HomeCinemaΚριτική ταινίαςΚριτική Ταινίας: Hobbit |The Battle Of The...

Κριτική Ταινίας: Hobbit |The Battle Of The Five Armies

Σκηνοθεσία: Peter
Jackson

Ηθοποιοί: Martin
Freeman, Ian Mckellen, Richard Armitage, Orlando Bloom, Kate Blanchett,
Benedict Cumberbach

Δεν χωράει
καμιά αμφιβολία ότι το σινεμά του φανταστικού άλλαξε πορεία και οντότητα μέσα
από τις ταινίες-προσωπικά στοιχήματα του Τζάκσον. Ίσως καλύτερα, η κληρονομία
του συγγραφέα μερικών από τα ομορφότερα παραμυθία στην ιστορία, ξεκίνησε να
γράφεται στην ιστορία του κινηματογράφου πριν από σχεδόν 13 χρόνια. Αναλαμβάνοντας
ένα εγχείρημα που σε πολλούς θα φαινόταν αδιανόητο, ο Νεοζηλανδός σκηνοθέτης
έφτασε να ολοκληρώσει ένα ταξίδι το οποίο επαναπροσδιόρισε την έννοια του
επικού και θόλωσε τη γραμμή ανάμεσα στο ρεαλιστικό και το κατασκευασμένο, απεικονίζοντας
όσο καλύτερα μπορούσε την κοσμοθεωρία, την ατέλειωτη δουλειά, άλλα κυρίως την
απύθμενη φαντασία ενός από τους σημαντικότερους ανθρώπους των γραμμάτων και των
γλωσσών. Το ταξίδι λοιπόν αυτό -όπως όλα τα όμορφα πράγματα έξαλλου- ήρθε η ώρα
να φτάσει στο τέλος του. Μέσα από ομιχλιασμένα βουνά της μοναξιάς, πυκνά, καταπράσινα
δάση, σκοτεινές σήραγγες με πετρώδεις σπηλιές, χορταριασμένες πεδιάδες και
χιονισμένες πλαγιές, ο Πίτερ Τζάκσον καλεί να τον ακολουθήσεις για μία
τελευταία φορά. Ίσως όμως η τελευταία φορά θα έπρεπε να ήταν εκείνο το
ατέλειωτο, συγκινησιακά δυσβάσταχτο κινηματογραφικό χειροκρότημα των τελευταίων
λεπτών της “Επιστροφής του Βασιλιά”, όταν όλοι (ακόμη και ο σκηνοθέτης πίσω από
την κάμερα) έκαναν ό,τι μπορούσαν για να μην πουν το επώδυνο αντίο. Έδιναν μια
αέναη παράσταση, συνδυάζοντας απόλυτα το παγκόσμιο, το οικουμενικό, με το
ολοκληρωτικά προσωπικό. Ένα βαθύ και συνειδητό τελετουργικό θλίψης που θα
ταίριαζε τόσο πολύ με την άποψη του συγγραφέα του (ο ίδιος ο Τόλκιν εξάλλου
είχε χαρακτηρίσει το βιβλίο ως έναν ύμνο στο θάνατο), το οποίο θα θυμίζει, αλλά
και θα γεμίζει όλους όσους συμμετείχαν σε αυτήν την μοναδική εμπειρία. Η
αλήθεια είναι όμως ότι το τελευταίο κομμάτι της βεβιασμένης τριλογίας του
“Χόμπιτ” αναζητά τη μαγεία του πρώτου έπους της Μέσης Γης, χωρίς όμως να μπορεί
να την υπερβεί (ποιος θα μπορούσε άλλωστε), αλλά ούτε έστω και να την
ισοφαρίσει.

