Η
ΔΙΑΣΤΡΟΦΗ ΤΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ
Edith Wharton, Η διαστροφή της ανάγνωσης, μτφ. Ευαγγελία Ανδριτσάνου, εκδ. Άγρα
Οι ηδονές
της ανάγνωσης είναι τόσες όσοι κι οι
αναγνώστες, όσα και τα βιβλία, όσοι και
οι τόποι και οι στιγμές της ανάγνωσης.
Η ηδονή του να διαβάζεις βιβλία που
μιλάνε για το βιβλίο ή για την πράξη της
ανάγνωσης θεωρείται από πολλούς μία
από τις μεγαλύτερες που επιτρέπεται να
δοκιμάσει ένας αναγνώστης. «Η διαστροφή
της ανάγνωσης» της Ήντιθ Ουώρτον είναι
ένα τέτοιο βιβλίο. Η αμερικανίδα
συγγραφέας (1862-1937) υπήρξε, μεταξύ άλλων,
φανατική αναγνώστρια, επιτυχημένη
μυθιστοριογράφος και αγαπητή φίλη του
μεγάλου «δασκάλου» Χένρι Τζέιμς.
Εμφανίζεται λοιπόν καλά εφοδιασμένη
για το έργο με το οποίο καταπιάνεται:
τη συγγραφή ενός δοκιμίου, στο οποίο
διακρίνει και συγκρίνει δύο τύπους
αναγνωστών, που σημαίνει δύο τρόπους
ανάγνωσης.
Υπάρχει
απ’ τη μία ο γεννημένος και επαρκής
αναγνώστης, εκείνος που διαβάζοντας
δεν επιτελεί μια μηχανική πράξη και δεν
μένει ανεπηρέαστος από τα αναγνώσματά
του, αλλά προβαίνει κάθε φορά σε μια
ενεργητική ανταλλαγή σκέψεων με τον
συγγραφέα, η οποία έχει ως αποτέλεσμα
τη μεταβολή της σκέψης του (ακόμα και
την αλλαγή της ίδια του της ζωής, θα
λέγαμε, σε κάποιες περιπτώσεις). Ο
γεννημένος αναγνώστης είναι εκείνος
για τον οποίο η έλλειψη χρόνου για
διάβασμα είναι μια κατάρα άγνωστη, καθώς
«το διάβασμα αποτελεί ένα συνεχές
υπόγειο ρεύμα που διατρέχει όλες τις
άλλες του ασχολίες». Είναι εκείνος ο
αναγνώστης για τον οποίο, και χάρη στον
οποίο, γράφονται τα καλύτερα βιβλία και
συνομιλούν, μες στο μυαλό του, το ένα με
το άλλο.
Ο μηχανικός
αναγνώστης, από την άλλη, στον οποίο
κυρίως αναφέρεται «Η διαστροφή της
ανάγνωσης», είναι εκείνος που διαβάζει,
από αίσθηση κάποιου ιδιότυπου καθήκοντος,
κάθε βιβλίο που κυκλοφορεί και συζητιέται
ή απλώς πουλάει αρκετά αντίτυπα· είναι
ο καταναλωτής βιβλίων που υπολογίζει
το κατόρθωμά του με τον αριθμό των
σελίδων που έχει προσπελάσει· είναι
εκείνος που «δυσπιστεί και αντιπαθεί
εκ φύσεως κάθε βιβλίο που δεν καταλαβαίνει»,
εκείνος που αγνοεί πως –ήδη από την
εποχή του Ηράκλειτου– η πολυμάθεια δεν
είναι κουλτούρα. Ο μηχανικός αναγνώστης
αποτελεί, καθώς μας εξηγεί η Ήντιθ
Ουώρτον, απειλή για τη λογοτεχνία, καθώς
επιβραβεύει με τις αγοραστικές του
συνήθειες και τις «κριτικές» του
παρεμβάσεις αυτούς τους συγγραφείς και
αυτά τα βιβλία που «δεν απαιτούν άλλη
προσπάθεια πέρα από το γύρισμα των
σελίδων και τη χρήση των ματιών μας, σαν
να πατάμε ένα κουμπί ή να ρίχνουμε κέρμα
σε αυτόματο μηχάνημα». Κι η ανάγνωση
–το γνωρίζουμε καλά εμείς– είναι πολύ
σοβαρή υπόθεση για να την αφήσουμε σε
αυτούς τους αναγνώστες.
