HomeΘέματαΑ-τελής_

Α-τελής_

Θες να σου πω μια ιστορια; Για το πώς μεγάλωσα. Για το πώς
ερωτεύτηκα και πέθανα.

Ήταν περίεργες μέρες, μουντές με χρώματα. Κόκκινα και μαύρα. Κυρίως μαύρα. 

Δε μου άρεσε το πρόσωπο μου. Ούτε και το δικό σου. Συνήθισα. Το δέχτηκα, και
μετά μεγάλωσα.

Υπήρχαν στιγμές που δε παρατηρούσα τον ουρανό, γιατί δεν τον
ήθελα. Ήταν σα να μην υπάρχω, σα να μην υπήρξα ποτέ. Περίεργη αίσθηση, σαν να
μην αγαπούσα ούτε και τη θάλασσα, ούτε και τη στεριά. Υπνοβατούσα στον δικό μου
κόσμο, που δεν είχε κακούς και όνειρα. Είχε μόνο αλήθειες. Και βότσαλα. Για να
σου θυμίζουν ότι όλα βαραίνουν κάποια στιγμή, κουράζονται. Και φεύγουν,
πεθαίνουν.

Και γω ίσως να βαρέθηκα. Να κουράστηκα να ακολουθώ τα
‘πρέπει’ σου. Όταν ήθελα να κάνω κάτι έπρεπε να σκεφτώ. Τι αξίζει, αν αξίζει,
για ποιον αξίζει και γιατί. Δε το ήθελα ποτέ αυτό. Να οδηγώ μόνο το ποδηλατό
μου ήθελα στους πράσινους δρόμους. Κυπαρισσί. Το χρώμα της ελευθερίας μου.

Γιατί έπρεπε να βάψω τον τοίχο μου πορτοκαλί; Το σιχαινόμουν, με τρόμαζε. Μεγάλωσα με αυτό το χρώμα, που
πάντα μου προκαλούσε άγχος. Φόβο για τις προτιμήσεις μου, τις σκέψεις μου και
τα πιστεύω μου. Ίσως να ήμουν μικρή ακόμη για να τα καταλάβω όλα. Ίσως και να
μην μπορούσα να υπερασπιστώ τον εαυτό μου. Όμως, τον τοίχο μου τον έβαψα. Τον
άλλαξα επειδή εσύ μου το είπες. Ακόμα και όταν ατόνισε το χρώμα από τα δάκρυα
που χύθηκαν πάνω του, δε τον έφτιαξα. Ήθελα να μου θυμίζει το τελειωμένο ‘εσύ’.

Έτσι μεγάλωσα. Έτσι σου είπα ότι δε θέλω να σου μοιάσω. Και
μετά έφυγα.

Άκουγα ιστορίες για το αύριο, το μέλλον και το χτες. Πιο
πολύ για το χτές που χάθηκε άδικα στη προσπάθεια. Αλήθεια, όλοι οι άνθρωποι
έτσι είναι, λυπημένοι για το παρελθόν. Ενώ έχουν τόσο μεγάλο μέλλον όσο το
κουκούτσι που μου έδωσες μια μέρα να κρατήσω. Ήταν το πρώτο κεράσι της εποχής.
Ήταν ξινό, γέλασες.

Οι δρόμοι δε χτίζονται για να περπατάμε, μου είπες. Τους
έχουμε για να μας θυμίζουν το ταξίδι που πρέπει να κάνουμε. Και ποτέ δεν
εκπληρώνουμε, παρά τους χάρτες που μου χάρισες. Ήταν κίτρινοι, το χρώμα της
αμφιβολίας. Πάντα αμφέβαλλες για τα ταξίδια μου, τα δικά σου ήταν πιο σωστά.
Πιο ολοκληρωμένα. Εγώ άφηνα κόμματα κι εσύ τελείες.

Μια τελεία ήσουν. Μια υπέροχη, ολοστρόγγυλη τελεία. Που την
ξετύλιξα και έπαιξα μαζί της σαν ένα μικρό κουβαράκι. Ένα μαύρο κουβαράκι μαύρη
κλωστή. Σαν το πουλόβερ σου. Που το έκοψα στα δύο και το ξαναέραψα.

Κάποια πράγματα πρέπει να χαλάνε για να φτιάξουν. Αυτό ήταν
το μήνυμα. Κι εσύ χάλασες. Δε σε έφτιαξα. Ίσως και να μου άρεσες έτσι όπως
ήσουν.

Α-τελής.

Πάντως δε ξέρω γιατί σου είπα την ιστορία αυτή. Τελικά δε
μεγάλωσα καθόλου. Κάνω τα ίδια λάθη και τις ίδιες παιδικές σκέψεις. Το σώμα
είναι που άλλαξε. Δε γέρασα ακόμα, μη γελιέσαι. Μπορώ και χορεύω ακόμα.
Στροβιλίζομαι. Χάνω την ισορροπία μου και πέφτω. Δε σηκώνομαι, μου αρέσει το
πάτωμα. Ακούς τα πάντα εκεί κάτω. Βρίσκονται όλα τα παλιά αντικείμενα σου, εσύ.
Η αναγνώριση σου.

Ζω σε ξύλινο πάτωμα. Οι κάλτσες μου κάνουν διαδρομές στις
σανίδες σαν πατίνια. Πάντα γλιστρούσες, το θυμάμαι. Κάναμε αγώνες. Έχανες, είχα
ζήσει περισσότερο απ’ όσο εσύ.

Κάποια στιγμή σε κατάπιε το πάτωμα. Και ο τοίχος και το
χρώμα του. Χάθηκες και η τελεία σου έφτιαξε ξανά. Α- τελής όμως. Πάντα έτσι θα
είσαι. Πάντα έτσι θα σε θυμάμαι.

Related stories

Η αστυνομική σειρά θρίλερ Reyka βλέπεται απνευστί από τους λάτρεις του crime drama

Πρωταγωνιστές είναι δύο μοναδικοί και αγαπητοί ηθοποιοί, που έχουμε...

Η δική μας μεταπολίτευση είναι η σειρά ντοκιμαντέρ που πρέπει να δεις στο Ertflix

Η ιστορική σειρά ντοκιμαντέρ «Η δική μας μεταπολίτευση», παραγωγής ERTFLIX που επιμελούνται και...

Πού βρισκόταν το εξοχικό κέντρο Λουξεμβούργο

Ποιος θυμάται το Λουξεμβούργο; Τότε που η θάλασσα έγλειφε...

Πέθανε ο Ολιβιέρο Τοσκάνι, ένας από τους πιο εμβληματικούς φωτογράφους

Ο Ολιβιέρο Τοσκάνι, γεννημένος το 1942 στο Μιλάνο, ήταν...

Η Άνω Πόλη του Γιώργου Κόφτη

Για να αντιληφθεί κανείς την πόλη της Θεσσαλονίκης θα...