Ένα από τα
βασικότερα προβλήματα της “Μάχης των πέντε στρατιών” ξεκινά και καταλήγει στην
απλούστατη παραδοχή ότι δεν είναι δυνατόν ένα παιδικό αφήγημα των τριακοσίων
πενήντα σελίδων, ή αλλιώς, ένα μικρό, καταληκτικό κεφάλαιο αυτού του βιβλίου να
δώσει στέρεο σεναριακό υλικό για μια τρίωρη, πλουσία σε πλοκή και εξέλιξη
ταινία. Αυτή η τρομερή κατά τα άλλα μάχη, η οποία καταλαμβάνει και το
μεγαλύτερο κομμάτι του φιλμ, αντικατοπτρίζει εμφανέστατα τη λανθασμένη και
ξεκάθαρα εμπορική λογική του ξεχειλώματος του βιβλίου. Υπάρχουν βεβαίως και εδώ,
υπέροχες αλληλουχίες σκηνών με την προσοχή στη λεπτομέρεια (χαρακτηριστικό
γνώρισμα ολόκληρου του σύμπαντος του Τόλκιν αλλά και του σκηνοθέτη) να κόβει
την ανάσα. Κάθε εναλλαγή στο σετ, φέροντας τη σφραγίδα του έργου ζωής του
Τζάκσον, αποδίδεται με υπέροχη πολυπλοκότητα. Μια τεράστια παντομίμα σφαγής, η
οποία παρόλη την πελώρια έκτασή της, διατηρεί την αίσθηση της δυαδικότητας, αλλά
και της συναισθηματικής έντασης, με αποκορύφωμα το υπέροχο και αδιέξοδο πρόσωπο
με πρόσωπο του Θόριν, του (επιτέλους) βασιλιά κάτω από το το βουνό, με το χλωμό
ορκ, πάνω σε ένα στρώμα λεπτού πάγου. Δυστυχώς όμως, όλα αυτά μοιάζουν σαν μια
μακρόσυρτη κινηματογραφική διαδικασία κλεισίματος λογαριασμών, πάρα ως ένα
δυναμικό, γεμάτο αίσθησης του επείγοντος φιλμ, που θα μπορούσε να σταθεί από
μόνο του. Έκτος αυτού, οι μικρές, εμβόλιμες, ίσως και παράλληλες ιστορίες (όπως
η επιστροφή των Κρίστοφερ Λι, Κέιτ Μπλάνσετ και Χιούγκο Γουίβινγκ σε μια
ψυχεδελική σκηνή μάχης) αλλά και η δευτερεύουσα πλοκή με την ιστορία αγάπης
ανάμεσα σε δυο διαφορετικούς κόσμους, μοιάζουν είτε παράταιρες και ανυπόστατες,
είτε τόσο υποχρεωτικές που καταντούν συγκαταβατικές.

Εκεί που το
εγχείρημα του Τζάκσον κερδίζει ρυθμό, είναι όταν αφοσιώνεται στο σκοτεινό, σεξπιρικό
θέμα της απληστίας. Όταν ο στοιχειωμένος Θόριν (Ρίτσαρντ Άρμιταζ) βουλιάζει
μεταφορικά αλλά και κυριολεκτικά στην “αρρώστια του δράκου”, χάνοντας τον εαυτό
του σε μια νοσηρή και ολόχρυση παράκρουση, αποδομένη με σουρεαλιστικό, σχεδόν
ενστικτώδη τρόπο από τον σκηνοθέτη. Πάντως είναι το λιγότερο ειρωνικό, το
γεγονός ότι η ταινία παρουσιάζει το πάθος για πλούτο, ως την υπέρτατη πηγή
διαφθοράς και καταστροφής, ενώ οι επιλογές της μοιάζουν να θυσιάζουν την
εσωτερικότητα και το σκηνοθετικό όραμα στο βωμό του κέρδους, μετατρέποντάς την
τελικά σε μια λαμπερή άλλα άπληστη συλλογή (εντυπωσιακών ομολογουμένως) ειδικών
εφέ.

Δυστυχώς η
ουσία, όπως και η ιστορία βρίσκονται άλλου. Βρίσκονται στην συναισθηματική
ταύτιση με το μικρό, αυτό που δεν είναι από τη φύση του ηρωικό, αλλά
μετατρέπεται στην πορεία. Βρίσκονται στην αίσθηση της ματαίωσης ενός κόσμου που
χάνεται καθώς “ο καταρράκτης ανοίγει σαν αυλαία και όλα ξαφνικά οξύνονται, γίνονται
διαυγή”. Αυτό το συναίσθημα αναδύεται αυθόρμητα, όταν ο Μπίλμπο Μπάγκινς κάνει
την εμφάνισή του. Όταν αυτό το αδύναμο χόμπιτ (ρόλος ερμηνευμένος ανυπέρβλητα
για ακόμη μια φορά από τον Μάρτιν Φρίμαν) χάνεται, μένει μόνο του μέσα σ’ αυτόν
τον τεράστιο και εχθρικό κόσμο. Ο Μπίλμπο (όχι του Τζάκσον, ούτε του Τόλκιν, αλλά
πρωτίστως του Φρίμαν) αφήνει το σπίτι του, εκεί που, περιτριγυρισμένος από
γνώριμα αντικείμενα και ανθρώπους, αισθάνεται ασφαλής, ήσυχος, αλλά και θλιβερά
προκαθορισμένος. Γι’ αυτόν, το ταξίδι (ένας από τους κεντρικούς άξονες της
θεματολογίας του έργου του συγγραφέα) μπορεί να φαντάζει τρομακτικό, όμως μετά
από αυτό τίποτε δε θα είναι πια το ίδιο, η πληγή δεν πρόκειται να κλείσει, επαναπροσδιορίζοντας
όλη του τη ζωή. Ο Μπίλμπο πετιέται στην ουσία εκεί έξω και καλείται να πάρει
μέρος σε γεγονότα τεράστια σε σχέση με αυτόν (όπως έξαλλου και ο Φρόντο στον
“Άρχοντα των δαχτυλιδιών”), σε μια επική διαδρομή βασανισμού και αναμέτρησης με
τις αντοχές. Εκεί είναι λοιπόν που ξαφνικά αυτός ο μικρός άνθρωπος μεγαλώνει, ψηλώνει,
αρνείται να υποχωρήσει. Στέκεται μπροστά στις βαριές πόρτες του βασίλειου των
νάνων και για πρώτη φορά δείχνει μεγαλύτερος από αυτούς. Άλλωστε, όπως
γνωρίζεις πολύ καλά, “τα Χόμπιτ είναι πολύ παράξενα πλάσματα”. Υποτιμούνται
συνέχεια, όμως αυτοί επιμένουν, όχι ηρωικά, αλλά στωικά, ανθρώπινα. Εκεί είναι
που το συνταρακτικό σύμπαν κυρίως του “Άρχοντα” και λιγότερο του “Χόμπιτ”
βασίζεται. Μπορούν να συμβούν τα συγκλονιστικότερα, πιο κοσμογονικά γεγονότα, αλλά
ταυτόχρονα να συμπυκνωθούν σε ένα και μοναδικό μικρό πλάσμα με παιδικό πρόσωπο
που προσπαθεί, παλεύει να βρει τη θέση του στον κόσμο.

