εικονογράφηση της Αντιγόνης Βασιλάκη
O Μαρσέλ Ντυσάν (Marcel Duchamp, 28 Ιουλίου 1887 – 2 Οκτωβρίου 1968), ήταν το παιδί – θαύμα, Γάλλος καλλιτέχνης και θεωρητικός, που επηρέασε σημαντικά την μεταπολεμική τέχνη στην Ευρώπη και την Αμερική.
Γεννήθηκε στο Μπλενβίλ-Κρεβόν της Γαλλίας. Το πλήρες όνομά του ήταν Ανρί Ρομπέρ Μαρσέλ Ντυσάν. Η οικογένεια του περιλάμβανε πολλούς καλλιτέχνες.
Από τα 6 αδέρφια της οικογένειας, τα 4 ασχολήθηκαν τελικά με την τέχνη.
Τα πρώτα έργα του, ο Μαρσέλ Ντυσάν τα δημιούργησε στη Μονμάρτρη και χαρακτηρίζονται σήμερα ως αδιάφορες απομιμήσεις ιμπρεσιονιστών.
Το 1913 επισκέφτηκε τη Νέα Υόρκη, όπου το έργο του υπό τον τίτλο ¨Γυμνό που κατεβαίνει τη σκάλα δημιούργησε σκάνδαλο όταν εκτέθηκε σε δημόσια έκθεση.Οι κυβιστές μίσησαν το έργο επειδή παρέβαινε τους κανόνες: είναι ένα γυμνό που, αντί να το βλέπουμε ακίνητο από διάφορες οπτικές γωνίες, το βλέπουμε κινούμενο από μία οπτική γωνία. Οι παραδοσιακοί το μίσησαν, επειδή τα γυμνά υποτίθεται πως ήταν η ιδανική μορφή κι εδώ, όχι μόνο το γυμνό διαλυόταν σε αμέτρητα επίπεδα, αλλά έκανε και κάτι τόσο κοινότοπο που καταντούσε αναξιοπρεπές μέχρι βλασφημίας: κατέβαινε μια σκάλα. Το κοινό το μίσησε γιατί δεν έβρισκε κανένα γυμνό στον πίνακα και δεν φαινόταν αν η μορφή είναι ανδρική ή γυναικεία, αν και είχε αντρικά γεννητικά όργανα. Ο Ντυσάν ενθουσιάστηκε.
Ζωγράφισε κι άλλα αντι-κυβιστικά έργα, σύντομα όμως κατάλαβε ότι δεν αρκούσε να ειρωνευτεί το κυρίαρχο καλλιτεχνικό κίνημα. Ήθελε να θίξει τις γενικές αρχές της τέχνης. Ζωγράφισε ταπεινά αντικείμενα, διερωτώμενος γιατί κάποια θεωρούνται κατάλληλα για τέχνη κι άλλα όχι. Περιέγραψε σε σημειώσεις παράξενα ή και ουτοπικά έργα, αμφισβητώντας την αναγκαιότητα της υλοποίησης ενός έργου.
Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο ξαναγύρισε στο Παρίσι όπου συνεργάστηκε με τους ντανταϊστές.Το 1918 χαριεντίζεται με τη Τζοκόντα και της φοράει ένα ευγενικό γενάκι.Ο προκλητικός καλλιτέχνης μουτζούρωσε τη Μόνα Λίζα και έβαλε τον τίτλο: την τρώει ο κώλος της. Δημιούργησε σκάνδαλο στο χώρο της τέχνης.
Λίγο αργότερα συνεργάζεται με την ομάδα των υπερρεαλιστών. Σε αυτή παρέμεινε μέχρι το 1925. Για τους υπερρεαλιστές αποτελεί την κεντρικότερη φυσιογνωμία της σύγχρονης τέχνης.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1920, ο Ντυσάν αφιερώθηκε στη δημιουργία ενός alter ego, μιας γυναίκας ονόματι Rrose Selavy. Η Rrose δημιούργησε έργα, δημοσίευσε λογοπαίγνια και φωτογραφήθηκε από τον Μαν Ρέι. Η φήμη του αυξήθηκε και ένας έμπορος του πρόσφερε ετήσιο μισθό 10.000 δολάρια για ένα πίνακα τον χρόνο. Όμως, το 1923 ο Ντυσάν δήλωσε ότι εγκατέλειπε την τέχνη για το σκάκι. Η Rrose συνέχισε να παράγει λογοπαίγνια και να κάνει παράξενες δηλώσεις καθ' όλη τη δεκαετία. Το 1924, παραδείγματος χάριν, πρότεινε να σχεδιαστεί ένα φόρεμα αποκλειστικά για κυρίες που υπέφεραν από λόξυγγα.
