Έρχονται στη ζωή μας από το πουθενά. Την αναστατώνουν.
Ενθουσιαζόμαστε. Τραμπαλιζόμαστε συναισθηματικά. Παρασυρόμαστε μαζί τους. Μας
ξεβολεύουν. Φτάνουμε ουρανό. Νιώθουμε τα μαλλιά μας να ανακατεύονται μαζί με τη
ψυχή μας και το συναίσθημα που έχει απογειωθεί.
Και ξαφνικά, έτσι όπως εισέβαλαν στη ζωή μας – με τη δική μας
συγκατάθεση βεβαίως, ας μην αποποιηθούμε την ευθύνη μας- έτσι ξαφνικά φεύγουν
και εξαφανίζονται. Χάνονται. Εξατμίζονται. Και μένουμε με την απορία. Και ίσως
αναρωτιόμαστε το γιατί. Και αυτό το γιατί που αποζητά απαντήσεις, παραμένει
πάντα αναπάντητο. Διότι ποιος ξέρει; Ποιος έχει καλύτερη απάντηση να δώσει από
αυτόν που έφυγε; Εκείνος το ξέρει καλύτερα. Εμείς μάλλον δεν θα το μάθουμε
ποτέ. Όποιος κατάλαβε, κατάλαβε.
Αναρωτιέμαι τι μπορούμε να κάνουμε για να προφυλάξουμε τους
εαυτούς μας από αυτά τα πυροτεχνήματα. Γιατί έχει καταντήσει ψυχοφθόρα η
απότομη προσγείωση που έπεται της ενθουσιώδης απογείωσης.
Και επίσης, δεν μου αρέσει καθόλου η αίσθηση που σου αφήνουν
αυτοί οι άνθρωποι. Ότι πέρασες από τη ζωή τους και δεν ακούμπησες.