Ο «Εξώστης» συνομιλεί με 10 Έλληνες μπλόγκερ βιβλίου. Σήμερα, ο Βασίλειος Δρόλιας.
Ιστορικό και ταυτότητα
Ξεκίνησα να γράφω στο Ίντερνετ για τα βιβλία που διάβαζα το 1996. Ήταν στο πλαίσιο ενός προσωπικού/επαγγελματικού σάιτ που κρατούσα τότε και όλα γινόταν σε hard core HTML. 15 περίπου χρόνια μετά, ύστερα από δυο αλλαγές χώρας, μια στρατιωτική θητεία και δυο εγκαταλείψεις σχετικών ιστολογίων, κατέληξα στο ficciones κάπου στο 2005, το οποίο και ενημερώνεται κατά τακτά χρονικά διαστήματα (δηλαδή όποτε μου καπνίσει). Για μένα λειτουργεί καθαρά σαν ένα ημερολόγιο ανάγνωσης και ανατρέχω πολλές φορές σε παλιότερα ποστ μόνο και μόνο για να θυμηθώ λεπτομέρειες για κάποιο βιβλίο που διάβασα παλιότερα. Θεωρώ όμως πως το ficciones δεν είναι βιβλιολόγιο κριτικής βιβλίου. Είναι καθαρά προσωπικές σκέψεις, ιδέες και συνειρμοί που μου προκαλούνται με την ανάγνωση του βιβλίου με καθαρά υποκειμενικό τρόπο. Ακριβώς γι’ αυτό το λόγο δεν ασχολούμαι ποτέ στα κείμενα που γράφω με την πλοκή του βιβλίου, την οποία αφήνω να ανακαλύψει μόνος του ο μελλοντικός αναγνώστης που έπεσε —τυχαία ή όχι— πάνω στο κείμενό μου.
Βιβλία!
O Philip Larkin λέει πως «Books are a load of crap» και με ειρωνικό τρόπο το έχω βάλει αυτό σαν προμετωπίδα του ficciones σαν απλή υπενθύμιση (όχι μόνο στον αναγνώστη του ficciones αλλά και σε μένα). Απ’ εκεί και πέρα, η αλήθεια είναι πως η ανάγνωση και η γραφή είναι οργανικό τμήμα της ζωής μου. Διαβάζω κάπου 100-120 βιβλία το χρόνο (πολλά εκ των οποίων δεν εμφανίζονται ποτέ στο ficciοnes) και περνώ ένα μεγάλο τμήμα της ζωής μου γράφοντας. Και παρ’ όλ’ αυτά δε μ’ έχει χωρίσει ακόμα η γυναίκα μου…
Αγαπημένο λογοτεχνικό είδος
Διαβάζω τα πάντα, ή σχεδόν τα πάντα — δεν έχω καλές σχέσεις με τη σύγχρονη ελληνική πεζογραφία. Από εκεί και πέρα προτιμώ την αγγλοσαξονική λογοτεχνία με ιδιαίτερη έλξη στη βικτωριανή (κλασική) και σ’ αυτήν που θα ονομάζαμε μεταμοντέρνα, την οποία και δε διαβάζω ποτέ σε μετάφραση. Αυτό όμως δε σημαίνει πως δεν εμφανίζονται συχνά-πυκνά κείμενα στο ficciones που αφορούν π.χ. βιβλία από τη Mitteleuropa. Ο Thomas Pynchon, που για πολλούς λόγους είναι ο αγαπημένος μου συγγραφέας, έχει ειδική παρουσία σ’ αυτές τις αναγνώσεις και εμφανίσεις στο ficciones. (Αντι-σημείωση: σιχαίνομαι το «ιστορικό μυθιστόρημα» και τον ψεύτικο και τραβηγμένο απ’ τα μαλλιά μαγικό ρεαλισμό).
Η e-κριτική βιβλίου: παρόν, διαδραστικότητα, εξέλιξη
Αν και, όπως είπα παραπάνω, θεωρώ πως δε γράφω κριτικές για βιβλία, η έννοια της e-κριτικής είναι πολύ ενδιαφέρουσα σαν εξέλιξη της συντηρητικά αρτιοσκληρωτικής κριτικής των έντυπων μέσων — ειδικά για μια χώρα σαν την Ελλάδα όπου αναγνώστες, κριτικοί και εκδότες λειτουργούν με έναν ιδιαίτερα παραδοσιακό τρόπο. Η ουσία όμως είναι πως e-scripta manent, ενώ οι έντυπες κριτικές απλά χάνονται (ειδικά με το χάλι που έχουν τα πόρταλ των έντυπων μέσων από πλευράς search engine optimization), και έτσι χρόνο με το χρόνο οι e-κριτικές αυξάνονται αυτόματα σε σημασία. Τα κανάλια των εκδοτικών οίκων κάποια στιγμή θα πρέπει να το δουν αυτό πολύ πιο σοβαρά απ’ ότι το βλέπουν σήμερα. Τώρα, αν βάλει κανείς τις κριτικές σε ένα πλαίσιο social network που πλέον γίνεται κατά κόρον μέσα από facebook/twitter, οι δυνατότητες επικοινωνίας, συζήτησης (αλλά ακόμα και προώθησης) είναι απλά άπειρες.
Κριτική ή διαφήμιση;
Η ερώτηση προφανώς πηγάζει από την κακή προϊστορία των έντυπων Μέσων. Θέλω να πιστεύω πως όχι μόνο εγώ μα και όλοι όσοι διατηρούν βιβλιολόγια σήμερα στην Ελλάδα το κάνουν από κέφι και από μεράκι και δεν έχει μπει ακόμα μέσα τους το σπέρμα του κέρδους. Στο μέλλον βέβαια κανείς δεν ξέρει πώς θα αλλάξει αυτό. Σίγουρα όμως ακόμα και έτσι θα υπάρχουν ρομαντικοί —όπως εγώ— που θα γράφουν απλά γιατί γουστάρουν το βιβλίο που διάβασαν.
Οι βιβλιοφιλικές κοινότητες του Διαδικτύου
Τα βιβλιολόγια φαίνεται να έχουν στήσει μικρές ομαδούλες κοινού, του οποίου τα γούστα ταιριάζουν λίγο-πολύ με αυτά του βιβλιολόγου. Ακόμα και με τις όποιες αντιρρήσεις λοιπόν, το αποτέλεσμα είναι πως ποτέ δεν είσαι μόνος. Καλώς ή κακώς.