Η ταινία Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα (1965), σε σενάριο και σκηνοθεσία του Γιώργου Τζαβέλλα, αποτελεί μία από τις πιο εμβληματικές ελληνικές κωμωδίες όλων των εποχών. Πρωταγωνιστούν ο Γιώργος Κωνσταντίνου και η Μάρω Κοντού, στο ρόλο ενός παντρεμένου ζευγαριού που ζει στο μεταίχμιο δύο κόσμων: της παλιάς, πατριαρχικής Ελλάδας και της νεότερης, πιο ισότιμης πραγματικότητας. Με φόντο την αστική ζωή και με χιούμορ που συχνά ακουμπά κοινωνικές παρατηρήσεις, η ταινία καταφέρνει να σατιρίσει ευφυώς τους ρόλους των φύλων, τις προκαταλήψεις, αλλά και τις μικρές ανθρώπινες αδυναμίες της καθημερινότητας.
Η σκηνή-ορόσημο της ταινίας είναι το περίφημο μονόπλανο στο μπαλκόνι, όπου ο Κωνσταντίνου –στο ρόλο του αυστηρού και “παραδοσιακού” Μάνθου– παραδέχεται με τρυφερότητα πως “ο άντρας πρέπει να αγαπάει και να φροντίζει τη γυναίκα του”. Ο σκηνοθέτης απαίτησε η σκηνή να γυριστεί σε ένα συνεχόμενο πλάνο, και η τελειότητα ήρθε στην τέταρτη λήψη. Η στιγμή αυτή θεωρήθηκε προοδευτική για τα δεδομένα της εποχής, φτάνοντας μάλιστα κοντά στη λογοκρισία, καθώς έδειχνε έναν άντρα να “υποχωρεί” συναισθηματικά. Παρ’ όλα αυτά, η ταινία αγαπήθηκε αμέσως από το κοινό και παραμένει μέχρι σήμερα διαχρονική, συγκινητική και απρόσμενα φεμινιστική.