HomeCinemaΕξώστης Θ8ο ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ «Ο κινηματογράφος είναι...

8ο ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ «Ο κινηματογράφος είναι ερωτικός και δυσοίωνος»

Αποσπάσματα από το Masterclass /συνέντευξη στην Ταινιοθήκη
του Γάλλου «μεταγκονταρικού» auteur Leos Carax στα πλαίσια του 8ου Φεστιβάλ
Πρωτοποριακού Κινηματογράφου.

Η Ταινιοθήκη επιφύλαξε κάτι που
λίγα κινηματογραφικά φεστιβάλ της πρωτεύουσας, έκαναν μέσα στην χρονιά. Στα
πλαίσια του Φεστιβάλ Πρωτοποριακού Κινηματογράφου, ίσως του πιο δυναμικού
αισθητικά φεστιβάλ από άποψη ερευνητικού ενδιαφέροντος πάνω στις νέες σύγχρονες
φόρμες και ιδέες της παγκόσμιας κινηματογραφικής έκφρασης, φιλοξένησε στην Αθήνα
τον
Leos Carax
στα πλαίσια αφιερώματος στο έργο του – , ένα από τους πιο ιδιαίτερους κινηματογραφιστές
της σύγχρονης παγκόσμιας κινηματογραφίας που αξίζουν τον τίτλο του δημιουργού
με την έννοια που δώσανε το 60’ τα θρυλικά “
Cahiers du Cinema”. Με έργο, σε ποσότητα ίσως μικρό, αλλά
βαθιά ποιοτικό, εκκεντρικά αλλόκοτο και ποιητικά πολυσχιδές, με τάσεις
επαναπροσδιορισμού της φιλμικής γλώσσας, ο γεμάτος στυλ μποέμης
LeosCarax, δικαίως έχει κερδίσει τον
τίτλο του πιο διανοούμενου, μετά τον
Godard, γάλλου σκηνοθέτη. Αποτέλεσμα, μια θερμότατη
υποδοχή από τους έλληνες σινεφίλ. Η κουβέντα ξεκίνησε, με ένα χαλαρό
Carax, με σήμα κατατεθέν το μαύρο
γυαλί, να απαντά στις ερωτήσεις, με κάποια διαλλείματα για τσιγάρο – ως
φανατικός που είναι.



Το ξεκίνημα


«Οι μικρού μήκους δεν ήταν καλή εμπειρία για μένα, ήμουν ολομόναχος, δεν
είχα ομάδα. Μετά συνάντησα τον διευθυντή φωτογραφίας Escoffier [σ.σ. Jean-Yves], κινηματογραφιστής και ο ίδιος, τρείς ταινίες κάναμε μαζί, μετά βρήκα
παραγωγό που είχε  στυλ μαφιόζου, πολύ
καλός. Τρείς ταινίες και με αυτόν. Αν είσαι νέος και δεν έχεις φτιάξει ταινία,
μπλοφάρεις, πας και λες στον παραγωγό πως ξέρεις τι κάνεις και ώρες ώρες
πετυχαίνει αυτό. Μόνος όμως, δεν γυρνάς ταινίες. Θες δυο – τρεις ανθρώπους που
να εμπιστεύεσαι και να νιώθουν το ίδιο με σένα. Στον κινηματογράφο δεν μπορείς να κάνεις
πράγματα μόνος σου. Πρέπει αρχικά να είσαι μόνος, να περπατάς στο δρόμο, να
βρίσκεις ανθρώπους και μετά να συνεχίζεις. Αυτό είναι το ωραίο. Έτσι είχα
αρχίσει να γράφω το σενάριο του “
Boy Meets Girl” μετά το σχολείο. Ήταν διαφορετικό αρχικά.
Το κορίτσι σκεφτόμουνα να είναι γυναίκα. Δεν θυμάμαι πως ξεκίνησε, πως άλλαξε
στις οριστικές γραμμές του σεναρίου. Φοβόμουνα το χρώμα. Θα ήταν ένα λιγότερο
πρόβλημα, η μη χρήση χρώματος. Κάναμε casting για τον Denis Lavantκ αι για να δούμε ποιοι άλλοι θα πάρουν μέρος.
Ήθελα να σκεφτώ, έκανα προβολή του φιλμ στο μυαλό μου, για να δω ποιοι
ταιριάζουν στους ρόλους. Ήταν δύσκολο να βρω το cast, δεν ήθελα υπερβολικό, ήταν ερωτική ιστορία,
και δεν ήμουν σίγουρος ότι ταίριαζε [σ.σ. ο Denis Lavant], αλλά ήταν διαφορετικός και αυτό με
γοήτεψε. Ήταν στην ηλικία μου ο τύπος, ξεκινήσαμε μαζί και συνεχίσαμε. Δεν
έψαχνα κανένα να μοιάζει με μένα αλλά να σκέφτεται σαν εμένα.»

