Συνάντηση με τον βραβευμένο συνθέτη του “Τανγκό των Χριστουγέννων”
Έχοντας ήδη μια πολύχρονη διαδρομή ως κινηματογραφικός και θεατρικός συνθέτης ο Γιάννος Αιόλου μοιράζεται τον χρόνο του μεταξύ Αθήνας και Θεσσαλονίκης. Η μουσική που συνέθεσε για το “Τανγκό των Χριστουγέννων” του Νίκου Κουτελιδάκη κέρδισε πριν μερικές μέρες το βραβείο καλύτερης μουσικής από την Ακαδημία Ελληνικού Κινηματογράφου και αποτελεί χωρίς αμφιβολία το ελληνικό soundtrack της χρονιάς. Ο “Εξώστης” συνάντησε τον Γιάννο Αιόλου για να μάθει κάποια από τα μυστικά της περιπέτεια μιας κινηματογραφικής μουσικής που αγαπήσαμε.
Την περασμένη εβδομάδα κερδίσατε το βραβείο μουσικής για το “Τανγκό των Χριστουγέννων”. Πως σκέφτεστε πλέον αυτή την σχέση σας με την ταινία και το βραβείο που σας απονεμήθηκε?
Όταν μου προτάθηκε να αναλάβω τη μουσική σύνθεση της ταινίας ήμουν διπλά ενθουσιασμένος κυρίως επειδή υπήρχε ένα μουσικό concept ουσιαστικά. Κι αυτό γιατί ο Γ. Ξανθούλης (σ.σ. Ο συγγραφέας του “Τανγκού των Χριστουγέννων”) είχε επιλέξει το τανγκό μέσα στο βιβλίο του σαν ένα όχημα για να περιγράψει την ιστορία του. Η αλήθεια είναι ότι το τανγκό σαν φόρμα μπορεί να ακουστεί σαν ένα ξεπερασμένο ρετρό. Και είναι έντονα ταυτισμένο με την λατινοαμερικάνικη μουσική γεωγραφία και μια σειρά απο εξαιρετικούς μαέστρους. Υπάρχει πλέον και μια νέα τάση μιας νέας ανάδειξης αυτής της παράδοσης από τους ίδιους τους Αργεντίνους. Απο την άλλη μεριά η φόρμα του τάνγκο, αν την δεις πιο ελεύθερα, μπορεί να σε οδηγήσει κάπου αλλού.
Παρ' όλα αυτά η μουσική σας γεμίζει σχεδόν όλο το “Τανγκό των Χριστουγέννων” σε βαθμό που στην συγκεκριμένη ταινία να είναι ένας απο τους πρωταγωνιστές της ιστορίας.
Αυτό πρόεκυψε στην πορεία της συνεργασίας μας με τον σκηνοθέτη της ταινίας, τον Νίκο Κουτελιδάκη. Είναι σημαντικό ο σκηνοθέτης που συνεργάζεσαι να είναι ανοιχτός σε ιδέες και προτάσεις. Βρίσκω πολύ άχαρο και δύσκολο το στάδιο που η ταινία βρίσκεται λίγο πριν και μέσα στο μοντάζ. Εκεί χτίζεται ουσιαστικά αυτό που βλέπει ο θεατής και εκεί υπάρχουν και οι απαιτήσεις πάνω στον συνθέτη γιατί όλοι περιμένουν την δική του θέση πάνω στο έργο. Και μην ξεχνάμε τη σημασία του χρόνου, δηλ. που τοποθετείς την μελωδία σου για να χτισεις την ιδανική ατμόσφαιρα.
Από τη μια ήσασταν απαλλαγμένος από τον σαρκασμό του συγγραφέα – γιατί το βιβλίο έχει ένα έντονο σαρκαστικό ύφος – αλλά οφείλατε να στηρίξετε την επιλογή που γίνεται στο σενάριο. Με ύφος μελαγχολικό, ερωτικό, συναισθηματικό.
Δεν είναι τόσο ερωτικό το θέμα της ταινίας. Μιλάει για ανθρώπους που είναι τσακισμένοι, ζουν σε ένα περιοριστικό καθεστώς, σε μια άκρη, ένα σύνορο της χώρας. Ο έρωτας αποτελεί μια αχτίδα φωτός, ένα υπονοούμενο, μια αφορμή για την διέξοδο δύο εκ των βασικών ηρώων. Και αυτό έπρεπε να εξυπηρετήσω μουσικά. Νιώθω πως είχα μια παλέτα που προσφέρει πολλά διαφορετικά χρώματα στον συνθέτη. Και αν προσθέσετε και το τάνγκο καταλαβαίνετε πόσο διευκόλυνε την προσοχή μας σε αυτά τα αδιέξοδα των ηρώων.
Στο σύνολο της εργασίας σας μουσικά απολαμβάνετε την χρήση και την λειτουργία μιας συμφωνικής ορχήστρας.
Είμαι της λογικής ότι ο κινηματογράφος είναι ένα είδος με φοβερές ελευθερίες για τον συνθέτη. Μόνο ένα συμφωνικό σύνολο μπορεί να εκφράσει την ρευστότητα και τον εσωτερικό κόσμο του συνθέτη σε σχέση με τα όσα δέχεται απο τις εικόνες μιας ταινίας. Το να πάρεις την Μισιρλού και να τη άλεις στο “Pulp Fiction” δίνει ένα ωραίο θέαμα αλλά δεν προσθέτει κάτι παραπάνω. Μια συμφωνική ορχήστρα εξυπηρετεί πολλά περισσότερα πράματα. Βέβαια η συμφωνική του Τζον Γουίλιαμς με αυτή του Μαικλ Ναϊμαν είναι τελείως διαφορετικές μεταξύ τους.
Παρατηρούμε όμως στον ελληνικό κινηματογράφο μια απόσταση νέων κυρίως σκηνοθετών από την κινηματογραφική μουσική.
Ίσως γιατί υπάρχει μια έλλειψη παιδείας και αυτό δεν το λέω με κακό τρόπο. Πολλές φορές το να ανακαλύπτεις κάποια πραματα μόνος σου προσφέρει ωραία αποτελέσματα. Όμως είναι κακό κάθε γενιά να προσπαθεί να ανακαλύψει και πάλι τον τροχό λες και είμαστε στην αρχή. Αυτό οφείλεται στην ελλειψη μιας σχολής δηλ. έλλειψη διαδοχής και ακολουθίας από γενιά σε γενιά, στοιχείο που απο μόνο του λειτουργεί ευεργετικά για την συνέχεια και την ιστορία. Η ανασφάλεια που μπορεί να νιώθουν κάποιοι κινηματογραφιστές για μέσα που δεν ελέγχουν λειτουργεί επίσης καταλυτικά σε αυτό. Είναι σημαντικό να υπάρχει ένας διάλογος ώστε ο καθένας σαν μέρος μιας ομάδας να προσφέρει. Γιατί ο κινηματογράφος είναι μια εμπειρία.