Όμως ο Ντυσάν ήταν απορροφημένος από τη σκακιέρα. Το 1925 ονομάστηκε μετρ και συμμετείχε στη γαλλική ομάδα της Ολυμπιάδας σκακιού.
Πλέον εγκαταλείπει τους καμβάδες οριστικά για να περιπλανηθεί στη σκακιέρα. Το τρομερό παιδί ανακηρύσσεται μέλος της Εθνικής Γαλλίας σκακιού, παίζει στους Ολυμπιακούς, εμπνέει τον παγκόσμιο πρωταθλητή Φίσερ. Θέτει σε προβληματισμό τη δική του ατομική φιλοσοφία περί ηθικής, συμπυκνώνει συνήθως τις φράσεις του σε ατάκες του τύπου «Δεν υπάρχουν λύσεις, γιατί δεν υπάρχουν προβλήματα». Μιλά για όλα και αναλύει με την ηρεμία της μεστής ηλικίας τον τρόπο που εξηγούνται τα ασύλληπτα έργα του
Αρχίζει και στρέφεται περισσότερο σε δισδιάστατα ή τρισδιάστατα σύμβολα και σε λογοπαίγνια που είχαν σκοπό να εξευτελίσουν τις κατεστημένες αντιλήψεις περί δημιουργίας στην τέχνη. Όταν τον ρωτούσαν για το έργο του, απαντούσε χαρακτηριστικά: Αναπνέω.
Με τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ανήσυχοι Αμερικάνοι φιλότεχνοι κατέβαλαν εξαιρετικές προσπάθειες για να φυγαδευτεί ο Ντυσάν στις ΗΠΑ. Εκείνος έδειξε πενιχρό ενδιαφέρον για τους κόπους τους, αλλά τελικά τον Ιούνιο του 1942 έφτασε όντως στις ΗΠΑ, όπου κι έμεινε με΄τα τον πόλεμο.
Το 1953 παντρεύτηκε απρόσμενα την Αλεξίνα Σάντλερ, που ήταν η πρώτη σύζυγος του Πιερ Ματίς, σημαντικού εμπόρου τέχνης στη Νέα Υόρκη και γιος του ζωγράφου Ανρί Ματίς. Οι Ντυσάν ζούσαν μεταξύ Παρισιού και Μανχάταν. Κυκλοφορώντας στους καλλιτεχνικούς κύκλους γνώρισαν τους πάντες, από τον Σαλβαντόρ Νταλί μέχρι τον Τζάκσον Πόλοκ. Ο Ντυσάν πέθανε από καρδιακή προσβολή το 1968, μετά από ένα ευχάριστο δείπνο με φίλους. Κανείς όμως δεν περίμενε την τελευταία του έκπληξη. Σχεδόν ένα χρόνο μετά τον θάνατό του, εκτέθηκε ένα νέο έργο στο Μουσείο Τέχνης της Φιλαδέλφειας. Ο Ντυσάν είχε αφήσει οδηγίες για την κατασκευή του έργου, που φέρει τον τίτλο Δεδομένα: 1. ο καταρράκτης 2. το φωταέριο. Αποτελείται από μια δίφυλλη ξύλινη πόρτα με δυο μικρές τρύπες για τα μάτια. Μέσα από τις τρύπες φαίνεται, πίσω από έναν γκρεμισμένο τοίχο, μια γυμνή γυναίκα σε φυσικό μέγεθος, ξαπλωμένη σ' ένα στρώμα από ξερά κλαδιά να βαστά μια λάμπα. Ίσως πρόκειται για το πλέον σκανδαλιστικό του έργο, καθώς η αίσθηση ηδονοβλεπτικής παραβίασης είναι σαφέστατη. Ο Ντυσάν, 45 χρόνια αφότου εγκατέλειψε επίσημα την τέχνη, σόκαρε και πάλι.
