Εδώ ο Άδικος Κόσμος, εδώ και ο Παράδεισος
Η χτεσινή μέρα με γύρισε χρόνια πίσω, τότε που οι ελληνικές ταινίες έκλεβαν το ενδιαφέρον των φεστιβαλιστών. Με δύο ελληνικές ταινίες στο πρόγραμμα μου το βρίσκω απόλυτα λογικό. Την ίδια στιγμή 504 χλμ νότια του Ολύμπιον ένα κακοπαιγμένο και κακοφορμισμένο θέατρο μικροπολιτικής συνεχίζεται.
Δεν είναι λίγες οι φορές που Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και πολιτική επικαιρότητα συμπίπτουν απίστευτα. Αυτή τη φορά όμως το πράμα ξεπέρασε κάθε προσδοκία!
Δεν με εκπλήσσει η δήλωση του Κ. Γιάνναρη ότι θα ήθελε να είναι περισσότερο ζωγράφος παρά σκηνοθέτης. Η μοίρα πάντως έχει σημειώσει στα τεφτέρια της πως το σινεμά του Γιάνναρη υπήρξε και είναι σημαντικό για όσα βλέπουμε σήμερα στο νέο κύμα του ελληνικού κινηματογράφου. Περιμένα βέβαια ο τιμώμενος δημιουργός να διανθίσει την συνέντευξη τύπου με κάτι πιο πιπεράτο ωστόσο αυτό δεν συνέβη.
Περιμένοντας το βράδυ για τις δύο προβολές του Ολύμπιον, οι προσδοκίες και οι περιγραφές για τις ταινίες του Φίλιππου Τσίτου και του Παναγιώτη Φαφούτη πραγματικά έκαναν τη φαντασία μου να καλπάζει. Ωστόσο για άλλη μια φορά η πραγματικότητα υπήρξε αδιάψευστος μάρτυρας καλών προθέσεων και τίποτα περισσότερο. Αντιθέτως γυρίσαμε χρόνια πίσω μιλώντας για τα συνήθη προβλήματα του ελληνικου κινηματογράφου στο σενάριο και στη σκηνοθεσία.
Ο Άδικος Κόσμος του Φ. Τσίτου ήρθε στη Θεσσαλονίκη με τις περγαμηνές και τις διακρίσεις του Φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν. Περίμενα πως σε αυτή την 3η κατά σειρά ταινία ο σκηνοθέτης θα έχει προχωρήσει σε κάτι πολύ δυναμικό σε ότι αφορά την φιλμική του φαντασία. Η υπόθεση μας μιλάει για έναν αστυνόμο, που βιώνει μια κρίση προσωπική υπαρξιακή σε σχέση με την ηθική και τις επιλογές ζωής που τον έχουν διαμορφώσει. Στην πορεία μπλέκει σε μια ιστορία δολοφονίας, γνωρίζει μια καθαρίστρια, μοιραίο πρόσωπο για την ιστορία.
Filippos Tsitos talks about Unfair World at Exostispress by exostispress
Δεν είναι η πρώτη φορά που κάποιος κινηματογραφιστής μπλέκει σε ένα σενάριο που πραγματεύεται γενικά ζητήματα ηθικής και υπαρξισμού. Ωστόσο και στην συγκεκριμένη περίπτωση η σκηνοθετική αμηχανία είναι έκδηλη για το πως πιάνεις και αφηγήσαι μια τέτοια ιστορία. Στηριζόμενος στους ηθοποιούς του ο Τσίτος ποντάρει σε σίγουρο άλογο και δικαιώνεται. Τόσο ο Αντώνης Καφετζόπουλος, όσο και η Θεοδώρα Τζίμου και ο Χρήστος Στέργιογλου δίνουν απολαυστικές, γεμάτες ερμηνείες. Όμως λείπει το νεύρο, η σπιρτάδα που θα απογείωνε την ταινία σε μια μαγική στιγμή. Αντιθέτως βλέπουμε μουντά κάδρα σιωπής και αμηχανίας. Ο Άδικος κόσμος έχει νατουραλιστικά όμορφη φωτογραφία, ευρωπαϊκή διάθεση (που παραπέμπει σε Καουρισμάκι ή ότι άλλο βορειοευρωπαϊκό θέλετε) αλλά δεν χαρίζει ελληνική ζωντάνια στα αδιέξοδα των ηρώων της.
Αντίστοιχα μεγάλες προσδοκίες υπήρχαν και για τον Παράδεισο του Π. Φαφούτη. Η πρώτη ταινία που εκπροσωπεί την Ελλάδα στο διεθνές διαγωνιστικό δεν δικαίωσε απόλυτα επίσης την αναμονή μας. Σπονδυλωτές ιστορίες ανθρώπων με φόντο το γνωστό σε όλους μας κλίμα του πατρινού καρναβαλιού αναζητώντας τις επιθυμίες τους και τον έρωτα. Μια καθαρά νεανική ταινία, γυρισμένη στην Πάτρα, ο Παράδεισος ξεκινάει με αρκετά θετική διάθεση να ξετυλίγει το κουβάρι της ιστορίας του. Οι ήρωες της ταινίας, άνθρωποι καθημερινοί, καταπιέζουν μονίμως τα θέλω μπροστά στα πρέπει. Κάποιοι άλλοι κρύβουν την ταυτοτητα τους ενώ υπάρχουν και αυτοί που αρνούνται την πραγματικότητα.
Panagiotis Fafoutis ston Exosti mila gia ton Paradiso by exostispress
Παρά τη φρεσκάδα του ο Παράδεισος κρύβει σεναριακά και σκηνοθετικά κάποια παράδοξα στοιχεία, που δείχνουν και εδώ αμηχανία. Ως θεατές ζούμε την αντίφαση οι ήρωες της ταινίας αντί να απελευθερώνουν αυτές τις επιθυμίες τους μέσα σε αυτό το ξέφρενο καρναβαλικό κλίμα τελικά να τις κρύβουν ακόμη περισσότερο μέσα τους. Καμία πραγματική διάθεση να προβοκάρουν ή έστω να τολμήσουν το ανέφικτο. Επιπλέον με εξαίρεση μια από τις πολλές ιστορίες που αφηγήται η ταινία, σχεδόν καμία άλλη δεν φτάνει σε κάποια ιδανική κορύφωση και ολοκλήρωση, τέτοια που θα βοηθήσει σε αυτή την ελευθεριότητα και ελευθερία του πόθου των ηρώων. Μένουν όλοι μετέωροι σε μια κατάσταση εκκρεμότητας, που μάλλον οδηγεί σε αδιέξοδο. Εξαιρετικές οι σκηνές του ατελείωτου πάρτυ, γραφικές οι λήψεις της καρναβαλικής παρέλασης, πολύ καλή η μουσική του G Pal που ντύνει όλα αυτά τα πλάνα με ρυθμό, που σε απογειώνει και κάποια στιγμή θυμίζει το ατέλειωτο clubbing του Human Traffic και του Go. Απολαυστικό το ζεύγάρι Ερρίκου Λίτση και Όλιας Λαζαρίδου, πολύ καλός ο Αντρέας Κωνσταντίνου όπως και η Νατάσα Ζάγκα στην πλερέστερη ίσως ιστορία της ταινίας. Όμως ο σκηνοθέτης δεν φτάνει ποτέ να πάρει το αντικλείδι και να οδηγήσει στον παράδεισο, δηλ. να φανερώσει πραγματικά τις επιθυμίες των ηρώων του.