Το Δηλητήριο της Lot Vekemans επέλεξε να μεταφέρει επί σκηνής και η Ρούλα Πατεράκη στην θεατρική σκηνή του Faust στην Αθήνα. Παράλληλα με την παράσταση της Πατεράκη, στην Θεσσαλονίκη ανέβηκε το Δηλητήριο σε σκηνοθεσία Γιάννη Μόσχου, από το ΚΘΒΕ. Το Δηλητήριο μας συστήνεται στην Ελλάδα μέσα από τις δυο αυτές παραστάσεις. Η Lot Vekemans έγραψε το έργο αυτό το 2009. Η παγκόσμια πρώτη του έργου δόθηκε την χρονιά εκείνη στο θέατρο ΝΤGent της Γάνδης, σε σκηνοθεσία Johan Simons. Η παράσταση εντυπωσίασε. Το έργο βραβεύτηκε ως το καλύτερο Ολλανδικό θεατρικό έργο της περιόδου 2009-2010 και η ηθοποιός Εlsie de Brauw κέρδισε το βραβείο καλύτερης ηθοποιού 'Τheo D'Or 2011'. Mετά από αυτή την πρώτη αναγνώριση το έργο συνέχισε να κάνει επιτυχίες. Μέχρι σήμερα (8 χρόνια αργότερα) έχει παρουσιαστεί ''πάνω από είκοσι φορές στην Γερμανία, σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, καθώς και στην Ρωσία, στην Λατινική Αμερική, την Νότια Αφρική, την Κίνα και τις ΗΠΑ''.
Το Δηλητήριο, σύμφωνα με την συγγραφέα ''αφορά τον τρόπο που αντιμετωπίζουμε την απώλεια και τον πόνο. Δεν είναι δεδομένο ότι ο κάθε άνθρωπος μπορεί να διαχειριστεί τον πόνο'. Τι γίνεται όμως αν δεν μπορέσει να τον διαχειριστεί; Η Vekemans μέσα από την ιστορία ενός ζευγαριού που έχασε το παιδί τους, εξετάζει τα επακόλουθα μιας τέτοιας απώλειας. Πως το παραπάνω συμβάν επηρέασε την σχέση τους, αλλά και τον ίδιο τον εαυτό τους. Ο άνδρας κάποια στιγμή αναφέρει ' πρώτα χάσαμε τον εαυτό μας και μετά χάθηκε η σχέση μας'. Βιώνοντας κάτι τόσο τραγικό, μπορεί να χάσεις τον εαυτό σου, πως όμως θα αντιμετωπίσεις μια τέτοια κατάσταση;
Πολύ ενδιαφέρον έργο, κατά την γνώμη μου. Με ζουμί. ''Διαμαντάκι''. Έχει πολλά να ανακαλύψεις. Καθόλου φλύαρο, αντίθετα σε κερδίζει η λιτότητά του. Παρόλο που δεν υπάρχει κάποια έκπληξη κατά την διάρκεια εκτύλιξης της ιστορίας, κρατάει το ενδιαφέρον σου αμείωτο. Δεν έχει ανάγκη από ''κάτι παραπάνω''. Είναι ολοκληρωμένο. Σε καλεί να αναμετρηθείς μαζί του ειλικρινά. Ένας προς έναν.
Η παράσταση που δημιούργησε η Πατεράκη, είχε το κάτι παραπάνω. Έβαλε την πινελιά της προσθέτοντας. Προσθέτοντας στην σκηνική δράση ένα βωβό αινιγματικό πρόσωπο που υπήρχε και παράλληλα με την ιστορία του ζευγαριού, επέμβαινε και έκανε αλλαγές στον χώρο. Αυτό το ον, που το ηχητικό περιβάλλον όταν εμφανιζόταν ενέτεινε το μυστήριο που κουβαλούσε, δημιουργούσε ατμόσφαιρα και μια περίεργη ενέργεια, η οποία όμως δεν χρειαζόταν. Δεν με βοηθούσε να αντιληφθώ το έργο, από την μεριά του θεατή. Περισσότερο με μπέρδευε, με αποσυντόνιζε. Δεν ήξερα που να εστιάσω. Μπήκα στον πειρασμό, να αρχίσω να δικαιολογώ την ύπαρξη του επί σκηνής. Με ''πετούσε έξω΄΄ από την ιστορία του ζευγαριού. Οι ηχητικές παρεμβάσεις του Σουρβάνου ήταν και αυτές θολές και μεγάλης συνολικά διάρκειας. Μπούκωναν την παράσταση. Αντί να ενισχύσουν τις ερμηνείες των ηθοποιών, τις αδυνάτιζαν. Το σκηνικό περιβάλλον, αρκετά κοινότυπο και τετριμμένο. Ο Λάζαρος Γεωργακόπουλος, ηθοποιός που μας έχει συνηθίσει σε δυνατές σκηνικές ερμηνείες κατάφερε να σταθεί στο ύψος του ρόλου, χωρίς να δώσει όμως το κάτι παραπάνω. Η Εύρη Σωφρονιάδου, σε στιγμές κατέφυγε σε κλισέ, η ερμηνεία της έμοιαζε αρκετά επιφανειακή, εκδηλωτική περισσότερο από όσο θα έπρεπε, αδυνάτισε τον ρόλο της, έναν ρόλο με εσωτερικές απαιτήσεις και όχι τόσο δυνατές εξωτερικές εντάσεις, κατά την γνώμη μου. Σε κάποιες στιγμές, δεν φαινόταν να είχαν οι εκρήξεις της, το αντίστοιχο εσωτερικό 'κράτημα'.
Συμπέρασμα: Μια παράσταση φτιαγμένη από καλλιτέχνες με πολλές δυνατότητες, που όμως δεν μπόρεσε εν τέλει να φτάσει στην πλατεία.