Τέχνη είναι αυτό το κάτι, το αδιευκρίνιστο που σε μαγνητίζει και δεν μπορείς να πάρεις το βλέμμα σου από πάνω του.
Είναι αυτό που ονόμασε ο Diderot, τόσο εύστοχα ''JE NE SAIS QUOI'' (Δεν ξέρω τι). Δεν ξέρεις τι, αλλά υπάρχει κάτι! Κάτι που σε γοητεύει, χωρίς να μπορείς να το ορίσεις, ακριβώς. Αυτή η αίσθηση, μου δημιουργήθηκε και εμένα, όταν ήρθα σε επαφή με το έργο του Henri Cartier Bresson.
Ποιος είναι ο Henri Cartier Bresson;
Ο Henri Cartier Bresson (1908-2004) ήταν ένας Γάλλος ουμανιστής φωτογράφος. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους φωτογράφους του 20ού αιώνα και ειδικότερα ένας από τους ''πατέρες'' της φωτοδημοσιογραφίας. Το 1947 μαζί με τον Robert Capa, George Rodger, David Seymour και William Vandivert, ίδρυσε το διεθνές ειδησεογραφικό πρακτορείο Magnum Photos. To 1952 δημοσίευσε το πρώτο του βιβλίο ''The decisive Moment''.Στο βιβλίο αυτό εξηγούσε την προσέγγισή του για την φωτογραφία με όρους όπως '' Για εμένα η φωτογραφική μηχανή είναι ένα τετράδιο για σκίτσο, ένα εργαλείο της διαίσθησης και του αυθορμητισμού, ο κυρίαρχος της στιγμής, η οποία με οπτικούς όρους, ρωτά και αποφασίζει ταυτόχρονα. Είναι με οικονομία των μέσων, που μπορεί να φτάσει κανείς σε απλότητα της έκφρασης''. Η δουλειά του έχει επηρεάσει πολλούς φωτογράφους ανά τον κόσμο και έχει κερδίσει την καθολική αναγνώριση μέσω μιας μεγάλης πληθώρας βραβείων.
GREECE, Athens,1953 (Les Européens ). Μια φωτογραφία που σε στιγματίζει!
Προσπαθώντας να εξηγήσω την επίδραση που είχε η φωτογραφία του Bresson σε μένα.
Βλέποντας αυτή την φωτογραφία, αμέσως το μάτι μου εστίασε στις ηλικιωμένες κυρίες που περπατάνε στο δρόμο και μόλις έχουν προσπεράσει ένα ''ΚΟΥΡΕΙΟΝ''. Στην συνέχεια, εστίασε στο πάνω μέρος της φωτογραφίας με τις Καρυάτιδες. Μια κοιτούσα το κάτω μέρος και μια το πάνω. Για κάποια δεύτερα μου ήταν αδύνατο να συλλάβω την φωτογραφία, ως όλον. Μου φαινόταν σαν δυο πολύ γοητευτικές και με αυστηρά όρια φωτογραφίες. Οι γιαγιάδες ήταν ένα σημείο ενδιαφέροντος, ένα πολύ δυνατό punctum (όπως θα έλεγε και ο Barthes) από μόνες τους. Το ίδιο συνέβαινε και με τα αγάλματα. Μέτα, σιγά σιγά η φωτογραφία συμπληρωνόταν. Πρόσεξα την ανοιχτή πορτούλα και το βάθος που έκρυβε από πίσω της (κάτω αριστερά), πρόσεξα επίσης, τα κάγκελα του πρώτου ορόφου και της ταράτσας που συμπλήρωναν- πλαισίωναν τις Καρυάτιδες. Γεμάτη φωτογραφία σκέφτηκα, με πολλές λεπτομέρειες, φορτωμένη, αλλά συγχρόνως ανάλαφρη, δεν κούραζε το μάτι. Σου δημιουργούσε μια αίσθηση αρμονίας. Τα χρώματα (δηλαδή οι διαφορετικές αποχρώσεις της παλέτας μαύρο-άσπρο), το κτήριο με τις λεπτομέρειες του και ο τρόπος που το φως διαπερνούσε την φωτογραφία, οι