(Snow White and the Huntsman)
Φαντασίας, 2012, ΗΠΑ, 127 λεπτά
Σκηνοθεσία: Ρούπερτ Σάντερς
Παίζουν: Κρίστεν Στιούαρτ, Σαρλίζ Θέρον, Κρις Χέμσγουορθ
Η Βασίλισσα Ραβένα μαγεύει με την ομορφιά της τον Βασιλιά και τον σκοτώνει στην πρώτη νύχτα του γάμου τους. Για να διατηρήσει αιώνια την ομορφιά και τη δύναμή της , χρειάζεται μια αγνή καρδιά σαν αυτή της Χιονάτης που βρίσκεται φυλακισμένη μέσα στο βασιλικό κάστρο. Όταν η Χιονάτη δραπετεύσει, η Ραβένα στέλνει έναν κυνηγό, τον Έρικ, για να τη βρει, όμως αυτός μαγεύεται από την ομορφιά της και μένει δίπλα της, μαζί με τους χωρικούς αλλά και τους νάνους, στην προσπάθεια να επανακτήσουν το βασίλειο.
Οι δυο Χιονάτες που κυκλοφόρησαν με διαφορά λίγων μηνών, διαχώρισαν από το ξεκίνημα της παραγωγής τους, τις θέσεις που είχαν γύρω από το μύθο, με αποτέλεσμα το μόνο κοινό που έχουν να είναι τελικά τα ονόματα των βασικών ηρώων του κλασικού παραμυθιού των Γκριμ. Η ελαφριά, πολύχρωμη και με κλεισίματα του ματιού προς το κιτς, εκδοχή του Τάρσεμ Σίνγκ του Καθρέφτη, Καθρεφτάκι μου δίνει τη σειρά της στην επική, πολεμοχαρή και πιο σοβαροφανή Χιονάτη του Σάντερς, που είναι πολύ πιο κοντά στα σύγχρονα κινηματογραφικά παραμύθια που εμφανίζονται οι πρωταγωνιστές Στιούαρτ και Χέμσγουορθ. Η ιστορία μοιάζει να έχει βγει από κάποια μυθολογία και σίγουρα όχι από κάποιο παιδικό παραμύθι. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να στοχεύει περισσότερο στην αποτύπωση του ηρωισμού, τη σκληρότητα των μαχών και την ανάγκη της ύπαρξης ηγετών. Άλλωστε το στοίχημα της Χιονάτης εδώ δεν είναι να αλλάξει τρόπο σκέψης στους επτά νάνους, αλλά να βγάλει προς τα έξω τις ηγετικές της ικανότητες και να οδηγήσει έναν εξαθλιωμένο λαό στην επανάσταση με την μετατροπή της από γλυκιά και αγνή ύπαρξη σε ικανή αρχηγό και πολεμίστρια.
Αυτή η ενηλικιωμένη εκδοχή μπορεί να είναι κομμένη και ραμμένη στους young adults στους οποίους απευθύνονται αντίστοιχα φιλμ σήμερα, κοιτάζει όμως αρκετά προσεκτικά την ύπαρξη του καλού και του κακού, και πως αυτά καθρεπτίζονται πάνω στους χαρακτήρες. Η “κακιά” βασίλισσα Ραβένα για παράδειγμα με τις φράσεις της αλλά και κάποια flashback δείχνει περισσότερο προς ένα χαρακτήρα που υπέκυψε στο μίσος αλλά και τα αγαθά που της προσέφεραν συγκεκριμένες μαγικές δυνάμεις, παρά ως μια προαιώνια και αναίτια κακιά. Πίσω από τη Χιονάτη, τον Κυνηγό και τους βοηθητικούς χαρακτήρες υπάρχει μια προσπάθεια εξήγησης των χαρακτηριστικών τους, όλοι μοιάζουν σαν πιόνια όπου ένα γεγονός στο παρελθόν τους οδήγησε να πιστέψουν στη δύναμη του καλού ή του κακού. Βέβαια αυτές οι λεπτομέρειες, όση γοητεία και αν ασκούν, δεν παύουν να μένουν λεπτομέρειες ως το τέλος το φιλμ, ως επί το πλείστον διάσπαρτες ανάμεσα στην επική σημειολογία της ιστορίας.
Κατά τ’άλλα, η επίσκεψη της Χιονάτης στο Άδυτο είναι μια απολαυστική ταινία μέσα στην ταινία, με εφέ που φτιάχνουν έναν επίγειο παράδεισο που δε χορταίνει να βλέπει το μάτι σου. Στο κομμάτι αυτό, όπως και στην περιπλάνηση της Χιονάτης στο Σκοτεινό Δάσος, δεσπόζει το κοφτερό μοντάζ, με επιλεγμένα κοντινά πάνω στη Στιούαρτ, η οποία έχει και τις ομορφότερες στιγμές της, πριν μετατραπεί σε πολεμίστρια. Όση ομορφιά και αν διαθέτει πάντως, το καθρεφτάκι της Ραβένα κάπου σφάλει. Κια αυτό γιατί η εξωπραγματικά σαγηνευτική Σαρλίζ Θέρον δεν έχει αντίπαλο.