Σύμφωνα με τον τρίτο
νόμο της διαλεκτικής (αν θυμάμαι καλά) σε κάποιο σημείο η αθροιζόμενη
ποσότητα μετασχηματίζει την ποιότητα. Είναι το διαλεκτικό άλμα. Η
τέταρτη ταινία του Γιάννη Οικονομίδη δεν κάνει το άλμα αυτό. Δεν είναι η
ώρα του ακόμη.
Το πρώτο φιλμ του
Οικονομίδη, το Σπιρτόκουτο, ήταν εξαιρετικά καλοφτιαγμένο και δυνατό.
Ήταν ένα σπουδαίο ντεμπούτο. Ακολούθησε η Ψυχή στο στόμα που
επιβεβαίωσε κατά ένα τρόπο τη δημιουργική αυτοπεποίθηση του σκηνοθέτη.
Το τρίτο φιλμ, ο Μαχαιροβγάλτης, παρά την έξοχη σύλληψη της σκηνής με
τη Γκόλφω, παρέμεινε στο επίπεδο της επιβεβαίωσης ύπαρξης ενός ταλέντου
(δεν είναι μικρό πράγμα, αλλά δεν είναι και αυτοσκοπός).
Το Μικρό Ψάρι το
περίμενα ως τη μεγάλη στιγμή που ο Οικονομίδης θα κάνει τέχνη σοβαρή,
μεστή, πλήρη, μεγάλη. Το φιλμ δεν είναι κακό, ίσα-ίσα που η κάμερα είναι
ζωντανή, ο Μουρίκης είναι σπάνια γοητευτικός, η προβληματική του
δημιουργού είναι παρούσα (αν και λίγο θολωμένη, επιφανειακή και
απροσανατόλιστη). Ο Οικονομίδης βλέπει την κοινωνία αποκλειστικά ως
πλέγμα καταναγκασμών, ως μια πραγματικότητα εξουσίασης και ιεράρχησης,
ως έναν κόμβο συγκρούσεων και απωθήσεων, χωρίς κανένα σχεδόν θετικό
στοιχείο. Παρότι επιμένει ουσιαστικά σε κλασικές φόρμες και τρόπους
(μορφικά το φιλμ δεν εισάγει καινοτομίες), φαίνεται να προσπαθεί να
αρθρώσει έναν μοντέρνο, σημερινό προβληματισμό (χωρίς να τον έχει
καλοκαταλήξει βέβαια κι αυτός αλλά δεν έχουμε τέτοιες απαιτήσεις από
τους καλλιτέχνες). Αλλά εδώ τον προδίδει κάτι που η σκηνοθετική του
μαστοριά δεν μπορεί να αντιμετωπίσει: δεν έχει στα χέρια του καλό
σενάριο. Μπορεί να φτιάξεις ένα απαράδεκτο φιλμ από ένα υπέροχο σενάριο
αν είσαι ατάλαντος. Αλλά όσο ταλαντούχος σκηνοθέτης κι αν είσαι, δεν
μπορείς να φτιάξεις αριστούργημα από κακό σενάριο.
Το φιλμ δεν είναι ούτε
ένα πλήρες φιλμ-νουάρ ούτε ένα δυνατό δράμα. Παραπαίει ανάμεσα στα δυο.
Είναι προβλέψιμο και ελαφρώς άρρυθμο και είναι λίγο μεγαλύτερης
διάρκειας από όσο θα είχε λόγο να είναι. Αλλά δεν είναι κακό. Είναι ένα
φιλμ που βλέπεται, που δεν μετανιώνεις το χρόνο που του αφιέρωσες.
Πράγμα που για τα δεδομένα του ελληνικού σινεμά είναι μάλλον ζητούμενο.
Ομολογώ ότι φταίω εγώ
ίσως. Φταίω που περίμενα περισσότερα, φταίω που φόρτωσα ένα δημιουργό με
αξιώσεις που μπορεί ποτέ να μην τις διεκδίκησε. Αλλά παρασύρθηκα (καθ'
υπερβολήν το λέω) από το γεγονός ότι ο Οικονομίδης είναι ταλαντούχος. Κι
έχουμε μάθει (καλομάθει και κακομάθει), έχουμε λέω μάθει να ζητάμε από
το ταλέντο, να περιμένουμε, καμιά φορά να απαιτούμε.