Χαράλαμπος
Γιαννακόπουλος
ΓΙΑ ΤΙ
ΠΡΑΓΜΑ ΜΙΛΑΜΕ, ΟΤΑΝ ΜΙΛΑΜΕ ΓΙΑ ΤΟΝ
ΜΟΥΡΑΚΑΜΙ;
Μια
εκδοχή στο όριο της διακειμενικότητας·
ποιος γνωρίζει τι θα μπορούσε να
συντελεστεί;
Αν ο
Τένγκο του «1Q84», συναντούσε τον Τόρου
του «Κουρδιστού Πουλιού», στον πάτο
ενός πηγαδιού, τι ακριβώς θα συζητούσαν;
Θα είχαν τη δυνατότητα να βγουν από κει
μέσα; Και αν ναι, θα περνούσαν από το
τζαζ μπαρ του Χατζίμε («Νότια των συνόρων,
δυτικά του ήλιου») για να πιούν ένα γύρο
μπίρες με μπέρμπον; Σ’ αυτό το συγκριτικό
παιχνίδι δεν υπάρχουν απαντήσεις. Ο
ίδιος ο Μουρακάμι λατρεύει τα μυστήρια
και τις ερωτήσεις· σπάνια τις καταφάσεις.
Οι ήρωες
του δαιμόνιου Ιάπωνα είναι σαν αερικά
που σφηνώνουν μέσα σε μια ακίδα
πραγματικότητας. Ή σαν λογοκρατούμενες
νησίδες που βρέχονται από παράλογα
νερά.
Με
εξαίρεση το pop – hit του Μουρακάμι (βλ.
«Νορβηγικό Δάσος»), του οποίου οι
διακυμάνσεις είναι ρυθμισμένες από
έναν ρεαλιστικό τόνο, σε όλα τα υπόλοιπα
μυθιστορήματά του, μπορούν –δυνητικά–
να συμβούν τα πάντα. Το παράξενο είναι
τούτο: όντως συμβαίνουν.
Όπως και
να ‘χει ο Μουρακάμι είναι ένας φετιχιστής
των προτάσεων (αξεπέραστος, sentence by
sentence, συγγραφέας), της παραδοξολογίας,
της κατασκευής νοηματικών εντάσεων (ας
είναι καλά ο Τσάντλερ τον οποίο και έχει
ξεκοκαλίσει), της ελευθεριότητας στη
σκέψη (κι ας μη φοβάται την εκτεταμένη
χρήση των λογοτεχνικών κλισέ), εντέλει
μια αφηγηματική… υπερταχεία. Το ζητούμενο
είναι να ακολουθήσεις τον φρενήρη ρυθμό
του. Γράφει, όπως τρέχει και ως γνωστόν
είναι μέγας λάτρης του τρεξίματος. Αν
προσπαθήσεις να τον ακολουθήσεις
ασθμαίνοντας, τότε θα κλατάρεις. Όχι
τόσο εξαιτίας της έκτασης πολλών βιβλίων
του (κλασικά «τούβλα»), αλλά διότι η
οριακή ροή του κειμένου θα σε αφήσει
απροστάτευτο. Ξεκινώντας ένα μυθιστόρημα
του Μουρακάμι, οφείλεις εκ προοιμίου
να «υπογράψεις» μια σύμβαση εξαρτημένης
αναχώρησης από την πραγματικότητα.
Διονύσης
Μαρίνος
Bookstand.gr
– Περιοδικό για το βιβλίο και την
ανάγνωση