Έχοντας
διανύσει πάνω από τις μισές ημέρες της διοργάνωσης και έχοντας προβληθεί ήδη το
μεγαλύτερο ποσοστό των ταινιών, το μόνο που μπορούμε να πούμε είναι ότι το
ελάχιστα διαφημισμένο αυτό καλλιτεχνικό γεγονός, μπορεί και συνεχίζει να
εκπλήσσει καθημερινά. Μπορεί να γεμίζει τις αίθουσες, κυρίως με νέο κόσμο, μπορεί
να έχει παλμό, θέαμα αλλά και ουσία. Μπορεί να επιμορφώνει, να απορροφά, να
ταξιδεύει. Να περιπλανάται από τα μικρά, απομακρυσμένα ελληνικά νησιά σε
σκοτεινές εποχές, έως τα άδυτα της ανθρώπινης βιας και της εκμετάλλευσης, επιχειρώντας
να αποκρυπτογραφήσει συμπεριφορές και να δώσει ένα νέο νόημα στις πράξεις και
τις επιλογές ανθρώπων που εκ πρώτης όψεως φαντάζουν ακατανόητες.
Οι τρεις
ταινίες που έχουμε επιλέξει σήμερα μιλούν για ανθρώπους που αποφασίζουν να
αλλάξουν, να τολμήσουν, να αναζητήσουν το πεπρωμένο τους, ακόμη κι αν αυτό που
πρόκειται να ανακαλύψουν τους εκθέτει, τους απογυμνώνει.
Το “Απόδραση
από την Αμοργό” είναι το τελευταίο πόνημα του γνωστού δημοσιογράφου (και
πλέον ευρωβουλευτή) Στέλιου Κούλογλου. Μετά το αποκαλυπτικό “Η νονά”
ο δημιουργός του βραβευμένου “Ρεπορτάζ χωρίς σύνορα” γυρνά πίσω στα χρόνια της
χούντας, ερευνώντας την ιστορία μιας απόδρασης. Μέσα από εύστοχες συνεντεύξεις
των οικείων του, αλλά κυρίως του ίδιου του πρωταγωνιστή -χρησιμοποιώντας λήψεις
από παλιότερες συνεντεύξεις-, ο σκηνοθέτης επιχειρεί να κατασκευάσει το χρονικό
της εξορίας, του πολύμηνου σχεδιασμού και τελικά της απόδρασης του πολιτικού
κρατούμενου και πρώην υπουργού της Ένωσης Κέντρου Γεωργίου Μυλωνά. Παράλληλα, μέσω
παρεμβαλλόμενων σκηνών και μαρτυριών, αποπειράται να ψηλαφίσει την περίοδο της
δικτατορίας, καταδεικνύοντας τα βασανιστήρια, τη φίμωση της ελευθερίας παντός
τύπου, την κιτς αισθητική, αλλά και το γενικότερο αίσθημα φόβου που καθιστούσε
τους ανθρώπους ανήμπορους να αντιδράσουν (είναι χαρακτηριστική η προβολή ενός
γκάλοπ της εποχής, γύρω από την πολιτική κατάσταση στη χώρα, στο οποίο βέβαια
κανείς δεν θέλει να δηλώσει τίποτα). Παρότι η αφηγηματική ικανότητα των
ερωτηθέντων, κυρίως δε αυτή του ίδιου του πρώην υπουργού, προσθέτουν στο
εγχείρημα μια σχεδόν παραμυθική γοητεία, ωστόσο η ουσία της ιστορίας παραμένει
επίπεδη και αναίτια μακροσκελής (χωρίς βέβαια να υπονομεύεται η αξία της). Επιπλέον,
η αδικαιολόγητη σκηνοθετική δοκιμή δημιουργίας σασπένς και αγωνιάς πέφτει στο
κενό, καθώς το φιλμ εξελίσσεται αργά και τετελεσμένα. Σίγουρα πάντως, μονό
εύστοχη μπορεί να χαρακτηριστεί η κυκλική ολοκλήρωση του φιλμ, με εικόνες που
κλείνουν έξυπνα το μάτι στην σημερινή πολιτική κατάσταση, την ώρα που οι
νεοναζί της Χρυσής Αυγής ξεδιπλώνουν τα σύμβολα της δικτατορίας, θυμίζοντας
σκοτεινές και πονεμένες εποχές.