Ο Μαρσέλ Ντυσάν αποτελεί μία από τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες στην πρωτοπορία της τέχνης του 20ού αιώνα. Καλλιτέχνης και θεωρητικός, από τους εισηγητές του ντανταϊσμού, γεννήθηκε στην ακμή του συμβολισμού και παρέμεινε συμβολιστής σε όλη του τη ζωή. Θεωρήθηκε ένας από τους πραγματικά ελεύθερους ανθρώπους αυτής της εποχής, ο οποίος μαζί με τον Καντίνσκι και τον Μοντριάν ετοίμασε το δρόμο για το μέλλον.
Τα πρώτα του έργα ζωγράφισε με τον τρόπο των ιμπρεσιονιστών, ενδιαφέρθηκε για τον φωβισμό, οδηγήθηκε στον κυβισμό. Η μη παραστατική τέχνη και ο φουτουρισμός διαμόρφωσαν την προσωπική του πορεία. Η αναγνώριση της τέχνης του ήρθε από την παρουσίαση έργων του στην Αμερική λίγο μετά την πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα. Εκεί δημιούργησε μαζί με τον Φράνσις Πικαμπιά, τον Μαν Ραίη και άλλους, την ομάδα των ντανταϊστών της Νέας Υόρκης.
Σημαντικά έργα του θεωρούνται οι Παίκτες σκακιού, το Πέρασμα από την παρθένα στη γυναίκα, Στεγνωτήρι μπουκαλιών, κ.α. Η κίνηση σε διαδοχικά επίπεδα, η χρονογραφία είναι το καθοριστικό στοιχείο των έργων του. Σε αυτή την τεχνική στηρίχθηκε και το Γυμνό που κατεβαίνει τη σκάλα, το οποίο σκανδάλισε το κοινό και ενθουσίασε τους καλλιτέχνες. Ο Ντυσάν ήταν από τους πρώτους που υποστήριξαν με πάθος πως το έργο τέχνης δεν στοχεύει μόνο στην ευαισθητοποίηση της όρασης και της νόησης
Το κύριο μέρος της καλλιτεχνικής του παραγωγής αποτελείται από ready-made, έτοιμα, κοινά αντικείμενα που διάλεγε ο καλλιτέχνης, τα τιτλοφορούσε και τα ονόμαζε τέχνη. Ο όρος ready-made δημιουργήθηκε από τον ίδιο για να περιγράψει το έργο του Ρόδα ποδηλάτου και σκαμνί (1913), μια ρόδα που στερέωσε σε ένα σκαμνί και διασκέδαζε στριφογυρίζοντάς την.
Το γνωστότερο ready-made του Ντυσάν είναι το έργο του Fountain, μία λεκάνη αποχωρητηρίου που φέρει την υπογραφή R. Mutt 1917. Το έργο δεν παρουσιάστηκε στην έκθεση όπου το είχε αρχικά αποστείλει ο Ντυσάν, παρά την υπόσχεση των διοργανωτών ότι θα παρουσιάζονταν όλα τα έργα αρκεί ο δημιουργός τους να πλήρωνε συνδρομή 6 δολάρια. Το έργο τελικά φωτογραφήθηκε από τον Αλ Στίγκλιτς και η φωτογραφία του δημοσιεύτηκε στο περιοδικό The Blind Man, μαζί με σημείωμα της εκδότριας που υπεραμυνόταν της αισθητικής του αξίας. Έκτοτε δημιουργήθηκε δημόσια συζήτηση σχετικά με το αντικείμενο, το οποίο μάλιστα εξαφανίστηκε λίγο μετά τη φωτογράφησή του.
Το Δεκέμβριο του 2004 το έργο του Fountain, ανακηρύχθηκε το πλέον επιδραστικό έργο του 20ού αιώνα από 500 σημαντικούς ανθρώπους της
βρετανικής τέχνης.
Πέθανε στο Νεϊγί-συρ-Σεν της Γαλλίας το 1968, σε ηλικία 81 ετών. Ο Μαρσέλ Ντυσάν με το έργο του επηρέασε τις μεταγενέστερες γενιές καλλιτεχνών και ιδιαίτερα τους νέους του τέλους της δεκαετίας του 1950.