Τμήμα: Ματιές στα Βαλκάνια – Κυρίως Πρόγραμμα
Μόνοι τους καταμεσής της χιονισμένης τούνδρας του Βορρά, όπου τα περαστικά αεροπλάνα φαντάζουν απόκοσμα, ένα ηλικιωμένο ζευγάρι, ο Nanook (Mikhail Aprosimov) και η Sedna (Feodosia Ivanova), ζουν σύμφωνα με τους παραδοσιακούς τρόπους των προγόνων τους. Η κόρη τους, Ága (Galina Tikhonova), τους εγκατέλειψε ύστερα από μία διαφωνία με τον πατέρα της και διέκοψε κάθε επαφή μαζί τους. Μοναδική επαφή τους με τον έξω κόσμο αποτελεί η τακτική επίσκεψη του παιδικού φίλου της Ága, Chena (Sergei Egorov), ο οποίος τους φέρνει νέα για αυτήν. Όταν όμως η υγεία της Sedna επιδεινώνεται, ο Nanook αποφασίζει να εκπληρώσει την τελευταία της επιθυμία: να βρει την κόρη τους.
Στη δραματική ταινία, η δεύτερη μεγάλου μήκους του σκηνοθέτη Milko Lazarov σε σενάριο του ίδιου και του Simeon Ventsislavov, τα φολκλορικά στοιχεία είναι από τα πιο γοητευτικά χαρακτηριστικά της. Δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην καθημερινότητα των χαρακτήρων και στους παλιούς τρόπους επιβίωσης εις βάρος της εμβάθυνσης της πλοκής. Παρακολουθούμε με ενδιαφέρον το στήσιμο μίας παγίδας που θα πιάσει μία αλεπού, την ύφανση διχτυών για ψάρεμα και την κατασκευή γιατροσοφιών για τις αρρώστιες τους. Ακόμη, μαθαίνουμε την κοσμοθεωρία τους, τις προλήψεις τους και την προφορική τους παράδοση. Έτσι, τα κοράκια αποτελούν έναν κακό οιωνό, ενώ οι χιονονιφάδες κάποτε είχαν μεταμορφωθεί σε ζώα, προσφέροντάς τους τροφή, η οποία λιγοστεύει όλο και περισσότερο με το πέρασμα του χρόνου.
Με στατικά πλάνα, ο Lazarov συχνά αφήνει τους ηθοποιούς να εισέρχονται και να εξέρχονται στο κάδρο σαν να τους περιμένει η κάμερα. Στα γενικά εξωτερικά κάδρα, η ανθρώπινη φιγούρα φαντάζει μικροσκοπική απέναντι στον αμείλικτο ήλιο και στον αχανή πάγο. Οι αμέτρητες αποχρώσεις του άσπρου που κοσμούν την οθόνη έρχονται σε αντίθεση με τα εσωτερικά πλάνα του σπιτιού τους: μισοσκότεινα, με μοναδικές πηγές φωτός την φωτιά της εστίας ή κάποιο κερί. Από την αρχή της ταινίας εδραιώνεται ένα οπτικό μοτίβο που συμβολίζει τον θάνατο: το λέκιασμα μίας άσπρης επιφάνειας (είτε είναι χιόνι είτε το σώμα κάποιου ζώου) με την εμφάνιση μίας μαύρης ή κόκκινης κηλίδας.
Παρόλο που ο διάλογος είναι λιτός, καταλαβαίνουμε ότι η συμβίωση του ζευγαριού είναι ειρηνική. Η επιβίωση του ενός εξαρτάται άμεσα από τον άλλον, μιας και πολλές από τις εργασίες τους γίνονται με συνεργασία. Το μέλλον φαίνεται δυσοίωνο αν μείνει στην ζωή μόνο ο ένας από τους δύο. Έτσι έρχονται στο προσκήνιο οι αλληλένδετες θεματικές της ταινίας: το περιβάλλον, η επιβίωση και η οικογένεια. Το εύθραυστο οικοσύστημα, όπου ζουν ο Nanook (μία προφανής αναφορά στο
Nanook of the North του 1922) και η Sedna, απειλείται από τις περιβαλλοντικές αλλαγές και την ανάπτυξη των πόλεων και έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση των ζώων και συγχρόνως τον μυστηριώδη θάνατό τους. Με τον βιοπορισμό τους σε κίνδυνο το ζευγάρι αναγκάζεται να υπομείνει στωικά την κατάσταση, ακόμα και την επιδείνωση της υγείας της Sedna. Η ανάγκη για οικογένεια, ναι μεν συναισθηματική, είναι τελικά ζωτικής σημασίας.
Ωστόσο, η άνιση κατανομή του όγκου της ιστορίας την αδικεί. Η παρουσίαση της καθημερινότητά τους διαρκεί πολύ περισσότερο από ό,τι η αναζήτηση για την κόρη, ενώ το ταξίδι δεν παρουσιάζει κανένα εμπόδιο για τον πρωταγωνιστή και μοιάζει σαν μία εκ των υστέρων προσθήκη. Το συγκινητικό φινάλε θα μπορούσε να διαρκεί λίγο παραπάνω και είναι λιτό, όπως οι προηγούμενες ανθρώπινες συναναστροφές. Επίσης, η κλασική μουσική του φινάλε χειραγωγεί εξόφθαλμα το κοινό, μετατρέποντας μία συγκινητική σκηνή σε κάτι σχεδόν υπερβολικό και πηγαίνοντας αντίθετα από όλη την ταινία, η οποία έχει θεσπίσει ήδη μία ήρεμη εξιστόρηση.
Με αργούς ρυθμούς ο Lazarov μας υπνωτίζει με την ιστορία του. Έχει δημιουργήσει μία όμορφη ταινία και διαχειρίζεται αρκετά καλά τα θέματά του, με χαρακτήρες που τους συμπαθούμε και συμπάσχουμε μαζί τους και θέλουμε να τους παρακολουθήσουμε τόσο από εθνογραφικό ενδιαφέρον όσο και μυθοπλαστικό. Στο τέλος, δεν μας πειράζει που δεν μαθαίνουμε ποτέ ποια ήταν η διαφωνία του Nanook και της Ága, καθώς δεν έχει καμία σημασία. Αυτό που έχει σημασία είναι που είδαμε τον Nanook να κάνει το πρώτο βήμα της συγχώρεσης.