Παρότι αποτελεί
αναμφισβήτητα ένα μοναδικό και τεράστιο επίτευγμα στο σύνολό του, η “Μάχη Των
Πέντε Στρατιών” μοιάζει να έχει πιο πολλές συνέπειες και επακόλουθα, παρά
σεναριακές ανατροπές και νοηματική εξέλιξη. Η καθαρότητα της οπτικής του
Τζάκσον, όπως και η σαφής κινηματογραφική του ορμή, δείχνουν χαμένες μέσα στη
φανταχτερή επιτυχία της σειράς, σε σημείο που ξεχνάς τα αποκαΐδια άλλα και τις
απαλές μικρές νιφάδες που πέφτουν υπέροχα πάνω στα συντρίμμια των ισοπεδωμένων
πόλεων και στο γεμάτο σαστισμένη επιμονή, αινιγματικό πρόσωπο του κεντρικού
χαρακτήρα. Αρνούμενο τελικά να πάρει το οποιοδήποτε ρίσκο, σε αφήνει με την
αίσθηση ότι αυτό δεν μπορεί να είναι ο επίλογος. Φτάνεις τελικά να θέλεις
περισσότερα, άλλα όχι μια από τα ίδια. Αναζητάς εκείνες τις μικρές, συνοπτικές
άλλα πολύ δυνατές, ανύποπτες σεκάνς που θυμίζουν ότι στην καρδιά αυτής της
υπέροχης περιπέτειας βρίσκεται το μικροσκοπικό, το περικλεισμένο, το οποίο όμως
έχει τη δική του ουσία και υπόσταση. Αυτός που με φαινομενικά ασήμαντες πράξεις
καλοσύνης και αγάπης, κρατάει το σκοτάδι μακριά. Αυτός που, δίχως υπερβολές και
κραυγαλέους ηρωισμούς, γνωρίζει ότι είναι καταβεβλημένος από τον φόβο, τον πόνο
και το θάνατο, αλλά αποφασίζει να κάνει ό,τι μπορεί.

Να συνεχίσει έτσι κι
αλλιώς.

Η ταινία
προβάλλεται στη Θεσσαλονίκη στους εξής κινηματογράφους: Odeon Πλατεία, Ster
Cinemas Μακεδονία, Village Cinemas Λιμάνι, Village Mediterranean Cosmos. 


Related stories

Queer | Ο Ουίλιαμ Μπάροουζ θα ήταν περήφανος. Αλλά μάλλον δεν θα τον ένοιαζε

Από το Γιώργο Καρακασίδη Βιβλία, κυάλια με χάρτινες εικόνες, όπλα...

Σε αυτά τα μέρη στη Θεσσαλονίκη η διασκέδαση θυμίζει τις παλιές καλές εποχές

Σου προτείνουμε επιλογές που εγγυημένα θα σε κάνουν να...

Οι Χαΐνηδες έρχονται στο We το Σάββατο 18/1 για μια μοναδική συναυλία!

Μια κολεκτίβα αληθινής τέχνης για πάνω από τρείς δεκαετίες....

Βόλτα στις αθηναϊκές σκηνές: “Dumb Waiter” του Χάρολντ Πίντερ και «Ήρωες» με ήρωες του θεάτρου

Γράφει το Θεατρόφυλλο Μια βόλτα στις πολυάριθμες (και) φέτος αθηναϊκές...