ζωντανοί άνθρωποι (γιαγιάδες), τα αγάλματα, τα οποία και αυτά με την λεπτομέρεια τους, έμοιαζαν σαν να είχαν πνοή. Όλα ήταν σαν να είναι τόσο τέλεια τοποθετημένα, που αναρωτιέσαι πως συνέβη αυτή η ευτυχής στιγμή και συνυπήρξαν όλα τα παραπάνω τόσο αρμονικά μεταξύ τους. Κοιτάζοντας την φωτογραφία για πολύ ώρα, απόρησα και σκέφτηκα πως θα μπορούσε ίσως να είναι σκηνοθετημένη. Ψεύτικη. Ζωγραφιστή. Κι όμως είναι φωτογραφία, είπα μετά. O Bresson περπατώντας στον δρόμο, είδε. Και μας μετέφερε αυτό που είδε. Εύστοχη φωτογραφία. Φωτογραφία βαθιά όμορφη και ποιητική. Αυτό είναι ένα δείγμα αυτού που προσωπικά ονομάζω τέχνη. Κοιτάζοντας την, πέρα από την αισθητική απόλαυση και τον προβληματισμό που σου δημιουργεί ανάλογα με το θέμα που αναπαριστά, σου δημιουργεί και κάτι το αδιευκρίνιστο. Σε κάνει να την κοιτάς και να απολαμβάνεις αυτό το κοίταγμα. Δεν σε έχει ακριβώς, αυτό που λέμε, μαγνητίσει. Δεν είσαι μαγεμένος ή αποχαυνωμένος. Βλέπεις! Βλέπεις και πολύ καλά. Συνθέτεις. Απολαμβάνεις. Είναι το ''Je ne sais quoi''! Αυτή η φράση του Diderot τριγυρνάει χρόνια στο μυαλό μου, βλέποντας αυτή την φωτογραφία, κατανόησα και βαθύτερα την φράση αυτή. Η φωτογραφία του Bresson αποτελεί έργο τέχνης. Ως ένα σημείο μπορούμε να την αναλύσουμε και να εξηγήσουμε το γιατί. Από εκείνο το σημείο και μετά είναι το ''Δεν ξέρω τι'' που μας σαγηνεύει.
Είναι ένα μυστήριο.
Πέρα από το μυστήριο της σύνθεσής της, η φωτογραφία αυτή επίσης έχει την δύναμη να σε ταξιδεύει. Ζωντανεύει στο νου σου, τις γιαγιάδες σου και τους παππούδες σου και γενικότερα την Ελλάδα του 1953.Οι δυο γιαγιάδες στην φωτογραφία λειτουργούν ως ένα σύμβολο- ένα δείγμα των ανθρώπων των 60ς. Έχουν το άρωμα εκείνης της εποχής. Οι δυο γιαγιάδες και το ''κουρείον'' σε μεταφέρουν στο τότε. Κοιτάζοντας όμως προς τα πάνω, μεταφέρεσαι ακόμα πιο παλιά. Στην αρχαία Ελλάδα και στην εποχή που πήραν μορφή οι Καρυάτιδες. Μέσα σε μια φωτογραφία βλέπεις τόσο διαφορετικές εποχές να συνυπάρχουν. Το σήμερα, κουβαλάει όλο αυτό το παρελθόν. Κάθε γενιά έχει στοιχεία από την προηγούμενη. Δημιουργείται μέσα από την προηγούμενη. Γεννιέται σιγά σιγά και εξελίσσεται καθώς περνάει ο χρόνος. Οι Καρυάτιδες, οι γιαγιάδες, το κουρείον, το δρομάκι με το πλατύ πεζοδρόμιο και η ανοιχτή πορτούλα μας αποκαλύπτουν κάτι από την ταυτότητα μας. Την ταυτότητα των Ελλήνων.
***
Να αναζητάτε την τέχνη του ''Je ne sais quoi''. Tην τέχνη αυτή που είναι ικανή να στιγματίζει την ψυχή σας. Να βρίσκεται την απόλαυση μέσα σε αυτήν. Δεν έχει νόημα να την αναλύετε και να προσπαθείτε να καταλάβετε τι είναι αυτό που σας γοητεύει. Αφήστε την να σας παρασύρει!
***
Φωτογραφίες του Bresson προς απόλαυση