Και τώρα που οι προσδοκίες όλων μας ικανοποιήθηκαν… τώρα λοιπόν τι κάνουμε; Περιμένουμε σαν άλλοτε, καρτερικά και μοιραία, να δούμε τι μας επιφυλάσσει η νέα κυβέρνηση, ο νέος τεχνοκράτης πρωθυπουργός μας, τα επόμενα μέτρα και τα παλιά μας κουσούρια; Ή δουλεύουμε;
Κι αν επιλέξουμε το δεύτερο, θα δουλέψουμε άραγε σκληρά και παθιασμένα, με φαντασία και ορθολογισμό, αποφασιστικότητα και επινοητικότητα; Ή θα παραμείνουμε πιστοί στην αερολογία και την αμπελοφιλοσοφία, αυτή την τόσο διεστραμμένη παράδοση που μας κληροδότησαν οι ένδοξες προγονικές μας γενιές, αυτές που μεταξύ των άλλων μάς απελευθέρωσαν από τα δεινά της δικτατορίας, μας χώρισαν ξανά σε δεξιούς κι αριστερούς, μας τράβηξαν απ’ τ’ αυτί και μας έβαλαν για τιμωρία να γράψουμε άπειρες φορές τη φράση: «Δεν πιστεύω, Δεν πιστεύω, Δεν πιστεύω»;
Ας επιμείνουμε να αγαπήσουμε αυτή τη χώρα και πάλι από την αρχή, τον δικό μας τόπο, που κατά καιρούς αποκτά μιαν ακαταμάχητη γοητεία, όχι κατά το «We are bold and beautiful» της Καννέλη, αλλά (αν θέλετε) κατά τον μυστικιστικό ερωτισμό που του απέδωσε ο Χένρι Μίλερ στον «Τροπικό του Έρωτα και της Αναρχίας».
Ελπίζω πως ακόμα και σήμερα δε θα άλλαζε ούτε μια λέξη απ’ αυτά που κάποτε είχε γράψει ο ίδιος στον Φ.Ζ. Ταμπλ:
«Σ’ εκείνους που σκέφτονται πως η Ελλάδα πια δεν έχει καμία σημασία, ας μου επιτραπεί να πω ότι δε θα μπορούσαν να κάνουν μεγαλύτερο λάθος. Η σημερινή, όπως και η παλιά Ελλάδα, έχει ύψιστη σημασία για οποιονδήποτε ψάχνει να βρει τον εαυτό του».
Το ελπίζω. Έχω ανάγκη να το ελπίζω.