HomeInterviewsΟ σκηνοθέτης Παναγιώτης Γκιζώτης στον Εξώστη

Ο σκηνοθέτης Παναγιώτης Γκιζώτης στον Εξώστη

Ο Παναγιώτης Γκιζώτης είναι ο Θεσσαλονικιός σκηνοθέτης, που με μια ματιά στα έργα του
βλέπει πίσω από το προφανές και συνδυάζει χιούμορ, κοινωνική παρατήρηση και αρκετή δόση πραγματικότητας χωρίς φίλτρα. Με αφορμή την πρόσφατη δουλειά του “Η πόλη ή πως να κοιμηθείτε ήσυχα” παίζει με την ιδέα της σύγχρονης αστικής παράνοιας- αυτής που κρύβουμε κάτω από το χαλάκι, για να μπορέσουμε να κοιμηθούμε το βράδυ. Με την γνωστή του ικανότητα να ισορροπεί ανάμεσα στο χιούμορ και την ενόχληση, ο Γκιζώτης προσεγγίζει το κοινό του όχι με έμφαση στο εντυπωσιακό, αλλά με ειλικρίνεια και σαφή ματιά, για να μπορέσεις, να δεις τα πράγματα αλλιώς.

της Χρύσας Πλιάκου

Πότε και πώς αποφάσισες να ασχοληθείς με τη σκηνοθεσία; Υπήρξε κάποια στιγμή που λειτούργησε ως «σκανδάλη»;

Δεν νομίζω ότι μπορώ να το ανάγω σε μία μονάχα στιγμή· ένα σαφές σημείο καμπής. Σίγουρα αντιλαμβανόμουν αυτή την αλλαγή να συμβαίνει μέσα μου στα χρόνια της δραματικής σχολής. Άρχισε να αναπτύσσεται μέσα μου η ανάγκη της παρατήρησης σε μεγαλύτερο βαθμό από αυτή της μίμησης. Παρατηρούσα τους συμφοιτητές μου επί σκηνής και άρχισα να ενδιαφέρομαι περισσότερο για τη συνολική ιστορία που ο καθένας αφηγούνταν παρά για τα αμιγώς τεχνικά κομμάτια της υποκριτικής τους. Προσπαθούσα να αποστάξω από τη συνολική εικόνα την ουσία της δράσης και τι αυτή μας αφηγείται.

Εκεί, θαρρώ, μπήκε ο πρώτος σπόρος και σιγά σιγά, μέσα από τις ευκαιρίες για δουλειές που μου δόθηκαν στο μέλλον αναπτύχθηκε σε αυτό που είναι σήμερα.

Αν έπρεπε να περιγράψεις το σκηνοθετικό σου ύφος με τρεις λέξεις, ποιες θα διάλεγες και γιατί;

 Λογοκεντρικό, καθώς θεωρώ τον λόγο αναπόσπαστο οδηγό σε οποιαδήποτε δουλειά μου.

Πειραματικό, καθώς επιτρέπω στον εαυτό μου και στους συνεργάτες μου να εξερευνήσουμε μη συμβατικούς τρόπους αφήγησης μιας ιστορίας.

Καθαρό, καθώς θέλω την απλότητα (όχι την απλοϊκότητα) να χαρακτηρίζει τη δουλειά μου.

Στην παράσταση «Η πόλη ή πώς να κοιμηθείτε ήσυχα» που έρχεται τώρα για λίγες εμφανίσεις στη Θεσσαλονίκη, ποιο είναι το βασικό μήνυμα που θέλεις να επικοινωνήσεις στο κοινό;

 Στόχος της παράστασης είναι να στρέψει την προσοχή στον σύγχρονο αστικό μας βίο και όλα τα επιμέρους στοιχεία τα οποία τον απαρτίζουν. Στοιχεία βαθιά προβληματικά που πλέον έχουν γίνει αναπόσπαστα κομμάτια της πραγματικότητάς μας και τα δεχόμαστε δίχως δεύτερη σκέψη. Μέσω της σάτιρας καλούμε το κοινό δει τη ζωή μας σε ένα πιο μακροσκοπικό επίπεδο και να στοχαστεί πάνω στα στοιχεία αυτά που απαρτίζουν την καθημερινότητά μας.

Είσαι από τη Θεσσαλονίκη. Ποια είναι η σχέση σου με την πόλη; Πώς σε έχει διαμορφώσει ως δημιουργό;

 Μια σχέση κάπως γλυκόπικρη πλέον. Την αγαπώ πολύ την πόλη, πραγματικά. Κάθε φορά που έρχομαι για λίγο περνάω πολύ όμορφα με τους ανθρώπους και την αίσθηση της «χαλαρότητας» που τους διακατέχει. Παρόλα αυτά δεν μπορώ να εθελοτυφλώ σε σχέση με την πτώση της καλλιτεχνικής δραστηριότητας που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια όπως και το γεγονός του gentrification της πόλης. Βλέπω σημεία της πόλης που άλλοτε έπαιξαν τόσο καθοριστικό ρόλο στη δημιουργία αυτόνομων πυρήνων δημιουργίας να γίνονται βορά στα νύχια ξένων κεφαλαιούχων που σαρώνουν το καθετί, πάντα στον βωμό του κέρδους. Τρανό παράδειγμα, τα στούντιο μουσικής στην περιοχή της Βαλαωρίτου, τόπος που γεννήθηκαν σχήματα όπως τα Ξύλινα Σπαθιά, οι Τρύπες, αργότερα οι Chinese Basement και πολλά άλλα, να εξαλείφονται για να έρθουν στη θέση τους πρόσκαιρα Airbnb.

