HomeNewsroomΘεσσαλονίκη υπό ασφυξία - Η αλήθεια για...

Θεσσαλονίκη υπό ασφυξία – Η αλήθεια για τον αέρα της πόλης: Ποιοι κινδυνεύουν περισσότερο και γιατί

Η Θεσσαλονίκη συγκαταλέγεται πλέον στις πιο μολυσμένες περιοχές της Ελλάδας, με τα επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης να αποτελούν διαρκή και ορατό κίνδυνο για τη δημόσια υγεία. Νέα έρευνα, που δημοσιεύτηκε στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό The American Statistician, επιβεβαιώνει αυτό που οι πολίτες της πόλης βιώνουν σχεδόν καθημερινά: μια ασφυκτική πραγματικότητα, στην οποία η ζέστη και η ρύπανση σχηματίζουν ένα επικίνδυνο δίδυμο.

Η μελέτη επικεντρώνεται σε έναν από τους πιο ύπουλους ρύπους –τα μικροσωματίδια PM10 και PM2.5– και αναλύει την αλληλεπίδρασή τους με την άνοδο της θερμοκρασίας, ιδιαίτερα τους θερινούς μήνες. Η εικόνα είναι ανησυχητική: όταν η θερμοκρασία ξεπερνά τους 33 βαθμούς Κελσίου, ο κίνδυνος θνησιμότητας αυξάνεται δραματικά· όταν ξεπερνά τους 40, σχεδόν διπλασιάζεται.

Η μεταδιδακτορική ερευνήτρια του Εργαστηρίου Φυσικής της Ατμόσφαιρας του ΑΠΘ, Δάφνη Παρλιάρη, τονίζει ότι η κατάσταση στην πόλη δεν μπορεί πλέον να αγνοείται. Η Θεσσαλονίκη, πέρα από τις ανθρωπογενείς πηγές ρύπανσης –κίνηση, καύσεις, κλιματιστικά, κεντρική θέρμανση– εμφανίζει και υψηλή ρύπανση υποβάθρου, δηλαδή ρύπανση ανεξάρτητη από την ανθρώπινη δραστηριότητα. Η γεωμορφολογία της πόλης, το πυκνό πολεοδομικό της πρόσωπο και η μείωση της έντασης του Βαρδάρη επιτείνουν την αδυναμία απομάκρυνσης των ρύπων.

Η ερευνητική ομάδα ανέπτυξε ένα στατιστικό μοντέλο που αποτυπώνει την επίδραση του θερμικού στρες και της ρύπανσης στον ανθρώπινο οργανισμό, με ιδιαίτερη έμφαση στον δείκτη θνησιμότητας. Τα αποτελέσματα είναι σαρωτικά: ο κίνδυνος για την υγεία αυξάνεται ραγδαία όσο ανεβαίνει η θερμοκρασία και ταυτόχρονα οι ρύποι παραμένουν υψηλοί. Και το καλοκαίρι πια δεν είναι μόνο τρεις μήνες – έχει επεκταθεί από τον Μάιο έως τον Σεπτέμβριο.

Η κ. Παρλιάρη επισημαίνει την επιτακτική ανάγκη για πολιτικές πρόληψης και προστασίας των ευάλωτων ομάδων: ηλικιωμένοι, βρέφη, άτομα με προϋπάρχοντα νοσήματα, αλλά και επαγγελματίες που εργάζονται σε εξωτερικούς χώρους. «Δεν αρκεί να μιλάμε γενικά για το κοινό. Χρειάζεται στοχευμένη στρατηγική προστασίας, ανά κατηγορία και ανά φύλο, γιατί οι κίνδυνοι δεν είναι ίδιοι για όλους», σημειώνει.

Πώς επιδρά στην υγεία ο συνδυασμός ζέστης και ρύπανσης;

Η θερμική επιβάρυνση φθείρει τον οργανισμό και επιδεινώνει σωματικές και ψυχικές παθήσεις. Σε συνδυασμό με την ατμοσφαιρική ρύπανση –που πλήττει το καρδιαγγειακό, το αναπνευστικό και το ανοσοποιητικό σύστημα– οι επιπτώσεις πολλαπλασιάζονται, ακόμα και για άτομα που θεωρούνται νέοι και υγιείς.

Η επιστημονική κοινότητα κρούει τον κώδωνα του κινδύνου: δεν πρόκειται για μεμονωμένα περιστατικά, αλλά για μια σταθερή και διαρκώς επιδεινούμενη απειλή για τη δημόσια υγεία. Η αλληλεπίδραση αυτών των δύο παραγόντων δημιουργεί ένα περιβάλλον στο οποίο η επιβίωση δεν είναι δεδομένη.

Μια απόπειρα πρόληψης: το «Σύστημα Περιβαλλοντικής Διαχείρισης»

Στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού έργου LIFE SIRIUS, δημιουργήθηκε το «Ενοποιημένο Σύστημα Περιβαλλοντικής Διαχείρισης», μια ψηφιακή πλατφόρμα που παρέχει δεδομένα σε πραγματικό χρόνο για τις περιβαλλοντικές συνθήκες της Θεσσαλονίκης. Το σύστημα –αποτέλεσμα συνεργασίας του ΑΠΘ, του Δήμου Θεσσαλονίκης και ερευνητικών ομάδων από τη Ρώμη και τη Λευκωσία– αποτυπώνει τις συνθήκες θερμικού στρες και ρύπανσης σε επιμέρους περιοχές της πόλης και προειδοποιεί μέσω χρωματικής κλιμάκωσης (πράσινο, κίτρινο, πορτοκαλί, κόκκινο).

Αν και απευθύνεται κατά κύριο λόγο σε φορείς άσκησης πολιτικής, η πλατφόρμα είναι προσβάσιμη και από το κοινό, δίνοντας στους πολίτες τη δυνατότητα να ενημερώνονται και να προστατεύονται.

Ένα βήμα πριν το μη αναστρέψιμο;

Η Θεσσαλονίκη δεν είναι απλώς μια πόλη με «λίγο παραπάνω καυσαέριο». Είναι μια μητροπολιτική περιοχή που πλέον απειλεί τους ίδιους της τους κατοίκους, κυρίως τους πιο ευάλωτους. Οι επιστημονικές αποδείξεις υπάρχουν, τα δεδομένα είναι προσβάσιμα και οι λύσεις προτείνονται. Το ερώτημα που παραμένει είναι αν θα υπάρξει πολιτική και κοινωνική βούληση να υλοποιηθούν έγκαιρα.

Γιατί κάθε μέρα καθυστέρησης μεταφράζεται σε απώλεια – και όχι πάντα μεταφορικά.

Related stories