HomeCinemaΚριτική ταινίαςΚριτική Ταινίας | Foxcatcher

Κριτική Ταινίας | Foxcatcher

Σκηνοθεσία: Bennett
Miller

Ηθοποιοί: Steve
Carell, Channing Tatum, Mark Ruffalo


To“Foxcatcher” είναι μια άρρωστη, στρεβλή και διαταραγμένη ιστορία. Ένα
ισοπεδωτικό επιμύθιο για μια χωρά γεμάτη χειραγώγηση, όπλα, βια και καταστολή. Για
μια “περήφανη” Ήπειρο, στην οποία οποίος έχει πολλά λεφτά μπορεί απροβλημάτιστα
να παραγγέλνει και να αποκτά ένα πλήρως εξοπλισμένο άρμα μάχης. Για αδιέξοδες
σχέσεις που οδηγετούνται πάνω στη βασική, φροϊδική, προαιώνια δέσμευση. Για
την εξουσία που ακουμπά πάνω σε ψευτοπατριωτισμούς, μονό και μονό για να κρύψει
άκομψα την τυραννικότητά της. Είναι μια ιστορία για το απόλυτο σύγχρονο
αρπακτικό, που μπορεί να στερείται σε δύναμη, αλλά υπερπληρώνει την ανυπαρξία
του με τον πλούτο και την κοινωνική του θέση, χτισμένη πάνω σε νεκρούς, σε
θύματα της ίδιας της ιστορίας που επιδιώκει μανιακά να αναπαράγει. Κανένας και
τίποτα δεν μπορεί να του αντισταθεί, καθώς ο κλοιός ολοένα και σφίγγει γύρω από
τα ανυπεράσπιστα θύματά του, που θυσιάζονται, για διαφορετικούς λόγους το
καθένα, μέσα στην αυταρχική μεγαλομανία της (διαταραγμένης;) ανθρώπινης φύσης. Γρήγορα
καταλαβαίνεις ότι γυρισμός από την κόλαση δεν μπορεί να υπάρξει. Αργείς όμως να
συνειδητοποιήσεις ότι ο δεσποτισμός ενός απόλυτου τίποτα κρύβει μέσα του την
πιο τρομακτική, βαθιά και θλιβερή πραγματικότητα.

Ο
σκηνοθέτης του εξαιρετικού “Καπότε” (και του επίσης άρτιου αν και όχι τόσο
ξεχωριστού “Moneyball”) Μπένετ Μίλερ καταφέρνει εδώ να
δημιουργήσει ένα ψευδαισθησιακά ασφαλές κινηματογραφικό περιβάλλον στο οποίο όμως
οι τρεις βασικοί του ρόλοι αισθάνονται τόσο μπερδεμένοι που τελικά αποδίδουν, όσο
ίσως δεν κατάφερε κανένα φετινό φιλμ. Με μια αισθητική του χώρου και των
αθλημάτων που έχουμε να δούμε εδώ και πολύ καιρό -πάνω κυρίως στο εμπορικό
κομμάτι των σπορ- μετατρέπει ένα ξεκάθαρο δράμα σε μια τόσο πλούσια εμπειρία, στην
οποία αυτά που υπαινίσσονται και αφήνονται να εννοηθούν, ξεπερνούν σε
σημαντικότητα αλλά και αγωνιά την πραγματικότητα των γεγονότων. Κεντραρισμένο
και εστιασμένο πάνω στην απρόσμενη και ολοκληρωτική σοβαρή στροφή του Στιβ
Καρέλ, επιχειρεί να προσδιορίσει με αποκρουστική ευστοχία, πώς οι απύθμενες
επιθυμίες μπορούν να διαβρώσουν αδερφικούς ή πατρικούς δεσμούς, με τρόπους που
δεν μπορεί κανένας να φανταστεί. Η αρρωστημένη, αληθινή ιστορία της σχέσης του
πάμπλουτου, κοινωνιοπαθή, με ιδέες μεγαλείου προπονητή της Ελληνορωμαϊκής πάλης
Τζον Ντυπόν με τους ολυμπιονίκες αδελφούς Σούλτς, φαντάζει από μονή της μια
δυνατή φιλμική πρώτη ύλη. Ο Μίλερ με τους σεναριογράφους του όμως (εξαιρετική
δουλειά από τους Φράι και Φάτερμαν) δεν επαναπαύεται σε αυτό. Αντιθέτως
κατορθώνει να ξεπέρνα την απεικόνιση της απολυτής θλίψης και ματαιότητας, γεμίζοντάς
σε με μια διαρκή αγωνιά, άλλα και μια αίσθηση του επείγοντος, λες και όλη η ζωή
και ηθική υπόσταση των ηθοποιών, εξαρτάται από εσένα, που λυπάσαι, θυμώνεις, αγανακτείς
και απελπίζεσαι, αλλά συνεχίζεις μαγνητισμένος να τους κοιτάς. Να παρατηρείς
άναυδος αυτήν την μνημειώδη αυτο-καταστολή με όλες τις τρομακτικές τις
συνέπειες.

