Μετά την αποτυχημένη μου προσπάθεια να
βρω έναν τίτλο για τη συνομιλία μου με το σκηνοθέτη Δημήτρη Κουτσιαμπασάκο,
σκέφτηκα να επικαλεστώ μια φράση του Λέων Τολστόι, για να με βγάλει από τη
δύσκολη θέση, η οποία πιστεύω θα μπορούσε να πηγάζει και από τον
συνεντευξιαζόμενο. Είτε πρόκειται για μυθοπλασία είτε για ταινία τεκμηρίωσης, ο
σκηνοθέτης αυτός καταφέρνει πάντα να μας εκπλήσσει με την απλότητα και την
ευαισθησία του πάνω σε θέματα που λίγοι τολμούν να επωμιστούν.
Πότε αποφασίσατε να γίνετε σκηνοθέτης και
τι ήταν αυτό που σας ώθησε;
Αυτή δεν είναι τόσο εύκολη ερώτηση… Θυμάμαι
ότι από μικρός μου άρεσε η λογοτεχνία και το γράψιμο. Αρχικά ασχολήθηκα με το θέατρο
και το ερέθισμα μου το έδωσε ο μεγαλύτερος
αδερφός μου που ήταν ηθοποιός σε μια πολύ σημαντική πειραματική θεατρική ομάδα,
την Θεατρική Λέσχη Βόλου. Μετά από μια σύντομη,
αλλά γόνιμη περίοδο σ’ αυτή την ομάδα στράφηκα στον κινηματογράφο. Τελικά
όμως πιστεύω πως έγινα σκηνοθέτης λόγω… της γιαγιάς μου. Είχε το χάρισμα της αφήγησης
και αντί για παραμύθια μου διηγούνταν ιστορίες από την πολυτάραχη ζωή της, τους πολέμους, τους αγώνες για επιβίωση.
Τις άκουγα σα μαγεμένος και ακόμη τις κουβαλάω μέσα μου.
Ποιο γεγονός σας έκανε να βγείτε στο εξωτερικό
για να σπουδάσετε κινηματογράφο;
Στα είκοσι μου ονειρευόμουν να ταξιδέψω,
να γνωρίσω τον κόσμο και να ζήσω σε μια ξένη χώρα. Το γεγονός μιας υποτροφίας από
τον τότε Ελληνοσοβιετικό Σύνδεσμο Φιλίας για σπουδές στο Ινστιτούτο Κινηματογράφου
της Μόσχας (VGIK) ήταν ένα ανέλπιστο δώρο για μένα λόγω του ότι η οικογένεια μου
δεν είχε τη οικονομική δυνατότητα να χρηματοδοτήσει τις σπουδές μου. Έζησα έξι χρόνια στη Μόσχα σε μια ταραχώδη αλλά πολύ ενδιαφέρουσα
περίοδο.
Τι πιστεύετε ότι λείπει από τις σπουδές του
κινηματογράφου στην Ελλάδα;
Νομίζω πως αυτό που λείπει είναι το ουσιαστικό
ενδιαφέρον της πολιτείας για τον κινηματογράφο. Νομίζω πως ποτέ δεν υπήρξε.
Ποια είναι η στάση του κράτους απέναντι στους
νέους δημιουργούς;
Θα εννοείς αυτούς που …έμειναν γιατί
200.000 νέοι (επιστήμονες, αλλά και καλλιτέχνες) μετανάστευσαν από την χώρα μας
τα τελευταία χρόνια. Σ’ αυτούς που έμειναν λοιπόν η στάση του κράτους είναι ούτε
θετική, ούτε αρνητική. Με όλα αυτά που συμβαίνουν απλώς δεν τους λαμβάνει υπόψιν.
Πως βλέπετε το σύγχρονο Ελληνικό κινηματογράφο;
Ο Σύγχρονος Ελληνικός Κινηματογράφος αντεπεξήλθε
σε μια από μια περίοδο κρίσης για την χώρα μας με μια σειρά από ταινίες που εκπροσώπησαν επάξια την χώρα μας στα ξένα φεστιβάλ. Το πως έγινε αυτό είναι απορίας άξιο αν λάβει
κανείς υπόψη ότι είμαστε μια χώρα χωρίς στέρεη κινηματογραφική παράδοση και χωρίς
κινηματογραφική πολιτική.
