HomeCinemaΚριτική ταινίαςCaptain America: Civil War | Πώς μια...

Captain America: Civil War | Πώς μια σκεπτόμενη super hero movie θα έπρεπε να είναι.

Σκηνοθεσία: Anthony Russo, Joe Russo

Ηθοποιοί: Chris Evans, Robert Downey Jr., Scarlett Johansson, Don Cheadle

Οι αδερφοί Ρούσο αναζωπυρώνουν την αξία των σίκουελ κινηματογραφώντας μια super hero συνθήκη των Βερσαλλιών, και προσδίδοντας την απαραίτητη λεπτομέρεια και βάθος σχεδόν σε ολόκληρο το πολυπληθές καστ προσφέρουν τελικά ένα δημιούργημα που σίγουρα καταφέρνει να ξεχωρίσει μέσα στο action πλήθος.

Φαίνεται να βρέθηκε επιτέλους εκείνη η ταινία, γύρω από το συνεχόμενα διαστελλόμενο σύμπαν των διάφορων υπέρ ηρώων (έχουν ήδη προγραμματιστεί 33(!) φιλμ από τώρα έως το 2020), που αποφασίζει να γίνει έστω και λίγο αυτο-κριτική, επισκιάζοντας τη φαινομενική τελειότητα των πρωταγωνιστών της με τις ψυχολογικές αδυναμίες που γεννιούνται μέσω της απόδοσης ηθικών ευθυνών, σε εκείνες τις περιπτώσεις όπου οι παράπλευρες απώλειες υπερβαίνουν τις ζωές που σώζονται. Χρησιμοποιώντας την κινηματογραφική της μεταγνώση, αλλά και αποτυπώνοντας ίσως σκόπιμα την επικαιρότητα της μεγάλης οθόνης, αναρωτιέται πώς μπορεί ένας απλός άνθρωπος να προφυλαχτεί από τις όποιες υπέρ δυνάμεις και αν αυτές τελικά αποτελούν μέρος του προβλήματος και όχι απόπειρα λύσης του. Είναι σίγουρα βέβαιο ότι, ακόμη κι αν δεν υπήρχαν οι παραφουσκωμένοι hi-tech σωτήρες της ανθρωπότητας, ο κόσμος θα μετατρεπόταν σε ένα ατέλειωτο πεδίο μάχης; Θα σαρώνονταν ολόκληρες πόλεις στο πέρασμα των ηρωικών επεμβάσεων των εξελιγμένων ανθρώπων με τα παράξενα κοστούμια; Και τελικά, η πολιτική αντιμετώπιση και η διπλωματία έχουν θέση μέσα σε μια καταιγιστικής δράσης super hero πραγματικότητα;

Κάνοντας χρήση μιας πολύ έξυπνης και αποδοτικής κεντρικής σεναριακής ιδέας γεμάτης ιδιοφυείς προεκτάσεις, το σκηνοθετικό δίδυμο των αδελφών Ρούσο (δημιουργοί και του απρόσμενα αποδοτικού Captain America 2: Ο Στρατιώτης του Χειμώνα) στήνουν μια μεθοδική αφήγηση βασισμένη σε ανατροπές. Το θέμα της προδοσίας και του διπλού παιχνιδιού αντηχεί σε ολόκληρο το -ίσως πιο άρτιο από ποτέ- σενάριο του Marvel σύμπαντος. Ακόμη περισσότερη εντύπωση ωστόσο, προκαλεί το γεγονός ότι το φιλμ μοιάζει πραγματικά αφοσιωμένο στα ερωτήματα που θέτει. Ηρωισμός και αυτόκλητη τιμωρία, ελευθερία και υπευθυνότητα, συγκρούονται διαρκώς και με σφοδρότητα (όχι μόνο σωματική αλλά και ψυχική) διαποτίζοντας τα παράλληλα αλλά ομόκεντρα σύμπαντα των αξιοπρεπέστατα αναπτυγμένων χαρακτήρων των υπέρ ηρώων. Προφανώς, οι βασικοί πρωταγωνιστές και κύριοι εκφραστές των αντικρουόμενων απόψεων για αποϊδιωτικοποίηση και κρατικό έλεγχο των Avengers ύστερα από συνεχόμενες αποτυχημένες επιχειρήσεις είναι δύο, και το κοντράστ εστιάζεται επάνω τους, παρότι η ταινία φέρει στον τίτλο της μόνο τον ένα από αυτούς. Όμως, πολύ εύστροφα οι σκηνοθέτες ισοσταθμίζουν την εκάστοτε στάση των ηρώων οντάς τελικά αδύνατο να εξηγήσεις την επιλογή στρατόπεδου βασισμένος σε φυλετικά ή ακόμη και κοινωνικά κριτήρια. Ο καθένας τους στηρίζεται τελικά στις προσωποκεντρικές και πολλές φορές στρεβλωμένες ιδέες γύρω από την απόδοση δικαιοσύνης, των ευθυνών και της προστασίας των αδυνάτων.

