HomeNewsroomΚριτική Θεάτρου: Ζουμ σε ψυχές και συναισθήματα

Κριτική Θεάτρου: Ζουμ σε ψυχές και συναισθήματα




Ο Κορνήλιος Ρουσάκης ανανεώνει πλέον το ραντεβού του με τους αναγνώστες του Εξώστη κάθε 15 μέρες. Μέσα απο το μπλογκ του θα παρουσιάζει σε τακτά χρονικά διαστήματα την κριτική του για σημαντικές παραστάσεις απο την θεατρική σκηνή της Θεσσαλονίκης αλλά και απο σημαντικά θεατρικά γεγονότα της Αθήνας.


Πίσω από τις κλειστές
πόρτες
, των Αχιλλέα Ψαλτόπουλου
και Νατάσας Κοντελετζίδου, σε σκηνοθεσία
Αχιλλέα Ψαλτόπουλου, στο θέατρο Όρα.


Ένα γαλλικό μυθιστόρημα
έδωσε το έναυσμα στον Αχιλλέα Ψαλτόπουλο
και τη Νατάσα Κοντελετζίδου για να
δημιουργήσουν ένα νέο θεατρικό κείμενο
που μεταφέρει τους θεατές στα άδυτα μια
κινηματογραφικής οντισιόν. Η ατέρμονη
“ηδονοβλεπτική” διάθεση του κοινού
να διεισδύσει στο άβατο των χώρων
καλλιτεχνικής δημιουργίας, να δει τον
εικαστικό δημιουργό στο ατελιέ του, τον
κινηματογραφιστή στο πλατώ ή τον θεατρικό
σκηνοθετή στην πρόβα, βρίσκει εδώ την
απόλυτη ενσάρκωσή της. Στο έργο, ένας
σκηνοθέτης του κινηματογράφου και ο
βοηθός του διοργανώνουν στο Παρίσι, μια
οντισιόν για να επιλέξουν πρωταγωνίστρια
για την ταινία τους.

Το πρώτο μέρος αποτελείται
από τα δοκιμαστικά έξι κοριτσιών με
ετερόκλητες προσωπικότητες και εκ
διαμέτρου αντίθετους χαρακτήρες. Το
δεύτερο μέρος επικεντρώνεται στο
δοκιμαστικό μιας έβδομης κοπέλας και
στην μυστηριώδη, έντονη σχέση που
δημιουργείται ανάμεσα σε αυτή και τον
σκηνοθέτη.

Τα σημαντικά κειμενικά
επιτεύγματα που υπάρχουν στη συγκεκριμένη
περίπτωση, θαμπώνονται σε μεγάλο βαθμό,
από τη φλυαρία που κατακλύζει έργο και
παράσταση και από τις άνισες, αδύναμες
ερμηνείες των ηθοποιών που επωμίζονται
τους ρόλους των υποψήφιων της οντισιόν.
Οι συγγραφείς ενισχύουν το πρώτο μέρος
με χιούμορ, έναν σαρκασμό απέναντι στην
ματαιοδοξία των εκκολαπτόμενων σταρ
του κινηματογράφου, στη ρηχή στάση ζωής
των άμυαλων στάρλετ που προσπαθούν να
προσεγγίσουν τη λάμψη και να αναδυθούν
στην επιφάνεια, χωρίς να λείπουν και οι
σκοτεινές στιγμές των ζωών των κοριτσιών,
που έυστοχα δικαιολογούν δραματουργικά
τη στάση που -ηθελημένα ή άθελα- υιοθετούν:
απόντες γονείς, καταπιεσμένη ή/και
υπερβολική σεξουαλικότητα, κακοποίηση
κ.τ.λ.

Η επίπεδη, σχεδόν
μονολογική, φόρμα του πρώτου μέρους με
το διαδοχικό ξετύλιγμα των έξι ιστοριών
και η αδύναμη ερμηνευτική δεινότητα
(τόσο φωνητικά όσο και στον χειρισμό
της ατάκας) των ηθοποιών, που περιορίζεται
σε επιφανειακή σκιαγράφηση των χαρακτήρων
με κλισέ χειρονομίες και στάση σώματος,
κουράζουν και μειώνουν τις όποιες αρετές
έχει το κείμενο. Στο δεύτερο μέρος το
αποτέλεσμα είναι αισθητά βελτιωμένο.
Η ενώπιος ενωπίω συνάντηση του σκηνοθέτη
με την έβδομη κοπέλα και το ψυχολογικό
παιχνίδι γάτας και ποντικού που ακολουθεί
τονώνει το δραματουργικό και σκηνικό
ενδιαφέρον. 

