Γεμάτη συμβολικές φιγούρες η νέα ταινία του
Lee Tahamori (σκηνοθέτη και του James Bond ανάμεσα σε άλλα) είναι από τις πιο ολοκληρωμένες δημιουργίες του. Σε αντίθεση με τις Χολιγουντιανές περιπέτειες που τον απασχόλησαν τα τελευταία 10 χρόνια, ο Νεοζηλανδός σκηνοθέτης επιστρέφει σε κάτι που γνωρίζει καλά, μια ταινία στην Νέα Ζηλανδία με πρωταγωνιστές Μαορί. O σκηνοθέτης, που ο ίδιος έχει ρίζες Μαορί, αφηγείται μια ιστορία εξουσίας μέσα στην οικογένεια γύρω από τα ζητήματα της Πατριαρχίας. Η ιστορία είναι γνωστή: Δύο οικογένειες, η κάθε μια διοικούμενη από τον παππού – ηγέτη συγκρούονται εξαιτίας ενός παλαιού μίσους. Ανάμεσά τους, ο νεαρός πρωταγωνιστής της οικογένειας Mahana αρχίζει να αμφισβητεί την παντοδυναμία του παππού και αναζητά την ρίζα της έχθρας.
Η ταινία είναι τεχνικά (και καλλιτεχνικά) άρτια. Τα τέλεια πλάνα της Νέας Ζηλανδίας κλέβουν την παράσταση για άλλη μια φορά, ενώ οι σκηνές είναι δεμένες και οι χαρακτήρες είναι καλοστημένοι. Γρήγορα παρασυρόμαστε από τον ρυθμό της και βουτάμε σε έναν κόσμο τοποθετημένο στα απέραντα λιβάδια του νησιού στην δεκαετία του '60. Εκεί βρίσκουμε τα γνωστά μοτίβα οικογενειοκρατίας, θρησκοληψίας, βεντέτας καθώς και της αναπόφευκτης εξέργεσης.Το σενάριο είναι βασισμένο σε μυθιστόρημα του
Witi Ihimaera εξού και η σεναριακή πυκνότητα. Εκεί που είναι αδύναμη η ταινία είναι στο εννοιολογικό κομμάτι της και συνεπώς στον στόχο της.
Οι συμβολισμοί του Πατέρα – Αφέντη και της Μητέρας – Καταπιεσμένης είναι οι βασικοί κορμοί γύρω από τους οποίους εξελίσσεται η ιστορία καθώς και η επιθυμία απελευθέρωσης των νέων. Όμως η ταινία δεν πετυχαίνει να μας συγκλονίσει. Ο στόχος είναι υψηλός αφού το θέμα είναι λίγο εώς πολύ ειπωμένο αλλά δεν καταφέρνει να το πάει ένα βήμα παραπέρα. Ο άξονας – βεντέτες, αφέντες και επανάσταση είναι πια γνωστός. Η πρόκληση για τις ταινίες που τον επιλέγουν είναι να βρουν και να μας μεταφέρουν σε ένα βαθύτερο επίπεδο ανάλυσης του θέματος.