Παρότι
το φιλμ μοιάζει να μοιράζει σχεδόν ισόποσα τα δυναμικά του (είτε εκτελεστικά, είτε
νοηματικά) στις τρεις εγκλωβισμένες ανδρικές φιγούρες, εντούτοις ο Στιβ Καρέλ
παραθέτει μια ερμηνεία που δύσκολα θα μπορέσει να ξεχάσει κανείς. Πετυχαίνει
σχεδόν αβίαστα, να κατασκευάσει έναν άνδρα- βήτα αρσενικό, του οποίου οι
παρανοϊκές φοβίες, οι ανασφάλειες, αλλά και οι διογκωμένοι και ξεκάθαρα νοσηροί
καταστροφικοί του ιδεασμοί, φαντάζουν εν μέρη δικαιολογημένοι και παράδοξα, ίσως
και τρομακτικά οικείοι. Έχοντας ενσωματώσει την αίσθηση της ιδιορρυθμίας και
του στρες που ο ρόλος του ορίζει, υποδύεται έναν μόνο, άξεστο πλουτοκράτη που
το μοναδικό του τελικά κατόρθωμα υπήρξε το γεγονός ότι κληρονόμησε την αμύθητη
περιουσία της οικογένειάς του. Μοιάζει με ένα υπερμέγεθες κακομαθημένο μωρό, ιδιότροπο
και συναισθηματικά (αλλά και σεξουαλικά) υποανάπτυκτο, που όμως απολυτά εύστοχα,
σταματά στα όρια της καρικατούρας. Αυτό ακριβώς είναι που κάνει τελικά την
ερμηνεία ανυπέρβλητη. Το γεγονός ότι φτάνεις να περιμένεις τα πάντα απ΄ αυτόν
τον χαρακτήρα, αλλά στην ουσία δεν ξέρεις μέχρι που είναι ικανός να φτάσει. Η
αλληγορική εναρκτήρια σκηνή της ταινίας με τις εικόνες του κυνηγιού της αλεπούς,
αλλά και το εσκεμμένο λογοπαίγνιο του μετάλλου με το μετάλλιο -θυμίζοντας
παράλληλα κάτι από το αφόρητο βασανιστήριο του φινάλε του “Ελαφοκυνηγού”- αποτυπώνονται
ολοκληρωτικά στους σχεδόν σουρεαλιστικούς μονολόγους του Ντυπόν, οι οποίοι
φτάνουν να έχουν τελικά ως μοναδική αρετή την παραξενιά και την εξωφρενικότητά
τους. Μοιάζει πραγματικά οξύμωρο το γεγονός ότι η απόδοση ενός παντελώς μη
χαρισματικού χαρακτήρα, συνδυάζεται με την απόλυτα χαρισματική ερμηνεία του
ηθοποιού που τον υποδύεται. Αυτή η υπέροχη παράσταση -μια από τις δυνατότερες
των τελευταίων χρόνων- υποστηρίζεται θεσπέσια από τον Τσάνινγκ Τέιτουμ, ευάλωτο
και ακατέργαστο όσο ποτέ (φέρνει συνεχώς στο νου ένα μεγάλο, ωμό κομμάτι κρέας),
ο οποίος καταλήγει σχεδόν αμέσως υποχείριο του ψευδομεντορισμού του Καρέλ, αλλά
κυρίως του Μαρκ Ράφαλο, που αποτελεί αδιαμφισβήτητα τη μοναδική πηγή αγάπης και
ελπίδας του φιλμ. Η εξοντωτική εσωτερική του σύγκρουση, αλλά και η αυτοαηδία
στο ανήμπορο να κοιτάξει ευθεία στην κάμερα βλέμμα του, καθώς του επιβάλλεται
να εκθειάσει τον υποτιθέμενο ευεργέτη του (“μπορείς να με αποκαλείς και χρυσό
αετό, ή απλά αετό!”), καταφέρνει να προκαλέσει σοκ, επιβάλλοντας σχεδόν να
στρέψεις το βλέμμα αλλού.

