γράφει ο Νικήτας Ρουσέτης
Έχει πάντα ενδιαφέρον όταν εμφανίζονται ειδοποιήσεις αναδρομής στα μέσα που χρησιμοποιούμε: από το τι μουσική ακούσαμε μέχρι τι δημοσιεύσαμε πριν από πέντε χρόνια και μάλιστα, ποτέ το πρώτο συναίσθημα δεν θα είναι χαρούμενο. Θα παρατηρήσουμε είτε cringe για την εκάστοτε ανάμνηση είτε μια λύπη συνδεδεμένη με νοσταλγία. Είναι καλό να έχουμε υπόψιν μας, πως αυτό το άτομο υπήρξαμε εμείς, σε μια αναζήτηση ταυτότητας – κάτι που απασχολεί τον σκηνοθέτη Isaac Wang στο «Didi», μια ταινία ωρίμανσης και αναζήτησης ταυτότητας.
Είναι το τελευταίο καλοκαίρι πριν το λύκειο για τον νεαρό Chris (Isaac Wang) και τον βρίσκει σε σύγχυση. Πρέπει να γίνει κούλ για να περάσει στον κόσμο των μεγαλύτερων παιδιών, όμως δεν ξέρει πως. Όσο οι φίλοι του γίνονται πιο κοινωνικοί και δικτυώνονται, εκείνος προσπαθεί να βγάλει ένα ollie με επιτυχία, χωρίς να μπλέξει τα πόδια του. Όσο εκείνοι συναναστρέφονται με κοπέλες, εκείνος βλέπει βιντεάκια για το πως δίνουν το πρώτο φιλί και προσπαθεί να πείσει τη κοπέλα που του αρέσει, πως έχουν τα ίδια ενδιαφέροντα. Όταν προσεγγίσει τα μεγαλύτερα παιδιά, πρέπει να αντιμετωπίσει τους φόβους του και να μεγαλώσει απότομα.
Και αν η κοινωνική ζωή του φαίνεται Γολγοθάς, η οικογένειά του φαντάζει για εκείνον χειρότερη. Η μεγαλύτερη αδερφή του θα φύγει για το πανεπιστήμιο, η μαμά του προσπαθεί να βγάλει πέρα τα πάντα όσο ο πατέρας δουλεύει στο εξωτερικό και η γιαγιά (και πεθερά της μαμάς) συνεισφέρει στο χάος με την οπτική γωνία της γενιάς της. Ο Chris βλέπει στο πρόσωπο της μαμάς του ένα άτομο που δεν κατανοεί τα προβλήματά του, όσο η μαμά του ζωγραφίζει: πίσω από τη δικαιολογία του αθώου χόμπι, ζωγραφίζει την ανεμελιά που θα ήθελε να έχει η οικογένεια της και περιμένει να τη διαλέξουν σε κάποιον διαγωνισμό να παρουσιάσει τη δουλειά της (ή και την ψευδαίσθηση της καλής οικογένειας που αποτυπώνει).
Μέσα σε όλα αυτά, προσπαθεί να βρει την ισορροπία στις διαφορετικές ταυτότητες που του αποδίδονται: Di-Di τον φωνάζει η οικογένειά του και περιμένει από εκείνον να είναι συνεπής μαθητής σαν την αδερφή του, Wang-Wang τον φωνάζουν οι φίλοι του και λένε εφηβικές ρατσιστικές ηλιθιότητες στα diy βίντεο που ανεβάζουν στο YouTube. Χωρίς όμως κάποιο υπερηρωικό δίλημμα να τον βασανίζει, ο νεαρός αιωρείται ανάμεσα στις καταστάσεις και ψάχνει να βρει τον εαυτό του.
To «Didi» στηρίζεται στην γλυκόπικρη αίσθηση της εφηβείας, η οποία πηγαίνει χέρι χέρι με τη νοσταλγία που αναφέραμε στην αρχή. Τοποθετημένη στο μεταίχμιο ανάμεσα σε Generation Z και Millenials, οι περισσότερες αναφορές είναι αρκετά εμφανείς, δεν παύουν όμως να συγκινούν. Ίσως βαρύτερο ρόλο παίζει η κληρονομιά του Spike Jonze και του ευρύτερου πλαισίου footage videos όπως το Jackass, δίνοντας ευκαιρία σε αρκετά νεαρά άτομα να βιντεοσκοπούν (και να πράττουν κυρίως) ηλίθιες και επικίνδυνες για τη ζωή τους πράξεις, κάτι που βρίσκει ένοχο και τον γράφοντα.
Αν για κάτι μπορούμε να ψέξουμε τη ταινία, είναι η αδυναμία να εμβαθύνει συναισθηματικά στα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας. Πλην μερικών ιδιαίτερα δυνατών στιγμών, δεν δίνεται η δυνατότητα να αφουγκραστούμε και την πλευρά της μητέρας, όπως και της αδερφής. Από την άλλη, βρισκόμαστε στη ψυχοσύνθεση ενός εφήβου: τίποτα δεν είναι ξεκάθαρο και κάπως πρέπει να λυθεί αυτό το κουβάρι. Σε ένα πολύ ενδιαφέρον πλαίσιο εφηβικών coming of age ταινιών τοποθετείται και το «Didi», μετά τη θέαση σε οδηγεί ανεπαίσθητα να καλέσεις τη μαμά σου ή έστω να δεις αν μπορείς να συνδεθείς στο 0.facebook.