Η ιστορική «Αγορά Βλάλη» της Θεσσαλονίκης, παραμένει ένα από τα πιο αυθεντικά κομμάτια της πόλης — ένας λαβύρινθος από πεζοδρόμους, παλιά κτίρια και αρώματα που ξεπηδούν από μπαχαρικά, τυριά και φρεσκοκομμένα βότανα. Μέσα σε αυτό το σκηνικό που κρατάει ακόμα την αύρα άλλων εποχών, ο επισκέπτης μπορεί να νιώσει τη Θεσσαλονίκη αλλιώς: παραδοσιακή, αυθεντική και σχεδόν σταματημένη στον χρόνο.
Τα τελευταία χρόνια, όμως, νέα μαγαζιά έδωσαν καινούργιο παλμό στην περιοχή. Φοιτητικά στέκια με τραπεζάκια στον πεζόδρομο, ζωντανή μουσική σχεδόν κάθε βράδυ, πολύχρωμα φώτα και σύγχρονα στέκια που στήνονται από νέους ανθρώπους. Το αποτέλεσμα; Μια μοναδική μίξη παλιού και καινούργιου, που κάθε βράδυ γεμίζει με ζωή όταν κατεβαίνουν τα στόρια των εμπόρων.
Μέσα στα στενά της αγοράς, έκανε την εμφάνισή του ένα μικρό αλλά γεμάτο χαρακτήρα στέκι, που παντρεύει τη street cool αισθητική με μια ιδιαίτερα προσεγμένη λίστα κοκτέιλ. Το Tzela Delta ήταν ένα τολμηρό εγχείρημα σε έναν μικρό industrial χώρο με επιλεγμένες και ασυνήθιστες μουσικές. Το concept του είναι φρέσκο και ξεχωρίζει, ειδικά αν σκεφτεί κανείς την τοποθεσία του. Από τις αρχές, είχε καταφέρει να κεντρίσει το ενδιαφέρον του κόσμου, που δείχνει να το αγκαλιάζει και να θέλει να εμβαθύνει στη φιλοσοφία του – και γεμίζει από το πρωί!
Τζέλα Δέλτα
Το καφενείο του Μήτσου, χωμένο μέσα στην καρδιά της αγοράς, είναι ενα από τα πιο αυθεντικά δείγματα της παραδοσιακής Θεσσαλονίκης. Ο Δημήτρης Παντζαρτζίδης, ψυχή του μαγαζιού, μαγειρεύει καθημερινά με υλικά που βρίσκει στους διπλανούς πάγκους της αγοράς: φρέσκα, τίμια και γεμάτα γεύση. Το ψωμί είναι προζυμένιο και ζυμωμένο στο χέρι, το λάδι δικής του παραγωγής, ενώ τα σερβίτσια είναι όλα χειροποίητα κεραμικά.
Στου Μήτσου
Στην άλλη γωνία, στο Καπηλειό, αν αργήσεις να πας, δε θα βρεις ούτε σκαμπό. Το έχουν δύο αδέρφια, ο Κώστας και ο Χρήστος, που αποφάσισαν να αναστήσουν το ταβερνάκι του πατέρα τους. Το μαγαζί ανοίγει μετά τις 20.00 και μαζεύει φοιτητές από νωρίς – τόσους πολλούς που αν δεν πατήσεις πόδι γύρω στις 8 και κάτι, δύσκολα θα βρεις καρέκλα ν’ ακουμπήσεις.
Ο Κώστας (φωτο) έχει βρει το μυστικό για να γεμίζει το μαγαζί του κάθε βράδυ
Το σκηνικό είναι καθαρά ελληνικό, πεζόδρομος, μερακλίδικη διάθεση, μουσικές, και τσουγκρίσματα ποτηριών. Όλα τα τραπέζια είναι έξω – στο δρόμο – και η ενέργεια μοιάζει με παλιά γιορτή της γειτονιάς, αφού, σηκώνονται και χορεύουν στο δρόμο.
Αν και βαθιά ριζωμένη στην ιστορία και στην εμπορική ταυτότητα της Θεσσαλονίκης, το Καπάνι εξελίσσεται από τις ιδιωτικές πρωτοβουλίες, και αποδεικνύει ότι μπορεί να παραμένει ζωντανή, χωρίς να χάσει την αυθεντικότητά της. Το παλιό συνυπάρχει αρμονικά με το καινούργιο. Κάθε γωνιά της αγοράς αφηγείται μια διαφορετική ιστορία – είτε μέσα από τον παλιό φούρνο, είτε από το ταβερνάκι που αναστήθηκε από τα αδέρφια, είτε από το νεοσύστατο μπαρ που φέρνει νέα ενέργεια.
Ωστόσο, πίσω από την ατμόσφαιρα γιορτής και τις εικόνες μιας αγοράς που σφύζει από ζωή, κρύβεται και η άλλη όψη: οι πολυαναμενόμενες αναπλάσεις στο Καπάνι έχουν καθυστερήσει σημαντικά, αφήνοντας την περιοχή σε μια ιδιότυπη στασιμότητα. Οι υποδομές παλιώνουν, η καθημερινότητα εμπόρων και καταστηματαρχών δυσκολεύει, και ο φόβος ότι η γραφειοκρατία θα “παγώσει” μια τόσο δυναμική περιοχή είναι υπαρκτός.
Η περιοχή δεν έγινε ‘hip’ γιατί το προσπάθησε – έγινε γιατί όσοι επένδυσαν σε αυτήν δεν φοβήθηκαν να κρατήσουν τα καλά της στοιχεία.