Η δημιουργία


«Ο κινηματογράφος μου είναι ερωτικός και δυσοίωνος. Έτσι θα το συνδύαζα. Γυρίζω
ταινίες και για το κοινό και για μένα. Αν προσπαθήσεις να γυρίσεις μια ταινία,
πρέπει να πιστεύεις ότι είσαι και ο θεατής, αυτός δηλαδή που την βλέπει πρώτος,
είσαι το κοινό και παράλληλα πειραματίζεσαι. Βλέπεις την ταινία και λες εδώ
μπορεί να γελάσει ο κόσμος, εδώ είναι ανούσιο. Ο Hitchcock ήταν ποιητής και παραμυθάς παράλληλα.
Συνδυασμός αυτών των δυο. Όλα ήταν αρχικά στο μυαλό του και μετά οι άνθρωποι
λάτρεψαν αυτό που είχε αποτυπωθεί στην ταινία. Πάντα αυτό που υπάρχει στο μυαλό
το μεταθέτεις μετά στο μέσο με το οποίο εκφράζεσαι. Έχω, λοιπόν, συναισθήματα
και εικόνες και προσπαθώ να κάνω ένα συγκερασμό. Ως σκηνοθέτης από την μια στην
άλλη ταινία, όμως, ξεχνώ πως γίνεται,
ξεχνώ πως έκανα τις προηγούμενες. Όταν γυρίζω μια ταινία, δεν είμαι το ίδιο
άτομο με την προηγούμενη. Θέλω να πάω παρακάτω από αυτό που κάνω ως τότε.
Βαριέμαι να είμαι ο εαυτός μου. Και αν νιώσω ότι είμαι ο ίδιος, δεν προχωρώ.
Δεν εμπνέομαι και έτσι ξαφνικά. Μακάρι να συνέβαινε. Δεν ξέρω γιατί δεν
γίνεται. Ταξιδεύω πολύ και μερικές φορές νιώθω – αυτά που βγαίνουν στις ταινίες
ανάγονται σε εμπειρίες του παρελθόντος. Πήγα Σεράγεβο, πριν και μετά τον
πόλεμο, κάποιες εικόνες που είχα βιώσει τότε είχαν αποτυπωθεί στις ταινίες και
ας μην έκανα ποτέ ταινία στο Σεράγεβο. Όλες οι ταινίες εκτυλίσσονται στο Παρίσι
ή στην ευρύτερη Γαλλία. Παλιά ήθελα να γυρίσω κάτι εκτός, ακόμη θέλω. Μου
αρέσουν οι πόλεις, οι μεγάλες πόλεις. Βέβαια αυτό είναι παράδοξο, γιατί όταν
ακούνε το όνομα μου, με ταυτίζουν με το Παρίσι. Δεν το αγαπώ, όμως, το Παρίσι.
Δουλειά μου, επίσης, είναι να επιλέγω τους ηθοποιούς. Όταν ήμουν νέος, βρήκα
τον DenisLavant, όπως είπα. Αν ήμουν σε ένα νησί, αυτόν και
την κοπέλα μου θα ήθελα να έχω. Για του άλλους ρόλους δεν κάνω οντισιόν. Αν
νιώσω ότι τους συμπαθώ, τους θέλω να είναι μαζί μου. Αν ο ηθοποιός είναι χάλια,
εγώ φταίω, εγώ τον διάλεξα. Συνειδητοποίησα, όμως, ότι οι άνθρωποι μιλούν για
τους ηθοποιούς. Εμένα δεν με ενδιαφέρουν άμεσα οι ηθοποιοί. Κάπως όμως πρέπει
να ξεκινήσουν οι ταινίες. Γενικά πάντως, βρίσκω ανθρώπους, με ίδιες σκέψεις,
ίδια συναισθήματα, και πριν τα γυρίσματα, στις πρόβες πρέπει να μας κάνω όλους
να παλεύουμε στο ίδιο μήκος κύματος.  Στις
ταινίες μου, έρχομαι σε επαφή και με μουσικούς, ακούω ο ίδιος μουσική και
επιλέγω. Αρχικά φοβόμουνα, δεν ήξερα τι να πω σε έναν συνθέτη. Όταν αρχίζαμε να
μιλάμε, στο τέλος, κατάλαβα τι ήθελα. Και δεν αυτοσχεδιάζω ποτέ. Εκτός αν γίνει
κάτι συνταρακτικό. Είναι μονόδρομος. Ακολουθώ μια πορεία.»



