HomeCinemaΟι ταινίες που ξεχώρισα στο 27ο Φεστιβάλ...

Οι ταινίες που ξεχώρισα στο 27ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης

Γράφει η Φανή Εμμανουήλ

Το 27ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης έριξε την αυλαία του την Κυριακή 16 Μαρτίου με την προβολή του Marlee Matlin: Not Alone Anymore της Shoshannah Stern. Αν και η ταινία λήξης ήταν κάπως χλιαρή, με αρκετούς θεατές να αποχωρούν πριν από το τέλος της, η συνολική εικόνα του φεστιβάλ έδειξε πως ο κόσμος είχε επιθυμήσει το σινεμά στις αίθουσες του λιμανιού. Ήταν ένα δεκαήμερο γεμάτο προβολές και παράλληλες εκδηλώσεις, με απανωτά sold out, workshops και πάνελ για κάθε ενδιαφέρον. Παλεύοντας με την ιδέα να μείνω έξω στον ήλιο αντί να κλειστώ στη σκοτεινή αίθουσα, τελικά υπέκυψα στη μαγεία του σινεμά και κατάφερα να δω 14 ταινίες. Από αυτές, ξεχώρισα και προτείνω τις παρακάτω.

Coexistence, My Ass!

Πολυεπίπεδο, ξεκαρδιστικό και τραγικό at the same time. Το ντοκιμαντέρ της Amber Fares με πρωταγωνίστρια την Noam Shuster Eliassi χρησιμοποιεί ως αφηγηματική ραχοκοκαλιά ένα από τα stand-up νούμερά της πρωταγωνίστριας, και ισορροπεί αριστοτεχνικά ανάμεσα στο καυστικό χιούμορ και τη σπαρακτική συγκίνηση. Ο τίτλος προέρχεται από την ομώνυμη κωμική παράσταση που ανέπτυξε στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, κατόπιν πρόσκλησης. Μέσα από τη ρουτίνα της, η Eliassi ξετυλίγει ένα πραγματικά μοναδικό προσωπικό ταξίδι ως Ισραηλινή γυναίκα με ρίζες από μια Ιρανοεβραία μητέρα και έναν Ρουμανοεβραίο πατέρα—μια ταυτότητα γεμάτη αντιφάσεις, αλλά και ανεξάντλητο υλικό για σάτιρα. H Eliassi οφείλει μεγάλο μέρος της προοδευτικής κοσμοθεωρίας της στα παιδικά της χρόνια στο Neve Shalom/Wahat al-Salam—το μοναδικό χωριό στο Ισραήλ όπου Παλαιστίνιοι και Εβραίοι συνυπάρχουν αρμονικά, και μάλιστα από δική τους επιλογή.

Γυρισμένο σε μια πενταετία γεμάτη ανατροπές, το Coexistence, My Ass καταγράφει την άνοδο της Eliassi ως καλλιτέχνιδας, μαζί με την υποστήριξη—και την αντίδραση—που αυτή συνεπάγεται. Κάποιοι Ισραηλινοί την κατηγορούν ότι δείχνει μεγαλύτερη αλληλεγγύη στους Παλαιστίνιους παρά στον ίδιο της τον λαό. Παρόλο που η ίδια αντιμετωπίζει τα επιθετικά σχόλια με χιούμορ, η ταινία αποκαλύπτει το ψυχολογικό τους βάρος. Μέσα από μια λιτή, ουσιαστική αφήγηση, βλέπουμε επίσης την περίοδο που νόσησε από COVID το 2020, απομονωμένη σε ξενοδοχείο καραντίνας στην Ιερουσαλήμ, όπου έκανε stand-up για Ισραηλινούς και Παλαιστίνιους ασθενείς—ένα στιγμιότυπο που συμπυκνώνει το όραμά της για ενότητα.

Το πιο σκληρό κεφάλαιο της ταινίας εκτυλίσσεται λίγο πριν τις 7 Οκτωβρίου 2023, τη μέρα που η Χαμάς εξαπέλυσε επίθεση στο Ισραήλ. Η απάντηση του Ισραήλ—μια στρατιωτική επιχείρηση που κόστισε τη ζωή σε περισσότερους από 46.000 Παλαιστίνιους—συγκλονίζει την Eliassi. Καθώς βλέπει ακόμα και προοδευτικούς φίλους της να αλλάζουν στάση απέναντι στα παλαιστινιακά δικαιώματα, παραμένει αμετακίνητη στη δική της θέση: η πραγματική ειρηνική συνύπαρξη προϋποθέτει ισότητα, όχι σχέση καταπιεστή-καταπιεζόμενου. Με οξυδέρκεια και αιχμηρό χιούμορ, μετατρέπει ριζοσπαστικές ιδέες σε κωμωδία, αποδεικνύοντας πως το γέλιο μπορεί να είναι και βαθιά πολιτική πράξη.

