
Μπορεί να μην έχουμε κολοκύθες και trick or treat, όμως στην Ελλάδα οι ιστορίες τρόμου είναι κομμάτι της παράδοσής μας. Από τα στοιχειωμένα αρχοντικά μέχρι τους βρικόλακες των χωριών και τις μαυροφορεμένες σκιές του βορρά, η ελληνική φαντασία δεν χρειάζεται το Halloween — το ζει κάθε μέρα.
Η οδός Μαύρης Πέτρας, Θεσσαλονίκη
Στην Άνω Πόλη, λένε πως υπάρχει ένας δρόμος που ανοίγει πύλη σε άλλη διάσταση. Όποιος περάσει από τη «Μαύρης Πέτρας» μετά τα μεσάνυχτα, μπορεί να χαθεί στο χρόνο. Οι παλιοί μάλιστα λένε πως όσοι τόλμησαν να περάσουν, «έριξαν μαύρη πέτρα πίσω τους» — κυριολεκτικά και μεταφορικά.
Ο Επιτάφιος των Νεκρών, Κορινθία
Μια νύχτα, ένας ιερέας ξύπνησε πανικόβλητος γιατί άργησε στη λειτουργία. Όταν έφτασε στην εκκλησία, δεν αναγνώριζε κανέναν από τους πιστούς. Ώσπου κατάλαβε πως μπροστά του δεν ήταν άνθρωποι, αλλά ψυχές που τελούσαν… τον δικό τους επιτάφιο. Με έναν εξορκισμό, τα πνεύματα χάθηκαν, αφήνοντάς τον μόνο με το κερί στο χέρι.
Το στοιχειωμένο αρχοντικό του Πηλίου
Στα Λεχώνια της Μαγνησίας, ένα παλιό αρχοντικό κουβαλάει τη βαριά ιστορία του. Δεν τηρήθηκε η παράδοση του κόκορα στα θεμέλια και, σύμφωνα με τον μύθο, τα πνεύματα δεν συγχώρεσαν ποτέ τους ιδιοκτήτες. Στην Κατοχή έγινε στρατηγείο της Γκεστάπο και οι κραυγές των βασανισμένων λένε πως ακόμη αντηχούν στα δωμάτια. Όσοι επιχείρησαν να μείνουν εκεί μετά τον πόλεμο, κατέληξαν σε αρρώστιες και τρέλα.
Οι Βρικόλακες των χωριών
Από τη Μάνη μέχρι τα νησιά του Αιγαίου, οι ιστορίες για ανθρώπους που δεν πέθαναν ποτέ είναι αμέτρητες. Τριγυρνούν τη νύχτα με το φως της πανσελήνου, ψάχνοντας συγγενείς και φίλους — ή ίσως… νέους συντρόφους στο σκοτάδι.
Η Μαυροφορεμένη του Έβρου
Δύο φαντάροι σε φυλάκιο του Έβρου αντικρίζουν μια μαυροφορεμένη γριά να προχωρά μέσα στο σκοτάδι. Όταν τη ρωτούν ποια είναι, εκείνη σιωπά. Μόνο σηκώνει λίγο τη μαύρη μαντήλα της και λέει: «Αυτό που έχεις στη δεξιά σου τσέπη σε έσωσε». Ο στρατιώτης βάζει το χέρι του και βρίσκει ψίχουλα από αντίδωρο. Εκείνη τη στιγμή, η γριά εξαφανίζεται.
Το Διαβολικό Φανάρι, Σπάρτη
Ένας κλητήρας που γύριζε σπίτι του μέσα στη νύχτα βρέθηκε αντιμέτωπος με ένα εκτυφλωτικό φως. Μόλις πλησίασε, ένιωσε ένα βάρος να τον πλακώνει στο στήθος. Λίγο πριν φτάσει στην πόρτα του, πρόλαβε να χτυπήσει δύο φορές και σωριάστηκε νεκρός. Από τότε, πολλοί ορκίζονται ότι βλέπουν εκεί ένα φως που δεν σβήνει ποτέ.
Η Μόρνα, στα Πιέρια Όρη
Το εγκαταλελειμμένο χωριό της Μόρνας, γνωστό και ως «Σκοτεινά», είναι χτισμένο σε μια υγρή γούβα όπου ο ήλιος δεν φτάνει ποτέ. Κανείς δεν μένει πια εκεί, αλλά όσοι τολμούν να πλησιάσουν, μιλούν για ψιθύρους και φώτα που τρεμοπαίζουν στα άδεια σπίτια.
Αν θες να βουτήξεις κι άλλο σε τέτοιες ιστορίες, ψάξε το βιβλίο Παραδόσεις του Νικόλαου Πολίτη (Pelekanos Books) — εκεί όπου η ελληνική τρομάρα γίνεται λογοτεχνία.


