Πολλές φορές, εκείνη τη ζωή μας που ύστερα είχαμε ξεχάσει, τρέχαμε λαχανιασμένοι μέσα σε όνειρα αδιέξοδα, τρομακτικά. Ανακαλύπταμε, σε μια στιγμή, τον λαβύρινθο της ύπαρξης μας και αντικρίζαμε, με δέος, ένα άπειρο είδωλο μέσα από επικαλυπτόμενους καθρέπτες. Ετούτο το αποκαλούσαμε παρελθόν ή θάνατο.
Το σκοτάδι ήταν πάντοτε η λύση σε εκείνα τα όνειρα. Σκοτάδι που εξαπλωνόταν πηχτό, κατά κύματα, σαν την παλίρροια ή καμιά φορά υποχωρούσε.
Υπήρχε ένας ολόκληρος κόσμος εκεί έξω και 'μεις συνεχίζαμε να κυνηγάμε χίμαιρες. Χτίζαμε σπιτάκια του νου, χωρίς κανένα νόημα.
Υπήρχαν πνεύματα, που περιφέρονταν στον κόσμο μας, και μετά από λίγο γύριζαν άπραγα πίσω. Κάτι ήθελαν να δείξουν αλλά κανείς δεν τα καταλάβαινε ή πίστευε, χειρότερα και από ιθαγενείς του Νέου Κόσμου.
Σε κείνα τα πνεύματα δεν άρεσαν οι θλιβεροί επικήδειοι ή να λέγαμε πόσο καλά ήταν. Κάναμε τόσο καιρό να βρεθούμε που ήταν σαν να μην υπήρχαμε. Αυτά για μας, εμείς για κείνα.
Το φεγγάρι έβγαινε καμιά φορά σε κείνα τα όνειρα, που μπορεί να μην ήταν όνειρα αλλά πραγματικότητα. Χαμογελούσε, πάνω απ' το σκοτάδι, την ίδια τη μελαγχολική του λάμψη.
Ένα μυστήριο κρυβόταν πίσω από τα κύματα του ραδιοφώνου ή τον ηλεκτρισμό. Ένας άλλος κόσμος εκεί πάνω.
Συνεχίζαμε όμως να λέμε θλιβερούς επικήδειους και να κάνουμε τα ίδια λάθη. Δε μπορούσαμε να χαρούμε την ομορφιά ενός τοπίου ή την αρχή ενός τέλους. Το τέλος μίας νέας αρχής.
Όλα στο τέλος ήταν κύματα, όχι το σκοτάδι ή τα όνειρα, μία μυστηριώδης ενέργεια, σε κείνον τον άλλο κόσμο, μα και ετούτο. Μας χάιδευαν την ψυχή κάθε φορά που κάτι αστοχούσαμε, κάτι θέλαμε να ζήσουμε παραπάνω…
*Αφιερωμένο στον θρυλικό ραδιοφωνικό παραγωγό Φώτη Φερενίδη