The Queen of Versailles

Το πάντα επίκαιρο έργο της Lauren Greenfield ασκεί αιχμηρή κριτική στην τοξική πλευρά του υπερκαταναλωτισμού, σχολιάζοντας την παρακμή μιας νεόπλουτης τάξης που ξοδεύεται σε εφήμερες απολαύσεις. Μέσα από τον φακό της, αποτυπώνει με εντυπωσιακή οξυδέρκεια τις παραμορφωμένες όψεις της σύγχρονης εκδοχής του Αμερικανικού Ονείρου. Στο ντοκιμαντέρ της The Queen of Versailles (2012), που προβλήθηκε την προτελευταία μέρα του 27ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ, γνωρίζουμε την Jackie και τον David Siegel, καθώς και τα οκτώ παιδιά τους. Η Jackie, πρώην βασίλισσα ομορφιάς, είναι παντρεμένη με τον David, δισεκατομμυριούχο και αυτοαποκαλούμενο «βασιλιά των χρονομεριστικών μισθώσεων». Μαζί, κατασκευάζουν το σπίτι των ονείρων τους—μια τεράστια έπαυλη, εμπνευσμένη από το Ανάκτορο των Βερσαλλιών—μέχρι που η οικονομική κρίση τούς χτυπά αλύπητα.

Η Greenfield σκιαγραφεί την πτώση τους μέσα από ένα ψηφιδωτό πορτρέτων: της οικογένειας, των φίλων, των συνεργατών, των νταντάδων, ακόμα και των παιδιών, καταγράφοντας τη στιγμή που ο κόσμος τους καταρρέει. Η ύφεση του 2008 πλήττει σφοδρά την επιχείρηση του Siegel, οδηγώντας σε απολύσεις τόσο στη δουλειά όσο και στο σπίτι, δοκιμάζοντας για πρώτη φορά την καλομαθημένη οικογένεια. Σωροί από περιττώματα σκύλων συσσωρεύονται, τα κατοικίδια πεθαίνουν από ασιτία, τα νεύρα ξεσπούν, και ο πολυτελής τρόπος ζωής των Siegel μεταμορφώνεται από μια γκροτέσκα εκδοχή του Αμερικανικού Ονείρου σε ένα θέαμα αντάξιο ριάλιτι σόου.

Η σάτιρα δύσκολα χρειάζεται έμφαση—αν και η σκηνοθέτιδα έχει κατηγορηθεί για χειραγώγηση, με την οικογένεια να της κάνει μήνυση μετά την πρεμιέρα της ταινίας. Παρ’ όλα αυτά, είναι αδύνατο να μη νιώσει κανείς κάποια συμπάθεια, ιδιαίτερα για την Jackie, η οποία, από στερεοτυπική καταναλωτική “ξανθιά”, μεταμορφώνεται σε μια, έστω και αμήχανα, ταπεινωμένη μητριαρχική φιγούρα, χωρίς να χάσει τη φυσική της αισιοδοξία. Πέρα από την ηδονή που προκαλεί η θέα της πτώσης τους, η ταινία υποδηλώνει ότι οι Siegel δεν είναι μια μοναδική περίπτωση, αλλά μάλλον η ακραία εκδοχή ενός ευρύτερου φαινομένου: του υπερφιλόδοξου, υπερχρεωμένου τρόπου ζωής που, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, χαρακτηρίζει τη σύγχρονη κοινωνία.

 Move Ya Body: The Birth of House

Το Move Ya Body: The Birth of House αφηγείται την ιστορία της γέννησης της house μουσικής στα τέλη της δεκαετίας του 1970, σε ένα Σικάγο που μαστιζόταν από φυλετικό διαχωρισμό και βία. Σε σκηνοθεσία του Elegance Bratton, το ντοκιμαντέρ ανασυνθέτει αυτή την ιστορία μέσα από τις αφηγήσεις των Μαύρων, Λατίνων και queer πρωτοπόρων που δημιούργησαν το είδος στα underground κλαμπ της πόλης. Η ταινία αποτυπώνει με νοσταλγική αλλά ζωντανή αφήγησή την ενέργεια και την ανθεκτικότητα αυτών των νεαρών καλλιτεχνών και μεταφέρει το κοινό στο πολιτιστικό κίνημα που πυροδότησε η house μουσική.

Το ντοκιμαντέρ εντοπίζει τις ρίζες της house σε μια καθοριστική στιγμή: τη «Νύχτα της Καταστροφής της Disco» το 1979. Ο ραδιοφωνικός παραγωγός Steve Dahl και άλλοι θαυμαστές της ροκ οργάνωσαν ένα event για να καταστρέψουν δίσκους disco, βλέποντας το είδος ως σύμβολο της Μαύρης και queer κουλτούρας. Αυτό που ξεκίνησε ως διαμαρτυρία εξελίχθηκε σε βίαιη εξέγερση με έντονα ρατσιστικά και ομοφοβικά στοιχεία. Ο Vince Lawrence, ένας από τους κεντρικούς πρωταγωνιστές της ταινίας, βρισκόταν εκεί και έγινε μάρτυρας αυτού του γεγονότος, που όχι μόνο σηματοδότησε το τέλος της disco αλλά και τη γέννηση της hip-hop και της house μουσικής. Ο Bratton συνδυάζει συνεντεύξεις, δραματοποιημένες αναπαραστάσεις και αρχειακό υλικό για να αναδείξει την ακούραστη δημιουργικότητα του Lawrence και των συνεργατών του, καθώς δημιούργησαν έναν εντελώς νέο ήχο.