Το “Foxcatcher” μοιάζει με μια αιχμηρή, ενδοσκοπική ματιά για
την ιδεολογία που συστηματικά χτίζεται γύρω από την ισοπεδωτική αποτυχία της
δεύτερης θέσης. Για την τοξική σχέση του πατροναρίσματος, αλλά και την
αναγκαιότητα της πατρικής φιγούρας που οφείλεις να μισείς και να απογοητεύεις. Μια
ενδελεχής σπουδή χαρακτήρων που υπνωτίζει, διεισδύει μέσα σου και σε τραβά όλο
και βαθύτερα στην απόγνωση, φέρνοντας στο μυαλό δημιουργίες, στις οποίες έχεις
την αίσθηση ότι το κάλο κάποια στιγμή θα έρθει, άλλα τελικά ποτέ δεν έρχεται. Όμοια
με μια ατέλειωτη χορογραφία πάλης, εκεί που μπερδεύεται η διεκδίκηση της
ενηλικίωσης, με τα γέματα αγάπη αγγίγματα. Εκεί που οι δυνάμεις αναμετρούνται, μέσα
σε ένα σχεδόν ερωτικό σύμπλεγμα, καθιστώντας το παράνομο χτύπημα ως το ύστατο
ψυχολογικό ξεμπρόστιασμα, κάτι που μόνο ένα ακαταμάχητο τέρας σαν τον Ντυπόν θα
μπορούσε όχι μόνο να το αντέξει, άλλα να το στρεβλώσει τόσο πολύ ώστε να
μοιάζει με εκκωφαντική νίκη. Καθώς μοιραία το φιλμ αποκαλύπτει την πολυεπίπεδη
προσωπικότητά του, μη δείχνοντας ταυτόχρονα ευγνωμοσύνη σε κανέναν και πουθενά,
καταλήγεις στο συμπέρασμα ότι αυτή η απελπισμένα θλιμμένη ιστορία για την
Αμερική (ή καλύτερα της Αμερικής), είναι μια ιστορία που φωτίζει όλες τις
λεπτές αποχρώσεις της καταστροφής, που δικαιολογημένα χαρακτηρίζεται ως μια από
τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς. Μια ιστορία που τελικώς είχε την απολυτή
ανάγκη να αφηγηθεί.

Related stories

Η δική μας μεταπολίτευση είναι η σειρά ντοκιμαντέρ που πρέπει να δεις στο Ertflix

Η ιστορική σειρά ντοκιμαντέρ «Η δική μας μεταπολίτευση», παραγωγής ERTFLIX που επιμελούνται και...

Πού βρισκόταν το εξοχικό κέντρο Λουξεμβούργο

Ποιος θυμάται το Λουξεμβούργο; Τότε που η θάλασσα έγλειφε...

Πέθανε ο Ολιβιέρο Τοσκάνι, ένας από τους πιο εμβληματικούς φωτογράφους

Ο Ολιβιέρο Τοσκάνι, γεννημένος το 1942 στο Μιλάνο, ήταν...

Η Άνω Πόλη του Γιώργου Κόφτη

Για να αντιληφθεί κανείς την πόλη της Θεσσαλονίκης θα...