HomeMind the artΘέατροΑπόπειρες επικοινωνίας σε συνθήκες συναισθηματικής εμπλοκής.

Απόπειρες επικοινωνίας σε συνθήκες συναισθηματικής εμπλοκής.

Debrayage
του Ρεμί ντε Βος, σε σκηνοθεσία Χριστίνας
Χατζηβασιλείου, στο Νέο Υπερώο της
Ε.Μ.Σ.

Το Debrayage(συμπλέκτης) έρχεται στην ελληνική
θεατρική σκηνή την κατάλληλη χρονική
στιγμή. Ένα σπονδυλωτό κείμενο για τις
ψυχικές και συναισθηματικές εμπλοκές
που προκαλούν οι βίαιοι εργασιακοί
ρυθμοί σε συνθήκες καπιταλιστικής
οικονομίας. Οι ιστορίες τοποθετούνται
στους χώρους μιας εταιρείας. Εκεί που
οι κινήσεις εργαζομένων και ανώτερων
στελεχών καταγράφονται και οι νευρώσεις
ευδοκιμούν και θεριεύουν, κατακρεουργώντας
την καθημερινότητα των εργαζόμενων. Οι
ιστορίες ακροβατούν ανάμεσα στον σκληρό
ρεαλισμό (ανεξέλεγκτες ομαδικές απολύσεις
από κυνηγούς κεφαλών) και σε έναν
«σκοτεινό» σουρεαλισμό (εξαντλητικές
συνεντεύξεις για μια θέση «λαγού» σε
πολυκατάστημα!)˙ εικόνες που αποτυπώνονται
με ευκρίνεια και αρκετά επιτυχημένα
μέσα από τη σκηνοθετική ματιά της
Χατζηβασιλείου.

Η σκηνοθεσία επιχείρησε
να συνενώσει ετερόκλητα —και αρκετά
από αυτά αόριστα και νοηματικά δυσπρόσιτα—
κείμενα και να αναδείξει το αίσθημα
καταπίεσης που πλανάται πάνω από τις
ζωές των χαρακτήρων και την απειλή μιας
επικείμενης επώδυνης απόλυσης. Τα
καταφέρνει σε μεγάλο βαθμό, με αρωγούς
τα εξαιρετικής σύλληψης και αισθητικής
αρτιότητας σκηνικά της Όλγας Χατζηιακώβου
(είχα καιρό να δω σκηνικό να ανταποκρίνεται
απόλυτα στους στόχους μιας παράστασης,
σε παραγωγή του Κρατικού Θεάτρου) και
τις dark wave μουσικές των ElectroVampires. H δράση
τοποθετείται στις κοινόχρηστες τουαλέτες
της εταιρείας. Η δύσχρηστη σκηνή του
Υπερώου αξιοποιείται με δημιουργικό
και εμπνευσμένο τρόπο και το αποτέλεσμα
είναι ένα σκηνικό με γωνίες και προεκτάσεις
που επιτρέπει στο μάτι του θεατή να
βιώσει ο ίδιος ως «θύτης» την παραβίαση
της ιδιωτικότητας, που οδηγεί στην
αποσυμπίεση που βιώνουν οι χαρακτήρες.

Η διανομή (Σαρμή,
Τουμανίδου, Πατιερίδης, Σαμαράς,
Χατζησάββας, Μαραγκόπουλος, Παπαδόπουλος)
ανταποκρίνεται επαρκώς. Ξεχωρίζω την
ικανότητα της Σαρμή να αποτυπώνει
φωνητικά και σωματικά τις —κρυμμένες
και φανερές— νευρώσεις που φέρουν οι
χαρακτήρες που ερμηνεύει, —εδώ είναι
απολαυστική ως υπεύθυνη προσωπικού στη
σκηνή της συνέντευξης— αλλά και τη
συνολική παρουσία της Τουμανίδου που
δείχνει πως βρίσκεται σε μια καλή στιγμή.

Αν φωτίζονταν ευκρινώς
κάποια αμφίσημα σημεία στη μετάφραση
των κειμένων (μετάφραση Έρση Βασιλικιώτη)
που δημιουργούν ένα χάσμα στην ομαλή
παρακολούθηση και αν απουσίαζαν κάποια
ευρήματα-κλισέ, όπως η χρήση του μικροφώνου
για απεύθυνση στο κοινό ή το κορεσμένο
—θεατρικά— video, το
αποτέλεσμα θα ήταν ακόμη πιο δυναμικό
και ουσιαστικό. Είναι, παρόλα αυτά, μια
αξιοπρόσεκτη, δυνατή αρχή για το πρόγραμμα
του Κρατικού Θεάτρου.