Πέρα από τη γιορτή της house μουσικής, το Move Ya Body αποκαλύπτει και την εκμετάλλευση που υπέστησαν οι πρωτοπόροι της. Ενώ καλλιτέχνες όπως ο Lawrence και ο Jesse Saunders έβαλαν τα θεμέλια του είδους, δισκογραφικές εταιρείες και mainstream DJs αργότερα ιδιοποιήθηκαν και εμπορευματοποίησαν τις καινοτομίες τους. Η ταινία παρουσιάζει χαρακτηριστικές φιγούρες, όπως η Rachael Cain, η οποία αρχικά απέρριπτε τη house μουσική, αλλά αργότερα διεκδίκησε την πατρότητα της επιτυχίας της. Παρόλα αυτά, αντί να επικεντρώνεται στην πικρία, το ντοκιμαντέρ του Bratton παραμένει ένας θριαμβευτικός φόρος τιμής στη house και την πολιτιστική της επιρροή. Με έναν συνδυασμό ιστορικής ανάλυσης και συναρπαστικής αφήγησης, το Move Ya Body αποδίδει επιτέλους την αναγνώριση που αξίζει στους πρωτοπόρους που άλλαξαν τη μουσική για πάντα.

Undercover: Exposing the Far Right

Ένα ντοκιμαντέρ όπως ακριβώς θα έπρεπε να είναι όλα: αποκαλυπτικό, αιχμηρό και άρτια δομημένο. Σε διάρκεια άνω των 90 λεπτών, ακολουθεί ερευνητές της οργάνωσης Hope Not Hate καθώς εντοπίζουν ακροδεξιούς εξτρεμιστές. Αρχικά, η αποστολή τους μοιάζει περιττή—τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης βρίθουν από μέλη της alt-right που διακηρύσσουν ανοιχτά τις απόψεις τους. Οι ταραχοποιοί φυλετικών συγκρούσεων στη Βρετανία, όπως και εκείνοι που πρωταγωνίστησαν στα γεγονότα στο Charlottesville το 2017 και στο Καπιτώλιο το 2021, δεν έδειχναν καμία διάθεση να κρυφτούν.

Ωστόσο, όσο το ντοκιμαντέρ ξετυλίγεται, γίνεται ολοένα και πιο σαφές πόσο απαραίτητη είναι η δράση αυτών των δημοσιογράφων—και πόσα περισσότερα κρύβονται κάτω από την επιφάνεια. Πρόκειται για ένα έργο που κόβει την ανάσα. Ο δύο βασικοί συντελεστές, Harry Shukman και Patrik Hermansson βρίσκονται διαρκώς σε κατάσταση έντασης, καθώς μια κρυφή κάμερα που μπορεί να αποκαλυφθεί ή μια απρόσεκτη λέξη που θα τους προδώσει θα μπορούσαν να τους θέσουν σε σοβαρό κίνδυνο, ένταση η οποία υπερτονίζεται όταν μαθαίνουμε πως οι ομάδες γνωρίζουν πως βρίσκονται υπό διείσδυση—αν και αγνοούν από ποιον.

Το ντοκιμαντέρ ήταν κανονισμένο να προβληθεί στο φεστιβάλ κινηματογράφου του Λονδίνου (BFI), αποσύρθηκε την τελευταία στιγμή) λόγω ανησυχιών για την ασφάλεια. Η ταινία δεν είχε ανακοινωθεί δημόσια πριν από την προγραμματισμένη παγκόσμια πρεμιέρα της, αλλά οι διοργανωτές αποφάσισαν τελικά να ακυρώσουν την προβολή. Η διευθύντρια του φεστιβάλ, Kristy Matheson, χαρακτήρισε την απόφαση σπαρακτική αλλά αναγκαία, αφού εξετάστηκαν όλες οι πιθανές επιλογές για μια ασφαλή προβολή. Εξήρε το ντοκιμαντέρ ως ένα από τα καλύτερα που είχε δει φέτος, αλλά τόνισε ότι η ασφάλεια και η ψυχική υγεία των εργαζομένων του φεστιβάλ έπρεπε να είναι προτεραιότητα.

Related stories

Safe Sex: Η ταινία που καθρέφτισε τη φούσκα πριν σκάσει

γράφει ο Κυκλοθυμικός Το 1999 θα βγει στους κινηματογράφους μια...

Η Γκόλφω ξαναγράφει την δική της ιστορία από την θεατρική ομάδα Artοποιοί

Οι Artοποιοί ξεκίνησαν όπως όλες οι όμορφες ιστορίες αυτής...