Το «Μπερλίν» είναι ένα πολύ ιδιαίτερο βιβλίο. Πολύ διαφορετικό απ' όσα έχω διαβάσει που να προσεγγίζουν ευρύτερα τη θεματολογία του Ολοκαυτώματος Πρόκειται για ένα λογοτεχνικό αφήγημα που άλλοτε μοιάζει με ντοκιμαντέρ, άλλοτε με δοκίμιο, άλλοτε με δημοσιογραφική έρευνα. Είναι μια αυτομυθοπλασία με φόντο το Βερολίνο. Η Άντζη Σαλταμπάση εκκινεί από το σημερινό Βερολίνο, την πόλη που χτίστηκε πάνω στη μνήμη. Και αυτό είναι το «Μπερλίν», μια καταβύθιση στη μνήμη και στο τραύμα.
Την ευχαριστώ πάρα πολύ για τη συζήτηση.
Φωτο: Κατερίνα Καμπίτη
Το «Μπερλίν» είναι ένα λογοτεχνικό αφήγημα που άλλοτε μοιάζει περισσότερο με δοκίμιο σε εξομολογητικό τόνο και άλλοτε με δημοσιογραφική έρευνα-ντοκιμαντέρ. Είχατε εξ αρχής σκοπό να γράψετε μ' αυτόν τον ιδιαίτερο τρόπο ή είναι κάτι που προέκυψε στην πορεία;
Και τα δύο. Ήξερα το υλικό μου ή έστω ένα μέρος του και το υλικό ήταν όλα αυτά που αναφέρετε μαζί με δόσεις αυτομυθοπλασίας. Η τελική του δομή και το ύφος προέκυψαν κατά τη διάρκεια της γραφής.
Μέσα στο βιβλίο σας σημειώνετε πως το Βερολίνο είναι η ιδανική πόλη για να καταδυθεί κανείς στο εαυτό του. Ποια χαρακτηριστικά της πόλης αυτής σας οδήγησαν σε αυτό το συμπέρασμα;
Το Βερολίνο είναι μια απαιτητική δυτικοευρωπαϊκή πόλη, όπου επικρατεί η απουσία θορύβου, το μεγαλύτερο διάστημα κρύα και σκοτεινή, με βαρύ, ασήκωτο παρελθόν, και συγχρόνως μια πόλη πανέμορφη, ελκυστική, εύκολη, προοδευτική που σε σπρώχνει μπροστά. Αυτός ο συνδυασμός της καταβύθισης, της εσωτερίκευσης, της σωματικής ανάγκης να χωθείς κάπου ζεστά, σαν να θέλεις να πέσεις σε χειμερία νάρκη, με τη δύναμη, την αυτοπεποίθηση της πόλης, αλλά και την ελευθερία που σου προσφέρει η οργάνωση, είναι πολύ ευεργετικός για τη δημιουργικότητα. Γιατί νομίζω πως η κατάδυση στον εαυτό είναι προπάντων δημιουργία.
Σας απασχολούσε πάντα το θέμα του Ολοκαυτώματος;
Ναι, από πολύ νωρίς, λόγω της σχέσης μου με τη γερμανική γλώσσα και τη συναναστροφή μου με Γερμανούς. Θυμάμαι όμως, ότι κάποια στιγμή σε μικρή ηλικία είχε τύχει να δω μια τηλεταινία μυθοπλασίας για το Ολοκαύτωμα. Ήταν η γνωστή τηλεταινία με τη Μέριλ Στρίπ που στη Γερμανία είχε κάνει πάταγο. Στην πραγματικότητα είναι μια χαζοσειρά, αν εξαιρέσουμε κάποιες ερμηνείες, αλλά εγώ, πρέπει να ήμουν 10-11 χρόνων, είχα συγκλονιστεί κι ας μην καταλάβαινα και πολλά. Η έκπληξη μου ήταν τεράστια. Δεν μπορούσα να πιστέψω ότι είχε υπάρξει αυτή η φρίκη και να φανταστείτε ότι τα δείχνει όλα πολύ ήπια και ωραιοποιημένα. Το ενδιαφέρον είναι ότι την ίδια έκπληξη με τη δική μου είχαν βιώσει και οι Γερμανοί που την είχαν παρακολουθήσει, λίγο νωρίτερα από μένα, στα τέλη της δεκαετίας του '70.
