Ο «Εξώστης» συνομιλεί με Έλληνες μπλόγκερ βιβλίου. Σήμερα, η Σταυρούλα Σκαλίδη.
Ιστορικό και ταυτότητα
Το ιστολόγιό μου ξεκίνησε από καθαρή περιέργεια, το 2006. Για μια επταετία, από τον Φεβρουάριο του 2003 έως και τον Φεβρουάριο του 2010, έγραφα εθελοντικά στη «Φιλολογική Βραδυνή» για τα βιβλία. Μια απονενοημένη δημόσια έκθεση που άρχισε στα 25 μου χρόνια. Αποδείχθηκε για μένα μια τεράστια άσκηση πάνω στη λογοτεχνία που με έφερε κοντά στο να επιχειρήσω να γράψω κι εγώ νουβέλες.
Για καιρό έγραφα για τα βιβλία χωρίς να αντιλαμβάνομαι ότι αυτά διαβάζονταν, μέχρι που εμφανίστηκε τηλεφωνικά ο συγγραφέας και δημοσιογράφος Μισέλ Φάις —τον οποίο και δεν γνώριζα προσωπικά— και με ρώτησε: «Ποια είστε; Πώς γράφετε έτσι για μένα; Με ξέρετε; Πού με ξέρετε; Γνωριζόμαστε;» Εκεί κατάλαβα ότι η μαγεία της αδιακρισίας να θέλω να μπαίνω στην καρδιά ενός βιβλίου, στο μυαλό ενός άλλου ανθρώπου, του συγγραφέα, ήταν όντως επικοινωνία, αργή, αλλά καίρια. Το Διαδίκτυο όσο γρήγορο κι αν είναι, δεν μπορεί να την επισπεύσει.
Το βιβλίο είναι μια διαδικασία μυαλού, ψυχής, ζωής —και για τον συγγραφέα και για τον αναγνώστη— που προϋποθέτει χρόνο, αυτό που προσπαθεί να διαστείλει το Ίντερνετ. Βρίσκω πολύ γοητευτικό, σχεδόν επαναστατικό απέναντι στο ίδιο το Διαδίκτυο, να διασώζει κανείς μικρές αιωνιότητες που είναι τα βιβλία, μέσα στον καταιγισμό της επικαιρότητας, μέσα στο «λιώσιμο», τον κατακερματισμό του δευτερολέπτου.
Από το 2006, δημοσιεύω στο μπλογκ μου τα κείμενα που γράφω για βιβλία είτε δημοσιεύονται στην εφημερίδα είτε απλώς γράφονται για το ίδιο το ιστολόγιο.
Αγαπημένο λογοτεχνικό είδος
Ως επί το πλείστον διαβάζω ξένη λογοτεχνία. Από την αρχή. Διαμεσολαβημένη δηλαδή. Αγαπώ το νουάρ του Ιζζό και του Αττιά, αυτή την εποχή έχω την αίσθηση ότι εκφράζει καλύτερα από ποτέ την Ευρώπη τού σήμερα, λέει τον εαυτό της, τον αφηγείται. Χρωστάω πάντα στον Έκο τη διάσωση του μύθου και της γοητείας του κρυμμένου και μυστικού, του άφατου, εκείνου που ζει μέσα στη λογοτεχνία. Υποκλίνομαι στους Αμερικανούς κλασικούς, στην οικονομία του Χέμινγουέι και τη λάμψη του Φιτζέραλντ. Στην ακρίβεια του Καπότε. Στην αρχετυπική γραφή του Κόρμακ ΜακΚάρθι που έρχεται από τον 21ο αιώνα και τα έγκατα του ανθρώπινου είδους. Νιώθω μια παράδοξη εγγύτητα με την Τζέιν Όστιν και τον Φλομπέρ. Ο Ντοστογιέφσκι με περιμένει στη γωνία να μου ψιθυρίσει υπνωτιστικά το Κακό. Μα, εκείνος που ζούσε μέσα στην ψυχή μου, προτού καν γνωριστούμε αναγνωστικά, είναι ο Αλμπέρ Καμί. Χαίρομαι να ανακαλύπτω σπουδαία βιβλία που γράφονται όσο ζούμε κι εμείς, όπως «Το κλουβί της σαύρας» της Κάρεν Κόνελι ή το «American Beauty» του Ράσελ Μπάνκς, βιβλία που μέσα στα τελευταία χρόνια τα προτείνω σταθερά για ανάγνωση σε φίλους και δεν με διαψεύδει ποτέ η επιλογή τους.
Η e-κριτική βιβλίου: παρόν, διαδραστικότητα, εξέλιξη
Την εποχή αθωότητας των μπλογκ, μπορεί και να διάβαζε κανείς καμία γνώμη για βιβλία επίσης διατυπωμένη μέσα το πλαίσιο αυτής της αθωότητας. Μόλις μυρίστηκαν οι εκδοτικοί τούς μπλόγκερ και το αντίστροφο, ξεκίνησε μια σχέση —όχι για όλους— αμοιβαίας κολακείας. Οι μπλόγκερ είχαν την ανάγκη να νιώσουν δημοσιογράφοι —ή τέλος πάντων ότι διαβάζονται και επηρεάζουν— και οι εκδότες ότι ακολουθούν το καινούργιο, το πρωτοποριακό, κι επίσης να διατηρήσουν τις διόδους προβολής των βιβλίων τους, όταν τόσα έντυπα κλείνουν, δημοσιογράφοι απολύονται, τα παλιά Μέσα πεθαίνουν. Φυσική εξέλιξη. Όποιος διαβάζει μόνος του ένα βιβλίο, δεν έχει ανάγκη κανέναν και τίποτα. Εκτός λογοτεχνικού σιναφιού, ουδείς γνωρίζει τόσο τους συγγραφείς όσο και τους κριτικούς, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων.
Η λογοτεχνία κινείται πέρα και μακριά απ' αυτά. Η λογοτεχνία ζει μέσα στα βιβλία. Η λογοτεχνία ζει και στο Διαδίκτυο, άμα βρίσκουν χώρο να αναπνεύσουν εκεί τα ίδια τα βιβλία. Εμένα με ενδιαφέρει να διαβάζουν οι άνθρωποι. Ας παίρνουν ερέθισμα από όπου θέλουν. Πιστεύω στη δύναμη του καλού, και δη του καλού βιβλίου. Αυτό κι αν συστέλλει και διαστέλλει μαζί το χρόνο…
Το Διαδίκτυο, όπως και η λογοτεχνία, είναι ελευθερία, και ο καθένας μπορεί να βρει και να τοποθετήσει εκεί μέσα τον εαυτό του, όπως στη ζωή.