10 μέρες στην Θεσσαλονίκη
Το προηγούμενο Σάββατο, στα ξεκινήματα ακόμη του φετινού φεστιβάλ, κάνω μια μικρή βόλτα στο κέντρο της πόλης μετά την πρωινή δημοσιογραφική προβολή του Capital του Κώστα Γαβρά όπου τραπεζικά προϊόντα και πολιτικές του σήμερα παρουσιάζονται πολύ κυνικά ως παιχνίδι. Ένα παιχνίδι που, σύμφωνα με τον πρωταγωνιστή του, δεν έχει μόνο χαμένους αλλά και κερδισμένους. Η βόλτα είναι μια μικρή αποκάλυψη, καθώς μπορείς να περπατήσεις μόνο σημειωτόν από το πλήθος κόσμου που έχει κατακλύσει την Τσιμισκή, τους μεν, γεμάτους σακούλες με ψώνια, και τους δε (άστεγους, εξαθλιωμένους και μικροπωλητές) να ονειρεύονται ένα κομμάτι της ευτυχίας των πρώτων.
Το αμέσως προηγούμενο βράδυ μετά την προβολή του Holy Motors, μια βόλτα στην ταλαιπωρημένη Βαλαωρίτου, μια περιοχή λεηλατημένη πλέον μέχρι τελευταίας ρανίδας, όπου αμέτρητα μαγαζιά παίζουν από κλαρίνα ως electronica “για να διασκεδάζει ο κόσμος” ξεχνώντας πως όποιος περνά απ’ έξω τα ακούει όλα μαζί να συνθέτουν έναν εκκωφαντικό θόρυβο και αρχίζει να τρέμει στην ιδέα πως θα μπει σε ένα απ’ αυτά. Και εσύ να οργανώνεις τις σκέψεις σου για το τί ήθελε να πει ο Καράξ και αν είναι όντως μεγάλη η νέα του ταινία και σκέφτεσαι πόσο ελιτίστικο ακούγεται ότι θέλεις λίγο καιρό να το σκεφτείς. Φαντάσου να το πεις αυτό στον απηυδισμένο σαλεπιτζή του λιμανιού που είδε τη φετινή ζέστη (αντί του παραδοσιακού κρύου) να του κλέβει το μεροκάματο.
Αυτός ο παραλογισμός της εξωφεστιβαλικής ζωής στην πόλη δε μπορεί να μην οδηγήσει και στην αναζήτηση του αντίστοιχου εντός των αιθουσών. Αν και το φεστιβάλ δε σταμάτησε να μιλά για ανθρωποκεντρικό σινεμά, από την αρχή ο υπερρεαλισμός φαίνεται να ασκεί περισσότερη γοητεία. Το υπέροχο χάος του Holy Motors, ο μαγικός εξωτισμός του Tabu και ίσως η απόλυτη περιγραφή του δεκαημέρου, το Berberian Sound Studio. Ο χαρακτήρας χάνει την επαφή με την πραγματικότητα και μπαίνει μέσα στην ταινία. Αυτό δε συνέβαινε άλλωστε όλες τις μέρες; Η απάντηση στο “πεινάω” κάποιου στο δρόμο είναι “δεν προλαβαίνω, έχω προβολή”.
Περνώντας οι μέρες σε συζητήσεις υπάρχει η κλασική ερώτηση. “Ήταν καλό φέτος το φεστιβάλ;”. Σκέφτεσαι τί τελικά κάνει ένα φεστιβάλ καλό. Κόσμο έχει μπόλικο εδώ και χρόνια, αριθμό ταινιών αρκετά μεγάλο ακόμη αν και μειωμένο σε σχέση με παλιότερα – λογικό λόγω εποχής – οπότε πάντα κάποιες από αυτές είναι ενδιαφέρουσες. Νομίζω πως τα βαριά χαρτιά των μεγάλων φεστιβάλ δεν είναι κριτήριο επιτυχίας – το Holy Motors, το Tabu, το Πίσω από τους Λόφους, το Πρόσωπο της Ομίχλης είναι φιλμ δημιουργών που ξέρουμε και θαυμάζουμε και θα τα δούμε και σε διανομή. Με δεδομένη την παραδοχή του ίδιου του φεστιβάλ ότι οι Ανοιχτοί Ορίζοντες δεν έχουν θεματικό άξονα (άρα πως διάολο να κριθούν σαν σύνολο;) η επιτυχία ή μη, έγκειται κυρίως στο διαγωνιστικό τμήμα, και επί μέρους στα υπόλοιπα τμήματα. Και το διαγωνιστικό η (υποκειμενική) αλήθεια είναι πως ήταν αξιόλογο. Με δυο έξοχα φιλμ (το Χρώμα του Χαμαιλέοντα και το Ταμπούρ) και αρκετά ενδιαφέροντα άφησε πίσω του εποχές που άκουγες διαγωνιστικό τμήμα και έφευγες τρέχοντας.
Στα βραβεία πάντως ο περιβόητος ανθρωποκεντρισμός επικράτησε – αυτή όμως είναι η μια πλευρά των γεγονότων. Η Δανία και το Ισραήλ που έχουν εδώ και 2-3 χρόνια μια στενή σχέση με το φεστιβάλ ήταν οι χώρες των ταινιών που επικράτησαν (Μια Πειρατεία και Επίλογος αντίστοιχα) την ίδια ώρα που για τα βραβεία κοινού δεν υπήρχε για πρώτη φορά καθημερινή ενημέρωση του κοινού για τις βαθμολογίες, γεγονός που θα έκανε τον καθένα καχύποπτο. Όπως και να ‘χει όλα είναι θέμα εντυπώσεων μια που κόπηκαν και τα χρηματικά έπαθλα (αναγκαία για πολλούς δημιουργούς που ποντάρουν σ’ αυτά για να βγάλουν τα έξοδά τους) και ότι γίνεται, γίνεται για τη δόξα. Παρεμπιπτόντως μαζί με τα χρηματικά έπαθλα, κόπηκαν τα master classes, ένα ολόκληρο τμήμα (το experimental forum), αλλά δεν φάνηκαν να κόβονται οι φιλοξενούντες παρατρεχάμενοι – όλα είναι θέμα προτεραιοτήτων.
Στα υπόλοιπα ανακοινώθηκε η Ταινιοθήκη της Θεσσαλονίκης αλλά κανείς δεν κατάλαβε επαρκώς πως ακριβώς θα λειτουργήσει μακροπρόθεσμα, ο Καουρισμάκι διασκέδασε κοροϊδεύοντας δημοσιογράφους στις συνεντεύξεις, τρεις υπέροχες ταινίες του Αγγελόπουλου ομόρφυναν τις μέρες του Νοέμβρη ενώ για την απαραίτητη ίντριγκα ΠΕΚΚ και Φεστιβάλ πλακώθηκαν στο τέλος, με την πρώτη να εκδίδει ανακοίνωση που τη διαβάζεις και εύχεσαι να μην πάθεις έμφραγμα από το γέλιο.
Και του χρόνου.