Η
ταινία θα επαναπροβληθεί την Κυριακή, 22 Μαρτίου, στις 15:30, στην αίθουσα
Φρίντα Λιάππα
Χωρισμένο
σε βασικά θεματικά κεφάλαια, η νέα ταινία του σκηνοθέτη του “Sugar town- Οι γαμπροί” και “Επόμενη ημέρα” Κίμωνα Τσακίρη με τίτλο “Η
αρχαιολόγος” περιγράφει τη σιωπηλή μάχη με το χρόνο, της προϊσταμένης της
εφορίας αρχαιοτήτων Γεωργίας Καραμήτρου-Μεντεσίδη, καθώς ο αρχαιολογικός χώρος
στον οποίο εργάζεται και έχει αφιερώσει τη ζωή της θα πλημμυρίσει από τα νερά
ενός τεχνητού φράγματος της ΔΕΗ, το οποίο είναι έτοιμο προς λειτουργία. Ο σκηνοθέτης
καταγραφεί τον ατέλειωτο κόπο, την αφοσίωση και την υπέρμετρη αγάπη ενός
ανθρώπου για τη δουλειά του, για την ιστορία και τον πολιτισμό (είναι
χαρακτηριστικό το κοντράστ ανάμεσα σε αυτούς που πραγματικά νοιάζονται, και σ
αυτούς που χρησιμοποιούν την ιστορία και την αρχαιότητα κατά το δοκούν) καθώς
γοητεία του κεντρικού πρόσωπου του φιλμ σε παρασέρνει σε ταξίδια της ιστορίας, σε
εμπλέκει με ένα αντικείμενο που ίσως κάποιος θα το θεωρούσε μονότονο και τελικά
πετυχαίνει αυτό που πολλοί θα θεωρούσαν αδύνατο: Να εντυπώσει την ήρεμη δύναμη
και την πηγαία συγκίνηση μιας σύγχρονης αφανούς ηρωίδας που πολέμα απέναντι στο
αναπόφευκτο. Ο χρόνος, κύριο συστατικό της ταινίας, μοιάζει οξύμωρα κάτι το
αχανές και αόριστο, αλλά και κάτι το αυστηρά οριοθετημένο, καθώς τα περιθώρια
για να σωθούν τα πολύτιμα αρχαιολογικά ευρήματα (τα οποία έχουν μείνει θαμμένα
για χιλιάδες χρόνια) ολοένα και στενεύουν. Παρότι το φιλμ αποκτά πολιτιστικό
και οικολογικό προσανατολισμό (θυμίζοντας έντονα την εξόρυξη χρυσού στις
Σκουριές της Χαλκιδικής), χρησιμοποιεί την σεναριακή πρώτη ύλη του χωρίς εξάρσεις αλλά με
ψυχραιμία, εστιάζοντας κυρίως στο έργο ζωής της βαθιά φιλοσοφημένης αρχαιολόγου,
αλλά και στην πολιτισμένα επιβλητική αντίδραση των κάτοικων των γύρω χωριών, που
βλέπουν σιγά σιγά τις κοινότητές τους να ερημώνουν, να μετατρέπονται σε
“ζωντανές νεκροπόλεις”. Επενδυμένο εμφατικά από τη μουσική του Θανάση
Παπακωνσταντίνου, διατηρεί το ενδιαφέρον από την αρχή ως το τέλος προσφέροντας
ένα σχόλιο πάνω στην έννοια της συλλογικής, αλλά και προσωπικής ευθύνης, φέρνοντας
στο νου διαρκώς τον Μάνο Χατζιδάκι και το “Εφιάλτη της Περσεφόνης” του.
Η
ταινία θα επαναπροβληθεί σήμερα Παρασκευή 20 Μαρτίου, στις 18:00, στην αίθουσα
Φρίντα Λιάππα
Μια
κατάσταση καθημερινής βιας, σωματικού και ψυχικού βασανισμού, εκπόρνευσης και
σεξουαλικής κακοποίησης, φανερώνεται στο τολμηρό ντοκιμαντέρ της Κιμ
Λοντζινότο με τίτλο “Ονειροπαγίδα”. Η κάμερα ακολουθεί την πρώην
πόρνη, εθισμένη στα ναρκωτικά και κακοποιημένη ουκ ολίγες φορές Μπρέντα Μάιερς-Πάουελ,
μια δυναμική γυναίκα γεμάτη θέληση και όρεξη για ζωή, καθώς αυτή έχει αναλάβει
το δύσκολο έργο (μέσω της οργάνωσης “Ονειροπαγίδα” στην οποία εργάζεται
εθελοντικά) της στήριξης, βοήθειας και σταδιακής επανένταξης στην κοινωνία των
γυναικών του δρόμου. Αυτών που έχουν κακοποιηθεί σεξουαλικά από τις πιο
τρυφερές τους ηλικίες (δεν μπορεί να χωρέσει ο νους από πόσο μικρές). Σήμερα, αυτή
η πολυτάλαντη και ακούραστη γυναίκα μοιάζει ένας φάρος ελπίδας και μια πηγή
δύναμης για εκατοντάδες γυναίκες και κορίτσια, που προσπαθούν ν’ αλλάξουν τη
ζωή τους. Η ταινία με αδρή επεισοδική δομή, περιπλανιέται στους δρόμους
ακούγοντας τις ιστορίες των γυναικών τις οποίες -όπως εξάλλου και η
πρωταγωνίστριά της- αρνείται να επικρίνει και άπλα ξεσκεπάζει όλο το φάσμα της
φρίκης και της παντός τύπου κακοποίησης που κάταντα να είναι ένα απλό, καθημερινό
φαινόμενο για μερικούς. Ξεκινώντας από τα απολύτως βασικά και θεμελιώδη, η
Μπρέντα επιχειρεί να επικοινωνήσει με τα (περισσότερες φορές) ανήλικα θύματα, θυμίζοντας
τους απλώς ότι δεν φταίνε σε τίποτα, ότι μπορούν να βασίζονται σε αυτήν και ότι
“μετρούν πολύ λίγες μέρες σε αυτόν τον κόσμο για να αντέχουν να αντιμετωπίζουν
τέτοιες καταστάσεις”. Τα αξιοθαύμαστα αποτελέσματα της δουλειάς της, φαίνεται
να σε κάνουν να θες να προσπεράσεις τις φάλτσες νότες του φιλμ, το οποίο
δείχνει να αποτυγχάνει στη δραματουργία, ίσως χωρίς να μπορεί να
συνειδητοποιήσει ότι τελικώς δεν τη χρειάζεται καν. Αυτό πάντως που το
ντοκιμαντέρ αναμφισβήτητα κατακτά, είναι η αίσθηση ότι, αντιπαραβάλλοντας το
φαινομενικό αδιέξοδο, ένας και μονό άνθρωπος μπορεί να κάνει τη διαφορά και να
αλλάξει ριζικά τις ζωές πολλών .
Η
ταινία θα επαναπροβληθεί το Σάββατο, 21 Μαρτίου, στις 23:00, στην αίθουσα
Σταύρος Τορνές