Η καταβύθιση στη μνήμη και το τραύμα είναι κάτι που παρατηρείτε στο σημερινό Βερολίνο;
Υπάρχει μια μνημολαγνεία θα έλεγα. Είναι χρήσιμο και οι προσπάθειες αξίζουν τον σεβασμό μας, αλλά από την άλλη το Ολοκαύτωμα δεν είναι μνημείο, λέει ο Μέντελσον, και το παραθέτω και στο βιβλίο. Επίσης, τα μνημεία θα πρέπει να συνοδεύονται από αίσθημα ιστορικής ευθύνης και πράξεις που να το αποδεικνύουν.
Στο «Μπερλίν» λαμβάνει χώρα μια διττή αναζήτηση, προσωπική και συνάμα ιστορική. Πώς εναρμονίζονται αυτά τα δύο στη ζωή της αφηγήτριας; Μπορεί το ένα να λειτουργήσει λυτρωτικά ως προς το άλλο;
Δεν πιστεύω στη λύτρωση, τουλάχιστον όχι μ' αυτήν την έννοια. Έχω την εντύπωση ότι η λύτρωση έρχεται όταν παίρνουμε αποφάσεις που μας ξεβολεύουν κι εγώ με το βιβλίο δεν πήρα καμία τέτοια απόφαση, εκτός ίσως από το να εκτεθώ στους αναγνώστες. Η αναζήτηση νομίζω είναι πάντα μία, αλλά μπορείς να την κάνεις ακολουθώντας συγχρόνως διαφορετικούς δρόμους, ιστορικούς, προσωπικούς, κοινωνικούς. Μ' αυτό τον τρόπο, η αναζήτηση είναι ίσως πιο ολοκληρωμένη.
Αντισημιτισμός, ενοχές, πολιτική ορθότητα. Πώς ηχούν οι παραπάνω λέξεις στο μυαλό σας; Πώς συνδέονται μεταξύ τους;
Η πολιτική ορθότητα από μόνη της δεν σβήνει τον αντισημιτισμό. Είναι απαραίτητη σε γενικές γραμμές, γιατί δίνει ένα στίγμα. Όταν ντρεπόμαστε να ξεστομίσουμε κάποιο στερεότυπο για τους Εβραίους και κατανοούμε ότι δεν μπορεί να λέει ο καθένας δημόσια ό,τι του κατέβει στο κεφάλι, επηρεάζεται όλη η ρητορική της κοινωνίας. Αυτό που κάνει τη διαφορά είναι ότι η πολιτική ορθότητα πρέπει να είναι αποτέλεσμα εκπαίδευσης, μόρφωσης, κατανόησης και όχι απαγόρευσης. Όσο για την ενοχή, τι να πω, το ζητούμενο είναι να μετατραπεί σε αίσθημα ευθύνης, αλλιώς δημιουργεί ψυχοπαθολογίες. Ενδιαφέρουσες για αυτούς τις αναλύουν, ανθρώπινες, αλλά πολύ επιβλαβείς στην πράξη.
Το «Μπερλίν» παρατηρεί το Βερολίνο εντελώς υποκειμενικά, μα καθόλου προσωπικά. Πώς μπορεί να διατηρηθεί αυτή η λεπτή γραμμή ανάμεσα στα δύο;
Δεν έχω ιδέα! Ενδεχομένως όλα να ξεκινούν από το κίνητρο, τι είναι αυτό που θέλεις να πεις. Ελπίζω πάντως να το κατάφερα.
.