Κωμωδία, 2011, ΗΠΑ, 91 λεπτά
Σκηνοθεσία: Ντένις Ντάγκαν
Παίζουν: Άνταμ Σάντλερ, Αλ Πατσίνο, Κέιτι Χολμς
Διαφημιστής φτάνει σε κατάσταση νευρικού κλονισμού, όταν η αδερφή του, που τον επισκέπτεται για μια εβδομάδα με αφορμή την Ημέρα των Ευχαριστιών, αποφασίζει να μείνει μαζί του έως την Πρωτοχρονιά.
Ο Αλ Πατσίνο δεν υπήρξε ποτέ του αστείος. Τις ελάχιστες φορές που προσπάθησε στο παρελθόν να υποδυθεί ρόλο με κωμική χροιά, έπιασε χαμηλή απόδοση. Στο Jackand Jill όμως βγάζει αβίαστο γέλιο. Υποδύεται μια εγωκεντρική εκδοχή του εαυτού του, παίζει με την εικόνα του σοβαρού καλλιτέχνη, του αυστηρά προσηλωμένου ηθοποιού της Μεθόδου και το απολαμβάνει. Δοκιμάζει ακόμα και να ραπάρει. Θεωρείται κορυφαια η σκηνή που προσπαθεί να περάσει απαρατήρητος στις καρέκλες των επισήμων του Staples Center (το γήπεδο των Λος ‘Αντζελες Λέικερς), δίπλα στον Τζόνι Ντεπ, ο οποίος, σημειωτέον, φορά μπλουζάκι Τζάστιν Μπίμπερ.
Αν υποκριθούμε ότι στον θεματικό πυρήνα του Jack and Jill βρίσκεται η εικόνα του Αλ Πατσίνο και αγνοήσουμε τις σκηνές που δεν εμφανίζεται, τότε έχουμε μια ενδιαφέρουσα μεταμοντέρνα κωμωδία. Ο Πατσίνο όμως εμφανίζεται μόνο στο 1/5 του φιλμ. Και δυστυχώς τα υπόλοιπα 4/5 είναι ανυπόφορα. Στηρίζονται σε ένα μοναδικό κωμικό (;) εύρημα. Ότι η Τζιλ, η ευτραφής, φωνακλού και άκρως εκνευριστική εβραιοπούλα με την παθολογική αγάπη για τον αδερφό της, είναι στην πραγματικότητα ο Άνταμ Σάντλερ ντυμένος με φουστάνια. Ξεκαρδιστικό.
Τουλάχιστον οι δημιουργοί της ταινίας δείχνουν ότι διαθέτουν αυτογνωσία.
Στο φινάλε βάζουν τον Αλ Πατσίνο να απειλεί τον Τζακ (δηλ. τον Άνταμ Σάντλερ χωρίς φουστάνια) να κάψει όλες τις κόπιες του διαφημιστικού, που γύρισαν. Φράση που προφανώς αναφέρεται σε ολόκληρο το φιλμ. Οι πρακτικές αυτές παραπέμπουν σε εποχές Ιεράς Εξέτασης. Σε μια εκπολιτισμένη και ευνομούμενη κοινωνία, όπως η σημερινή, είναι αδιανόητο να εξαναγκαστούν να προχωρήσουν σε μια τόσο δραστική λύση. Ας κάψουν απλώς οποιαδήποτε σεκάνς δεν ευλογεί ο σπουδαίος ηθοποιός με την παρουσία του.