Ο Αχιλλέας Ψαλτόπουλος
απολαυστικός σε έναν ρόλο “βούτυρο στο
ψωμί του” είναι ο λίγο νευρικός κι
απόμακρος σκηνοθέτης με το έντονο
παρελθόν που σταδιακά διαλύεται, χάνει
τις άμυνες του και περνά από την “ασφάλεια”
του παρασκηνίου στην έκθεση μπροστά
από την κάμερα. Μια κάμερα που έχει
“περάσει στα χέρια” της νεαρής κοπέλας
και τώρα την στρέφει προς την ψυχή του
σκηνοθέτη. Ο Ψαλτόπουλος-σκηνοθέτης
δημιουργεί μια γοητευτική, κυριολεκτική
και μεταφορική πορεία προς το φως.
Σταδιακά, καθώς η δράση εξελίσσεται, ο
σκηνοθέτης-χαρακτήρας του έργου
μεταφέρεται από το βάθος της σκηνής
προς το προσκήνιο.

Η σημαντική ανατροπή
πριν το φινάλε και η κινηματογραφική
ατμόσφαιρα που έχει στηθεί στη μικρή
σκηνή του θεάτρου Όρα, είναι τα δύο
στοιχεία που κράτησα από μια θεατρική
βραδιά που αν δεν είχε την αναιτιολόγητη
κειμενική φλυαρία και την ερμηνευτική
πλαδαρότητα θα παρέμενε ζωντανή στη
μνήμη για καιρό.


Μια επιτυχημένη υποκριτική ακροβασία

Τζόρνταν των
Άννα Ρέινολντς και Μόιρα Μπουφίνι, σε
σκηνοθεσία Νίκου Μαστοράκη, στο Βασιλικό
Θέατρο.

Ο μονόλογος Τζόρνταν
των Άννα Ρέινολντς και Μόιρα Μπουφίνι
είναι η δραματουργική απεικόνιση ενός
γεγονότος του αστυνομικού και δικαστικού
ρεπορτάζ. Μια νεαρή, άγαμη μητέρα -πρώην
πόρνη- σκοτώνει το μωρό της για να μην
της το πάρει η πρόνοια και στη συνέχεια
καταδικάζεται και εντέλει αθωώνεται
από το δικαστήριο.

Το κείμενο σκιαγραφεί
διεξοδικά, με στρωτή, γραμμική αφήγηση,
την πορεία ζωής αυτής της γυναίκας. Η
Σίρλεϊ Τζόουνς δεν κουβαλά τα αρχετυπικά
χαρακτηριστικά μιας δυνατής, αποφασισμένης,
εκστασιασμένης παιδοκτόνου Μήδειας.
Είναι μια γυναίκα όπως εκατομμύρια στον
κόσμο που αφήνεται, υποκύπτει σε μια
ολοκληρωτική θυματοποίηση, ανήμπορη
να αντιδράσει, να ορθώσει ανάστημα.
Μεγαλωμένη σε ένα περιβάλλον
ενδοοικογενειακής βίας, αφήνεται να
ακολουθήσει τα βήματα που η μοίρα της
έχει καθορίσει για εκείνη.

Ο Νίκος Μαστοράκης
άφησε το κείμενο να “αναπνεύσει”, να
ξεδιπλωθεί σκηνικά μέσα από την φωνή
και το σώμα της Μαρίνας Ασλάνογλου.
Χωρίς εντυπωσιασμούς και σκηνοθετικά
ευρήματα μέσα στον λιτό, ψυχρό και
“αποστειρωμένο” σκηνικό χώρο που
επιμελήθηκε ο Μανώλης Παντελιδάκης
(ένας προθάλαμος δικαστηρίου που
παραπέμπει και σε χώρο ιδρύματος),
ακούγεται η κραυγή μια γυναίκας
απελπισμένης και προδωμένης.

Πέρα και πάνω από την
όποια σπουδαιότητα και μεστότητα κουβαλά
το θεατρικό κείμενο, ανάγεται η
ολοκληρωμένη ερμηνεία της Ασλάνογλου.
Πρόκειται για μια απέριτη, άρτια
εκτελεσμένη τεχνικά και υποκριτικά,
παρτιτούρα. Η ηθοποιός ακροβατεί επιδέξια
ανάμεσα στον ρεαλισμό που κυριαρχεί
στο κείμενο και σε έναν υπαινικτικό
λυρισμό, αποφεύγοντας τις όποιες
μελοδραματικές “παγίδες”. Κατορθώνει
να “γεμίσει” την αχανή, γυμνή σκηνή
του Βασιλικού θεάτρου, χωρίς ίχνος
υποκριτικής υπερβολής. Ένα εξαιρετικό
δείγμα ατόφιας αποτύπωσης του ανθρώπινου
σπαραγμού, απαλλαγμένο από υπερβολικές
κορώνες, με άρτια εκφορά του λόγου και
κίνηση. Η ερμηνεία της Ασλάνογλου είναι
ίσως ο πιο ισχυρός λόγος για να επίλεξει
κάποιος αυτή την σκηνική πρόταση.  

Related stories