I'm Nobody!
Who are you?
Are you – Nobody – too?
Then there's a pair of us!
Don't tell! they'd advertise – you know!
How dreary – to be – Somebody!
–from I am Nobody, Emily Dickinson
Την αινιγματική φιγούρα της Emily Dickinson (1830-1886), μια από τις πιο σημαντικές ποιήτριες του 19ου αιώνα, γνώρισε χτες το κοινό της Berlinale στην παγκόσμια πρεμιέρα της ταινίας του Terence Davies με θέμα την ζωή της: A Quiet Passion.
Η ποιήτρια, με πάνω από 800 έργα, εξέδωσε μόνο 5 ποιήματα ανώνυμα όσο ζούσε και δεν αναγνωρίστηκε παρά μετά τον θάνατό της. Σήμερα, μαζί με τον Walt Whitman η ποίησή της θεωρείται αντιπροσωπευτική για την Αμερικανική τέχνη. Η εποχή της, που συνέπεσε με τον εμφύλιο πόλεμο της Αμερικής, δεν επέτρεπε στις γυναίκες να ασχολούνται με ζητήματα της τέχνης όπως και ζητήματα πολιτικά. H Emily, με ρίζες από την Αγγλία, τον προτεσταντισμό και τον αυστηρό πουριτανισμό, πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της κλεισμένη στο πατρικό της σπίτι με συντροφιά μόνο τα αδέρφια της και τους γονείς της. Καθώς ένας ένας από αυτούς απομακρυνόταν από κοντά της η μοναξιά και η απομόνωσή της αυξανόταν. Στο τέλος της ζωής της περνούσε τον περισσότερο χρόνο της χωρίς να βγαίνει από το δωμάτιό της και χωρίς να μιλάει σε κανέναν. Αυτό το κλειστό και μοναχικό περιβάλλον σε συνδυασμό με την έλλειψη σεξουαλικών σχέσεων είναι και τα βασικά στοιχεία που φαίνονται στα ποιήματά της. Η φύση, η ρομαντική πλευρά της αγάπης, μια βαθιά μελαγχολία και ο θάνατος.
Because I could not stop for Death –
He kindly stopped for me –
The Carriage held but just Ourselves –
And Immortality.
We slowly drove – He knew no haste
Since then – 'tis Centuries – and yet
Feels shorter than the Day
I first surmised the Horses' Heads
Were toward Eternity –
– from Because I could not stop for Death, Emily Dickinson
Αυτή η καταπίεση ενός ελεύθερου πνεύματος είναι και το βασικό θέμα που απασχολεί τον σκηνοθέτη. Η προσέγγιση του μας παρουσιάζει το πως θα μπορούσε να είναι η Έμιλυ. Την γνωρίζουμε από μικρή ηλικία και παρακολουθούμε την εξέλιξη της σε ποιήτρια και τους ανθρώπους που την επηρέασαν. Το πορτρέτο της σκιαγραφείται σιγά-σιγά ως μια γυναίκα με πολλές δυνατότητες, εγκλωβισμένη όμως σε ένα περιβάλλον φτιαγμένο για να την συνθλίψει. Η έλλειψη φυσικής ομορφίας, η θέση της γυναίκας ως κατώτερη του άντρα και η θρησκοληψία είναι ζητήματα στα οποία το καλλιτεχνικό της πνεύμα εναντιώνεται, αγωνίζεται και τελικά ηττείται. Βυθίζεται έτσι στην θλίψη και την μελαγχολία την οποία εκφράζει στην ποίησή της. Η ζωή της κυλάει χαμένη, με νεκρές τις δυνατότητές της προς τον θάνατο και την αιωνιότητα. Η Έμιλυ της ταινίας είναι ένας έξυπνος και ευαίσθητος άνθρωπος που περνάει την ζωή του αργοπεθαίνοντας.
Ο Terence Davies στήνει ένα πολύ πειστικό σκηνικό του 19ου αιώνα και μας παρασύρει στα βασικά σημεία της ζωής της. Πραγματοποιεί έτσι μια βιογραφική ταινία καθώς κάνει μια υπόθεσή για το πως θα μπορούσε να ήταν η ζωή της αληθινής Emily Dickinson. Στην ταινία ακούγονται αποσπάσματα από τα σημαντικότερα ποιήματά της και το κοινό –ακόμα και αυτοί που δεν την γνώριζαν-σιγά σιγά γοητεύται από την Έμιλυ και ζητάει περισσότερα για αυτήν και την ποίησή της. Στο σύγχρονο και απελευθερωμένο κοινό του δυτικού κόσμου, η ιστορία της Έμιλυ Ντίκινσον έχει πολλά να διδάξει για την σημερινή θέση της γυναίκας και την ευκολία της απώλεια μιας ανθρώπινης ψυχής σε ένα τρομακτικό περιβάλλον.