Ο κινηματογράφος


«Μπορούμε να επανεφεύρουμε το σινεμά. Ο κινηματογράφος είναι νεαρός
ακόμη, μόνο ένα αιώνα και ήδη φαίνεται κουρασμένος, γι’ αυτό καλούμαστε να τον
επανεπινοήσουμε και αυτό είναι ωραίο. Υπάρχουν όμως, ταινίες 60 ετών, που
θίγουν ιδέες σήμερα ακόμη ορατές. Για να διατηρηθεί σύγχρονος και μοντέρνος ο
κινηματογράφος πρέπει λοιπόν, να είναι πρωτόγονος. Όλα τα στοιχεία ήταν εκεί
πριν βγει ο κινηματογράφος, στον 19ο αιώνα ακόμη. Πρέπει να βρούμε την
πρωτόγονη δύναμη του. Παραδείγματος χάρη στις βουβές ταινίες, κάμερα, κίνηση,
σκηνικά, όπως όλα αυτά αποτυπώνονται σχεδόν σε στοιχειώνουν. Νιώθεις, ακόμη,
ότι κάποιος σε παρακολουθεί. Αυτή είναι η δύναμη του σινεμά. Επηρεάστηκα από
τις βουβές ταινίες, απέτισα φόρο τιμής σε όλη την γενιά του πρωτοποριακού
κινηματογράφου, τον Γαλλικό – αυτόν παρακολουθούσα, αυτός άρχισε να με γοητεύει
αρχικά. Οι νέοι γυρνάνε μέσω Iphone τώρα. Πρέπει όμως να επανεφεύρουμε το σινεμά χωρίς να χάσουμε την
πρωτόγονη μαγεία του. Και ο κινηματογράφος δεν χρειάζεται να είναι και ακριβός.
Κάποιοι μπορούν να κάνουν με λίγα χρήματα, κάποιοι όχι. Εγώ είμαι από τους
πρώτους. Πάντως ακόμη και αν είχα λύσει οικονομικά ζητήματα,  δυο – τρεις ταινίες θα έκανα παραπάνω. Όταν
δουλεύεις μια ταινία, πρέπει να εξερευνήσεις όλες τις πτυχές πριν καταλήξεις
και άρα χρειάζεται χρόνο. Ο ψηφιακός βοηθά στο να κερδίζουμε χρόνο και χρήματα.
Πιστεύω ότι και περισσότερα χρήματα να είχα, δεν θα γύριζα καλύτερες ταινίες. Η
ουσία είναι να βρεις ανθρώπους ιδιοφυείς, με ίδιο όραμα και σκέψεις. Το βασικό
είναι οι άνθρωποι. Αυτό είναι το πρωταρχικό. Να βρεις τους κατάλληλους.  Έτσι γίνονται οι ταινίες πραγματικότητα. Αυτά
τα χρήματα έχουμε, αυτόν τον προϋπολογισμό. Μετά επινοείς πράγματα για να
κάνεις την ταινία. Ο κινηματογράφος είναι επινόηση, εφεύρεση όπου ζητάει από
κάποιον να είναι επινοητικός και εφευρετικός, είναι μια ολόκληρη περιοχή, ένας
χώρος και πρέπει να παλέψεις για να φτάσεις στον στόχο. Καλή τύχη, λοιπόν,
στους νέους καλλιτέχνες. Δεν έχω άλλη συμβουλή. Ναι, είναι δύσκολο για τους
νέους να πραγματοποιούν μα πρέπει να πειραματίζονται συνεχώς.»

