Καλότυχοι όσοι δεν χτυπηθούν
Στη ζωή τους από κανένα κακό.
Γιατί για εκείνους που οργή λαού
Τα παλάτια τους κατακεραυνώσει, δεν θα γλιτώσουν από καμιά συμφορά
Που δεν θα πέσει σε πλήθος γενεών τους,
Ίδια καθώς όταν Κύμα
Κυλάει παραφουσκωμένο
Απ’ τις άγριες της Θράκης πνοές
Πάνω στην σκοτεινή ελληνική άβυσσο
Απ’ το βυθό αναταράζει
Τη μαύρη ανεμοδαρμένη αμμουδιά
Και στέλνωντας πίσω τη βοή
αναστενάζουν
καθώς αλύπητα χτυπιούνται οι κάβοι.
Από παλιούς καιρούς βλέπω
Τα πάθη αυτών που κυβερνούν
Να πέφτουν απάνω στα πάθη εκείνων που σβήσανε
Και καμιά γενιά δεν γλιτώνει άλλη γενιά
Μα το χρήμα τις γκρεμίζει
Και λυτρωμό δεν έχουν.
Γιατί τώρα το ύστατο φως, στην τελευταία ελληνική
ρίζα που απλώνεται στα σπίτια των Ελλήνων
Το θερίζει των υποχθονίων τραπεζών
Το δρεπάνι το αιματόβρεχτο
Άκριτη γλώσσα και νου ανθρωποβλαβή.
Τη δική σου δύναμη, Ευρώπη που έκλεψες και φυλάκισες γενιές Ελλήνων,
Ποιά ανθρώπινη έπαρση
Να σταματήσει μπορεί;
Που αυτήν μήτε ο ύπνος ποτέ ο πανδαμάτορας πιάνει
Μήτε οι ώρες οι τηλεοπτικές των ΜΜΕ οι ακούραστες,
Μα από έναν αιώνα και βάλε ακατάλυτη
Βασιλεύεις δυνάστης, ω Ευρώπη,
μες των Βαλκανίων το ξέλαμπρο φέγγος.
Και τώρα όμως και πριν και στο μέλλον
Θα κρατά αυτός ο νόμος: πως τίποτα στη ζωή των ανθρώπων
Δεν έρχεται χωρίς καμία δυστυχία.
Γιατί η ύστατη βέβαια ελπίδα
Για πολλούς βγαίνει σε χρήμα ως όφελος
Μα άλλων τους κούφιους τους πόθους γελά
Κι η απάτη γλιστρά μες τον άνθρωπο, δίχως να γνωρίζει αυτός
Τίποτα,
ώσπου στην πυρωμένη φωτιά
και τα δυο του πόδια κάψει.
Γιατί αλήθεια σοφός ο περίφημος λόγος
Που βγήκε από κάποιον Έλληνα στα αρχαία χρόνια.
«Καλό το κακό σε εκείνον που η Δύναμη
οδηγάει το νου του στον όλεθρο,
και ο όλεθρος δεν θ’ αργήσει να φτάσει.
Υ.Γ. Πολιτικοί μου Έλληνες της Ντροπής και της Ενοχής απλά αντικατέστησα στο χορικό κάποιου αρχαίου ποιητή από τον Ίππιο Κολωνό της Αρχαίας Αθήνας από το δραματικό του έργο «Αντιγόνη» (γραμμένο λένε πριν από 2434 κοντά χρόνια), με τρόπο εκσυγχρονιστικό και κατά το πρότυπο της εκοσμίκευσης και διαγραφής από το λεξιλόγιο των ανθρώπων των λέξεων «προσευχή» και «Θεός», τις ίδιες ακριβώς λέξεις. Στη θέση τους χρησιμοποίησα λέξεις όπως λαός, κυβερνήσεις, χρήμα και Ευρώπη των τραπεζών.
Επειδή το σημείωμα αυτό γράφεται Κυριακή μεσημέρι στην Αθήνα, δεν γνωρίζω Πέμπτη πρωί και στη Θεσσαλονίκη αν θα έχει μείνει άγρυπνη κάποια ανθρώπινη ελπίδα…