».
***
Το έργο «Ερωμένες στον Καμβά» θα κυκλοφορήσει σε βιβλίο από τις εκδόσεις SESTINA.
ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
Κείμενο: Σοφία Καψούρου
Σκηνοθεσία: Παναγιώτης Παναγόπουλος
Επιμέλεια κοστουμιών: Δέσποινα Βιλλιώτη, Άρτεμις Κατσαμπάνη
Εικαστική δημιουργία / Εικαστικός χώρος / Εικαστική διάδραση: Δέσποινα Βιλλιώτη, Ελισσάβετ Παπαδημητρίου, Μαρίνα Τσιρώνη, Εμμέλεια Φιλιπποπούλου (συνεργάτες και σπουδαστές του Εργαστηρίου Σχεδίου – Ζωγραφικής για την εισαγωγή στις Ανώτατες Σχολές Καλών Τεχνών Γρηγόρη Κολιζέρα), Άννα Τζώρτζη
Μακιγιάζ φωτογραφίας δελτίου τύπου/αφίσας: Ήρα Μαγαλιού
Φωτογραφίες: Ελευθερία Ευθυμιάτου
Βοηθοί σκηνοθέτη: Χριστίνα Μανουσάκη, Μιχάλης Μουλακάκης
Παίζουν (με αλφαβητική σειρά): Σοφία Καψούρου (Μελαχρινή Ερωμένη, Ζαν Εμπιτέρν)
Ασπασία Κοκόση (Ξανθιά Ερωμένη, Φορναρίνα)
Επικοινωνία: Βασιλική Μαμαλούκου
Εκτέλεση παραγωγής: Mangola Productions
ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ: Κάθε Τρίτη στις 9.00 μ.μ. & Κυριακή στις 8.00 μ.μ.
Στην αμαξοστοιχεία – θέατρο «Το Τρένο στο Ρουφ»
Εισιτήρια: 10€, 8€(Φοιτητικό, Άνω των 65, Πολυτέκνων, Ομαδικό άνω των 10 ατόμων), 5€ (Κάρτα ανεργίας, Ατέλειες)