Γράφει το Θεατρόφυλλο
Μια βόλτα στις πολυάριθμες (και) φέτος αθηναϊκές και δύο στάσεις σε δύο παραστάσεις που μας πηγαίνουν, με τον δικό τους τρόπο η καθεμία, πίσω σε χρόνια που πλέον έχουν αποκτήσει αχλύ μύθου αλλά και χρόνια που κάτι μας λένε για το σήμερα…και για το πάντα.
Αν ήμουν Κόκκινο
Μία παράσταση αφιερωμένη στη συγγραφέα Λούλα Αναγνωστάκη, με αφορμή τη συμπλήρωση 50 χρόνων από την Μεταπολίτευση, επέλεξε να παρουσιάσει στην καρδιά του χειμώνα το Θέατρο Σημείο. Πρόκειται για ένα ολοκαίνουριο κείμενο του Άκη Δήμου, γραμμένο ειδικά για την παράσταση αυτή. Το έργο φέρει, εκτός από πολλές αναφορές σε έργα και λεπτομέρειες έργων της Αναγνωστάκη, και πολλά αναγνωρίσιμα στοιχεία και μοτίβα της γραφής του Δήμου. ΄Εχει τη στάμπα του, το στίγμα του.
Από εκεί και πέρα, η σκηνοθεσία του νεαρού Αλέξανδρου Διαμαντή ατύχησε. Δεν φώτισε, δεν εμβάθυνε στο κείμενο. Έμεινε να γυαλίζει τις επιφάνειες και να καλύπτει όπως όπως τα σημεία. Αμήχανη σκηνοθεσία, άφησε μετέωρη τις ηθοποιούς, τις οποίες μάλιστα φαίνεται να μην δούλεψε σωστά όπως π.χ. θα έκανε ένας γλύπτης, αφαιρώντας δηλαδή ό,τι περιττό. Γιατί αλλιώς δεν μπορώ να καταλάβω πώς έγινε να αφήσει την Ελίνα Παπαθεοδώρου να παίζει χωρίς έλεγχο των τεχνικών της μέσων, του προσώπου, του σώματος, της φωνής της. Αν ήταν τόσο ψεύτικη επειδή είναι «θεατρική», τότε φοβάμαι πως έχει δίκιο ο Δήμου διά στόματος Αναγνωστάκη στο έργο: «όλα είναι μπαγιάτικα».
Στα υπέρ της παράστασης το σκηνικό που θα μπορούσε να λειτουργήσει και αυτόνομα ως εγκατάσταση.
Ο Φιάκας
Στο «Από Μηχανής» θέατρο παρακολουθήσαμε την παράσταση Ο Φιάκας, την κωμωδία του Δημοσθένη Μισιτζή, σε σκηνοθεσία του Πάνου Σκουρολιάκου. Το έργο, γραμμένο το μακρινό πλέον 1870, φέρει βέβαια τα σημάδια της εποχής του, αλλά αυτό δεν το εμποδίζει από το να περιέχει καταστάσεις και συμπεριφορές που να αναγνωρίζουμε και στο σήμερα.
Ακριβώς αυτό το γεγονός φάνηκε να προσπαθεί να αναδείξει ο σκηνοθέτης της παράστασης μέσα από την επιλογή της μετωπικής – ιντερμεδιακής υφής – μετωπικής απεύθυνσης του υπηρέτη του Φιάκα. Ωστόσο, η κατεύθυνση αυτή θα έπρεπε, γιατί μπορούσε, να τονιστεί και περισσότερο κατά τη γνώμη μας. Γενικώς ίσως το πιο αδύναμο στοιχείο της παράστασης ήταν η σκηνοθεσία. Παρότι είχε κάποιες καλές ιδέες (έναρξη της παράστασης με μουσική από το φουαγιέ, υποδοχή των θεατών από τον υπηρέτη του Φιάκα, ενσωμάτωση του θεάτρου σκιών στην παράσταση), δεν τις αξιοποίησε στο έπακρον. Τις άφησε «μισοτελειωμένες». Ιδιαίτερα η παρουσία του θεάτρου σκιών και η εμπλοκή του στην παράσταση ήταν το highlight της βραδιάς, κι ωστόσο δεν αναδείχθηκε όσο θα μπορούσε. Άλλη «μισοτελειωμένη» ιδέα η παρουσία των μουσικών με τα απανωτά μπες-βγες, ενός ατυχούς θεατρικού μοντάζ. Γιατί να μη βρίσκονται συνεχώς παρόντες στη σκηνή; Γιατί να μουτζουρώνουμε τη σκηνή και να τους φέρνουμε και τους ίδιους σε αμηχανία;
Στα καλά σημεία της παράστασης οι ερμηνείες, ιδιαίτερα της Άννας Ελεφάντη και του Δημήτρη Μυλωνά, η παρουσία του θεάτρου σκιών και ο ευχάριστος ανάλαφρος τόνος. Παρότι θα προτείναμε μια δραματουργική και σκηνοθετική πύκνωση, καθώς υπήρχαν πολλές επαναλήψεις που δεν λειτουργούσαν και «βάραιναν» την παράσταση ιδιαίτερα στην αρχή, πιστεύουμε ότι είναι μια ευχάριστη παράσταση που έχει τη δυναμική να εξελιχθεί περαιτέρω σε κάτι ακόμη καλύτερο.
Μέχρι την επόμενη γραπτή μας βόλτα, (τουλάχιστον) μία θεατρική ομάδα μας περιμένει!