Η δράση κλιμακώνεται, όπως είναι κατανοητό, στην μεγάλη αναμέτρηση των δύο μάλλον ισάξια ευγενών παρατάξεων, στον επιμελώς ασφαλή χώρο του αεροδρομίου της Λειψίας. Εκεί, η θεαματική πλανοθεσία του Τεντ Όπαλοχ ξεδιπλώνει όλη της την ευφυΐα καθώς όλοι οι σούπερ ήρωες χρησιμοποιούν ο καθένας με τον δικό του τρόπο τις ιδιαιτερότητες τους, μέσα σε ένα ευφάνταστο παραλήρημα από κατ, παράλληλο μπαντάρισμα και σχεδόν αδύνατες κινήσεις της κάμερας, με τις τελευταίες προσθήκες, τον Black Panther/ Τσάντγουικ Μπόσμαν που συστήνεται στο κοινό για πρώτη φορά, τον Ant-Man του Πολ Ρουντ αλλά κυρίως τον νέο Spiderman του Τομ Χόλλαντ, να κλέβουν την παράσταση (ο τελευταίος ακόμη περισσότερο στην αλληλουχία της στρατολόγησής του από τον Τόνι Σταρκ/Iron Man). Περιττό να αναφερθεί κάνεις στα ειδικά εφέ που βάζουν πραγματικά πολύ ψηλά τον πήχη, οντάς όμως αυτή τη φορά πλαισιωμένα από ένα σενάριο γεμάτο ζωντάνια, συνοχή και ενότητα που καταφέρνει να κρύψει αρκετά καλά τις γνωστές παθογένειες του είδους, όπως και την σχετική έλλειψη ερμηνευτικού ειδικού βάρους από τον Κρις Εβανς.

Το Civil War μάλλον συνοψίζει πώς μια σκεπτόμενη super hero movie θα έπρεπε να είναι. Δείχνει ξεκάθαρα η πιο ώριμη και ουσιώδης ταινία της σειράς, βυθιζόμενη διαρκώς στα αφηγηματικά βάθη της ίδιας της της ιστορίας. Ο πόνος της απώλειας μοιάζει να κυλά βαθύτερα (κάτι που μόνο ο Νόλαν με τον Σκοτεινό Ιππότη του κατάφερε να αποδώσει) και οι ανθρώπινες σχέσεις, βασισμένες όχι μόνο στον αμοιβαίο στόχο ή καθήκον, καθρεφτίζονται πιο στέρεα και αποτελεσματικά. Η ιστορία κατορθώνει να διχάσει δίχως να παίρνει ξεκάθαρα θέση (παρότι η αλήθεια είναι ότι γέρνει ελαφρώς προς μία κατεύθυνση) και τελικά δύσκολα περιμένει κάνεις να βρει τον απόλυτο νικητή ή χαμένο. Ο δε κακός του φιλμ (ερμηνευμένος με ανησυχητική λεπτότητα από τον Ντάνιελ Μπρουλ) παρότι χρησιμοποιείται ολοκάθαρα ως εργαλείο προώθησης της πλοκής, εντούτοις κάνει χρήση του πιο απλού άλλα ταυτόχρονα και πιο επιδέξιου σχεδίου εξόντωσης, βασισμένο ακριβώς πάνω στα ίδια κίνητρα που ρυθμίζουν τους επισφαλείς συσχετισμούς ολόκληρης της ταινίας. Νιώθοντας μια μικρή έστω απογοήτευση για το καθησυχαστικό φινάλε, το οποίο μοιάζει να συνθηκολογεί ανάμεσα στο ελευθεριακό δικαίωμα και την κοινοβουλευτική δημοκρατία, συμπεραίνεις ότι η ταινία χειρίζεται με τον καλύτερο τρόπο μια από τις ίδιες της τις ατάκες: Συμβιβάσου οπού μπορείς. Αλλά όπου δεν μπορείς μην το κάνεις.


H ταινία προβάλλεται στη Θεσσαλονίκη στους εξής κινηματογράφους: Cineplexx One Salonica, Odeon Πλατεία, Ster Cinemas Μακεδονία, Village Mediterranean Cosmos,

Related stories