Με αφορμή τα ολοένα και περισσότερα φεστιβάλ
κινηματογράφου που διοργανώνονται στην πόλη της Θεσσαλονίκης, ποιος είναι ο ρόλος
ενός φεστιβάλ κατά τη γνώμη σας;
Τα φεστιβάλ κινηματογράφου είναι σημαντικά
γιατί φέρνουν σε επαφή το κοινό μια σειρά από αξιόλογες ταινίες που δεν θα έβρισκαν διανομή στο εμπορικό κύκλωμα, διαπαιδαγωγούν,
ενισχύουν την εγχώρια βιομηχανία, εμπλουτίζουν το πολιτιστικό γίγνεσθαι και άλλα
σημαντικά. Βέβαια, ένα φεστιβάλ όμως πρέπει να πληροί κάποιες προϋποθέσεις για να
λειτουργήσουν όλα τα παραπάνω κι όχι να είναι μόνον κατ’ όνομα φεστιβάλ. Προσωπικά
μου αρέσουν πολύ τα φεστιβάλ, μικρά ή μεγάλα.
Εργαστήκατε για κάποιο διάστημα στην τηλεόραση.
Ποια είναι η εμπειρία σας από αυτή τη σχέση και πως βλέπετε την τηλεόραση ως μέσο σήμερα;
Η τηλεόραση στην Ελλάδα δυστυχώς είναι ένας
συντηρητικός θεσμός που υποτιμά το κοινό της, φοβάται να ρισκάρει και επιμένει να λειτουργεί με δοκιμασμένες συνταγές.
Γι’ αυτό δεν έχει ταυτότητα η ελληνική τηλεόραση, είναι ένα νερόβραστο πράγμα που
έχει ανάγκη τα τουρκικά σήριαλ για να προσελκύσει
το ενδιαφέρον του κοινού της . Αναφέρομαι κυρίως στα ιδιωτικά κανάλια. Η κρατική
τηλεόραση είναι μια άλλη, εξίσου επώδυνη, ιστορία.
Τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα με βάση τις
πολιτικές και μη εξελίξεις διανύουμε μια περίοδο ,επιτρέψτε μου να τη χαρακτηρίσω,
εξαιρετικά επώδυνη και ομιχλώδη. Ένας σκηνοθέτης – δημιουργός μπορεί να το παραβλέψει;
Οι κρίση
“ευνοεί” την τέχνη, αυτό είναι δεδομένο. Με την έννοια ότι τα κοινωνικά προβλήματα αντανακλώνται στην τέχνη
και ιδιαίτερα στον κινηματογράφο. Εμβληματικές ελληνικές ταινίες (π.χ ο Δράκος,
η Αναπαράσταση, Το προξενιό της Άννας) έχουν γυριστεί σε πολύ δύσκολες εποχές για
την χώρα μας. Παρ’ όλες τις δυσκολίες ή ίσως
χάρη σ’ αυτές ο καλλιτέχνης σε τέτοιες περιόδους τοποθετείται απέναντι σ’ αυτό που
συμβαίνει, με οποιοδήποτε, πολλές φορές, κόστος…
Έχετε κάποιον αγαπημένο
σκηνοθέτη;
Θα έλεγα πως αντί για αγαπημένους σκηνοθέτες
μάλλον έχω αδυναμία σε κινηματογραφικά ρεύματα. Αγαπώ το Αγγλικό free cinema και τον ιταλικό
νεορεαλισμό. Επίσης μου αρέσει πολύ το ρωσικό σινεμά της δεκαετίας του ’60 (Ιοσελιάνι,
Ταρκόφσκι, Παρατζάνοφ, Μουράτοβα)
Μετά το Μανάβη (2013) και το Ηθοποιοί:
Ημερολόγιο Σπουδής (2014) τι θα περιμένουμε από εσάς;
Βρίσκομαι στο στάδιο της ανάπτυξης μιας ταινίας
μυθοπλασίας με τίτλο “Κοίλα”, ένα κοινωνικό
δράμα που εκτυλίσσεται στην Ελλάδα του σήμερα. Και στο στάδιο των γυρισμάτων μιας ταινίας ντοκιμαντέρ
με τίτλο Σιωπηλός Μάρτυρας, ένα βιογραφικό πορτρέτο της παλιάς φυλακής Τρικάλων.
Αν όλα πάνε καλά το ντοκιμαντέρ θα είναι έτοιμο μέσα στο 2015. Μακάρι να συμβεί
το ίδιο και με την ταινία.