Από την άλλη, τα πανεπιστήμια της πόλης και η βίαιη έξωση των φοιτητών από αυτά. Μεγάλωσα σε ένα πανεπιστήμιο που μέσα από αυτό γνώρισα τις Τέχνες. Τόσες θεατρικές, μουσικές, κινηματογραφικές, φωτογραφικές (και τόσες άλλες) ομάδες έδιναν ζωή και πνοή στο campus, διαμόρφωναν χαρακτήρες, ζύμωναν προσωπικότητες. Λόγω αυτών είμαι εδώ που είμαι τώρα, λόγω αυτών κάνω αυτό που κάνω· αυτό που αγαπώ. Φοβάμαι στη σκέψη τι θα ήμουν σήμερα δίχως αυτές. Φοβάμαι στη σκέψη τι θα γίνει τώρα που οι περισσότερες από αυτές πλέον δεν είναι εδώ.

Πώς ανταποκρίνεται το κοινό της Θεσσαλονίκης σε νέες ή πιο εναλλακτικές προτάσεις; Είναι ανοιχτό ή συντηρητικό;

Δεν γνωρίζω να απαντήσω, λείπω και 4 χρόνια πλέον από την πόλη. Εικάζω ότι οι άνθρωποι θα είναι πρόθυμοι για κάτι διαφορετικό. Ακόμη και αν δεν είναι κάτι του γούστου σου μπορείς να καταλάβεις εάν κάτι είναι καλοδουλεμένο, με συνοχή και υπάρχει ένας απώτερος σκοπός που αυτό συμβαίνει. Το βλέπω άλλωστε και στις μουσικές σκηνές της πόλης αυτό που τις επισκέπτομαι ανελλιπώς.

Υπάρχει κάποια γειτονιά, χώρος ή στιγμή στην πόλη, που σε εμπνέει ιδιαίτερα;

Πλέον, θα πω, το πιο μακρινό τραπεζάκι στο Ντόμινο, όπου πάντα διαβάζω μόνος.

Παλαιότερα ήταν το μικρό παρκάκι κάτω από το εγκαταλελειμμένο νοσοκομείο Παναγία, στην Κρήνη. 19 χρονών, άνοιξη προς καλοκαίρι (καλή ώρα), ποδηλατάδα ως εκεί με κολατσιό, καφέ και μια ψάθα στην τσάντα να διαβάζω Ντοστογιέφσκι μέχρι το σούρουπο. La Bonne Vie.

Αν μπορούσες να αλλάξεις κάτι στο πολιτιστικό τοπίο της πόλης, τι θα ήταν αυτό;

Την αντιμετώπιση του κόσμου ως προς τις τέχνες (συμπεριλαμβανομένων και των καλλιτεχνών).

Ποιες είναι οι μεγαλύτερες προκλήσεις που έχεις αντιμετωπίσει στον χώρο;

Νομίζω τον τρομερά μεγάλο φόρτο εργασίας που προκύπτει όταν δημιουργείς μια αυτόνομη παραγωγή. Ωράρια του τύπου 7/7 12ωρα πλέον φαντάζουν αυτονόητα σε όλους τους ανθρώπους του χώρου και έχουν γίνει μια κανονικότητα. Πρέπει να προβάλλεις τρομερά σθεναρές αντιστάσεις για να μπορέσεις να κρατήσεις ακέραια κάποια κομμάτια του εαυτού σου σε αυτές τις συνθήκες.

Πως αντιμετωπίζεις εσύ την απόρριψη ή την πίεση στον καλλιτεχνικό χώρο;

Συνεχίζοντας τη δουλειά μου.

Σε μια πόλη με πρωταγωνιστές την εικόνα και το περιεχόμενο, τι πιστεύεις ότι κάνει ένα έργο να ξεχωρίζει;

Η δουλειά σου. Είναι πολύ εύκολο να μπεις στον χορό της εικόνας και να βάλεις σε δεύτερη μοίρα το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα καθώς αυτό που θα «φέρει εισιτήρια» είναι το πρώτο. Είμαστε καλλιτέχνες και πρέπει να κρινόμαστε μονάχα από τη δουλειά μας και αυτό πάντα διαφαίνεται στη σκηνή.

Ποια είναι τα μελλοντικά σου σχέδια;

Θέλω σίγουρα να ξεκουραστώ καθώς ήταν μια πολύ δύσκολη χρονιά και να διαβάσω για τα επερχόμενα της επόμενης χρονιάς. Το καλοκαίρι θα σκηνοθετήσω επίσης μια μουσικοθεατρική παράσταση σε ένα αρχαίο θέατρο της Πελοποννήσου.

Η πόλη ή πώς να κοιμηθείτε ήσυχα / Artbox Fargani, Θεσσαλονίκη

Related stories

Η μπλε κουζίνα της Λίας είναι έρωτας με την πρώτη ματιά

φωτογραφίες: Έπη Παπαπετρίδου Η Λία μας φιλοξένησε στην υπέροχη κουζίνα...

5 Σεπτεμβρίου. Η σφαγή του Μονάχου

Από το Γιώργο Καρακασίδη Στις 5 Σεπτεμβρίου 1972, κατά τη...

Αφιέρωμα: Μάνες στην Μεγάλη Οθόνη

Μάνα είναι μόνο μία και κρίνοντας από τις απεικονίσεις...

Μικρές λεπτομέρειες, μεγάλα θαύματα: Ο Τάσος Χαλκιόπουλος ανακαλύπτει την ποίηση της καθημερινής Αθήνας

στη Δέσποινα Πολυχρονίδου Ο Τάσος Χαλκιόπουλος έχει μια σπάνια ικανότητα:...