Ολεάννα του
Ντέιβιντ Μάμετ, σε σκηνοθεσία Ελένης
Σκότη

Η Ολεάννα εξακολουθεί
να παραμένει ένα αξεπέραστο δείγμα
έργου για δύο ηθοποιούς, στο σύγχρονο
ρεπερτόριο. Μια σύνθετη παρτιτούρα
λέξεων, σκέψεων, συναισθημάτων. Ο Μάμετ
στο έργο αυτό αποθεώνει τη νοηματική
αμφισημία και στήνει επιδέξια έναν
γοητευτικό ιστό που «παγιδεύει» σταδιακά
κάθε ανυποψίαστο θεατή. Μια συνηθισμένη
συνάντηση ανάμεσα σε έναν πανεπιστημιακό
καθηγητή και στη φοιτήτρια που απέτυχε
στο μάθημά του, μετατρέπεται σε έναν
απελπισμένο αγώνα προσπάθειας
επικοινωνίας. Η αδυναμία έκφρασης, η
ανάγκη για μια ουτοπική πραγματικότητα
και η ατέρμονη αναζήτηση του «ιδανικού»
παρουσιάζονται με τρόπο υποδειγματικό.

Η Σκότη ακολουθεί πιστά
τον επιταχυνόμενο ρυθμό του κειμένου,
φωτίζει τον «πλάγιο λόγο» και δημιουργεί
δύο στέρεους χαρακτήρες, που ουσιαστικά
έχουν χάρτινα πόδια και σταδιακά
καταρρέουν. Η αφαίρεση —σκηνοθετική
και σκηνογραφική— συγκρούεται με τον
σκληρό ρεαλισμό μιας πραγματικότητας
νοσηρής και έτσι η μεταστροφή στις
συμπεριφορές των χαρακτήρων και η
κατάρρευση τους, καθώς η λεκτική βία
μετατρέπεται σταδιακά σε σωματική,
αποτυπώνεται με ευκρίνεια και τρόπο
που κολλάει τον θεατή στην πλάτη του
καθίσματος του.

Ο Δημήτρης Καταλειφός
και η Λουκία Μιχαλοπούλου έχουν καλή
χημεία και σκιαγραφούν εξαιρετικά τα
πορτραίτα των χαρακτήρων. Ο Καταλειφός
είναι ο Τζον, ο καθηγητής πανεπιστημίου
—φορέας ενός συστήματος παιδείας που
και ο ίδιος αμφισβητεί— που βρίσκεται
ένα βήμα πριν την πολυπόθητη μονιμοποίηση
και την αγορά νέου σπιτιού. Ξαφνικά
όμως, όλα καταρρέουν. Ο ηθοποιός κινείται
με επιδεξιότητα στην ερμηνευτική κλίμακα
που θέλει τον χαρακτήρα να μετατρέπεται
από θύτη σε θύμα της εξουσίας και δίνει
μια ερμηνεία πραγματικό μάθημα
υποκριτικής. Η Μιχαλοπούλου αποτυπώνει
με σωματική και εκφραστική δύναμη τη
μεταστροφή του χαρακτήρα από απλή,
συνεσταλμένη φοιτήτρια, που εκφράζει
διαρκώς την αδυναμία της να κατανοήσει
αυτά που το εκπαιδευτικό σύστημα της
εμφανίζει ως κραταιά γνώση, σε ένα
αγρίμι, αρχηγό μιας ομάδας, που διεκδικεί
όσα θεωρεί πως έχει στερηθεί. Και οι δύο
ηθοποιοί βουτούν μέσα στο σύμπαν της
ιδιαίτερης γραφής του Μάμετ —με τις
ελλειπτικές κοφτές φράσεις και την
αποφυγή ορισμού ξεκάθαρης θέσης— και
καταθέτουν δύο σπουδαίες ερμηνείες.

Related stories

Γιατί το Studio Ghibli Θεωρείται η ‘Disney’ της Ιαπωνίας

Studio Ghibli: Το μαγεμένο βασίλειο της Ιαπωνικής κινηματογραφίας Όταν μιλάμε...

«Πες το Ψέματα»: Ακυρώθηκαν οι παραστάσεις – Τι ανακοίνωσαν οι διοργανωτές

Ακυρώθηκαν οι παραστάσεις του κωμικού show «Πες το Ψέματα»...

Ο Αντώνης είναι ο φωτογράφος που αποτυπώνει την ομορφιά της Ίριδας

Στον κόσμο της φωτογραφίας, η δημιουργικότητα δεν έχει όρια,...