***


Βιογραφία

Ο Καράξ, που
γεννήθηκε Αλεξάντρ Οσκάρ Ντυπόν το 1960, ήταν ο μικρότερος τεσσάρων παιδιών και
ο μοναδικός γιος της Αμερικανίδας κριτικού κινηματογράφου Τζόουν Ντυπόν και του
Γάλλου συζύγου της. Ως έφηβος, παράτησε το σχολείο, πέρασε ώρες στα σινεμά της
Αριστερής Όχθης και υιοθέτησε το όνομα Λεός Καράξ – αναγραμματισμός του Αλέξ
Οσκάρ. Δεν άργησε να ακολουθήσει στα βήματα των κριτικών του Γαλλικού Νέου
Κύματος που εξελίχθηκαν σε σκηνοθέτες. Από συντάκτης των Cahiers du Cinéma
έγινε ηθοποιός κι ύστερα κινηματογραφιστής.


Το Αγόρι
συναντά κορίτσι, η πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία, που έκανε πρεμιέρα στις
Κάννες το 1983, χρωστούσε κάτι λίγο στο Νέο Κύμα, αλλά αποκάλυπτε και πολλά
πράγματα για το προσωπικό του όραμα.


Το Η δική μας
νύχτα, η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του, στην οποία πρωταγωνιστεί το alter
ego του, Ντενί Λαβάν, είναι ένα μεθυστικό μείγμα επιστημονικής φαντασίας και
φιλμ νουάρ. Η ταινία αυτή απέδειξε οριστικά ότι το σινεμά του Καράξ βασίζεται
σε μια κοσμοθεώρηση κι όχι στις ανθρώπινες σχέσεις, και πως η ενσυναίσθηση με
την αποξένωση είναι το κλειδί για να καταλάβουμε τον δικό του ρομαντισμό.


Οι Εραστές της
γέφυρας ήταν μια θεσπέσια, σκοτεινή όσο και ποιητική ιστορία ενός τραγικού
έρωτα ανάμεσα σε δύο άστεγους περιθωριακούς, που έκανε την πρεμιέρα της στις
Κάννες το 1992. Επηρεασμένος από τα προβλήματα στη διανομή, ο Καράξ περίμενε
επτά χρόνια προτού γυρίσει την επόμενη ταινία του: τη σέξι, μυστηριώδη και
βίαιη Pola X, που πήρε τη συνήθη μοιρολατρία του σκηνοθέτη και την ταξίδεψε σε
νέες, καλλιτεχνικά επικίνδυνες πε- ριοχές, δοκιμάζοντας το σθένος του σε πολλά
επίπεδα – στο σενάριο, στις ερμηνείες και στην εικαστική υλοποίηση.


Το Holy Motors,
που έκανε την πρεμιέρα του στο διαγωνιστικό τμήμα του Φεστιβάλ Καννών το 2012
και στο οποίο ο Ντενί Λαβάν ερμηνεύει μια εντυπωσιακή γκάμα αξέχαστων
χαρακτήρων, επιβεβαίωσε πως ο Καράξ, στα 54 του, δεν έχει σκοπό ούτε να συμμορφωθεί,
αλλά ούτε και να επαναλαμβάνεται.


[Από το επίσημο
πρόγραμμα του 8ου Φεστιβάλ Πρωτοποριακού Κινηματογράφου]


Φιλμογραφία

Strangulation Blues (1980) [μικρούμήκους]


BoyMeetsGirl, Αγόρι συναντά κορίτσι(1984)


MauvaisSang, Η δική μας νύχτα(1986)


LesAmantsduPontNeuf, Οι εραστές
της γέφυρας
(1991)


Sans Titre, Χωρίς τίτλο (1997) – [μικρού μήκους]


Pola X (1999)


Tokyo! (2008) – το απόσπασμα
Merde


Holy Motors (2012)


Related stories