HomeCinemaΕίδαμε το νέο queer δράμα του Ray...

Είδαμε το νέο queer δράμα του Ray Yeung στην φετινή Berlinale

γράφει η Φανή Εμμανουήλ

Την τελευταία ημέρα της Berlinale είδαμε το All Shall Be Well του Ray Yeung. Είναι η πρώτη δουλειά του σκηνοθέτη μετά το Suk Suk, το οποίο κυκλοφόρησε και ως Twilights Kiss σε ορισμένες αγορές. Κέρδισε το βραβείο καλύτερης ταινίας στα βραβεία κινηματογράφου του Χονκ Χονγκ, ενώ είχε προβληθεί και στην κατηγορία Panorama του φεστιβάλ κινηματογράφου του Βερολίνου το 2019.

Στο Suk Suk, ο Yeung εξερεύνησε τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι μεγαλύτερης ηλικίας γκέι άνδρες,  επικεντρώνοντας την προσοχή του σε ένα ζευγάρι δύο ηλικιωμένων ανδρών που είναι μαζί, κρυφά από τον κοινωνικό τους περίγυρο. Εμμένοντας στην ίδια θεματική, συνεχίζει να στρέφει το βλέμμα του με ενσυναίσθηση προς τα κοινωνικά ζητήματα στην γενέτειρα του, το Χονγκ Κονγκ. Στην νέα του δουλειά, εξετάζει με λεπτότητα τη ζωή ενός ηλικιωμένου ζευγαριού λεσβιών, φαινομενικά αποδεκτό από τον οικογενειακό τους κύκλο, με φόντο την φτώχεια της εργατικής τάξης και την άπιαστη φιλοδοξία της ιδιοκτησίας ενός ακινήτου.

Η πλοκή ξετυλίγεται καθώς η Άντζι (Patra A Ga Man) και η Πατ (Maggie Li Lin Lin) προετοιμάζουν ένα δείπνο προς τιμήν της οικογένειας της Πατ. Η ανάλαφρη και feel-good χροιά της ταινίας, παίρνει σύντομα μια δραματική τροπή και έκτοτε υιοθετεί έναν μελαγχολικό τόνο, όταν η Πατ πεθαίνει ξαφνικά. Παρόλο που το ζευγάρι ήταν μαζί για πάνω από τρις δεκαετίες, η Πατ δεν υπέγραψε ποτέ κάποιο νόμιμο έγγραφο που να κατοχυρώνει την Άντζι ως συνιδιοκτήτρια του σπιτιού τους. Η ιστορία εκθέτει τις νομικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν τα ομόφυλα ζευγάρια και εμβαθύνει στις πολυπλοκότητες που προκύπτουν από τη στάση του Χονγκ Κόνγκ για τους γάμους των ομοφυλόφιλων και την πλήρη απουσία νομικής αναγνώρισης τους.

Η ταινία εμβαθύνει σε δύο συγκλονίστηκα (και πιο επίκαιρα από ποτέ) θεματικά μοτίβα. Πρώτoν απεικονίζει την ευάλωτη θέση της ηλικιωμένης LGBT κοινότητας, μέσα από την σχέση των δύο γυναικών. Δεύτερον, διερευνά τις συγκρούσεις της εργατικής τάξης (συγκεκριμένα των συγγενών της Πατ) με τις έννοιες σωστού και λάθους και την εμμονική στάση τους προς το τι ορίζει ο νόμος. Πάνω απ’ όλα όμως, εξερευνά τα όρια αποδοχής σε μια κοινωνία που νομικά δεν αναγνωρίζει και κατά συνέπεια δεν αποδέχεται, απλά ανέχεται.

Σε μόλις 93 λεπτά, μια διάρκεια που φαντάζει ασυνήθιστη πλέον, η ταινία εκμεταλλεύεται κάθε στιγμή και καρέ. ‘Έτσι καταφέρνει να δημιουργήσει μια συναισθηματικά φορτισμένη αφήγηση που βυθίζει το κοινό στην δύσκολη θέση που έχει βρεθεί η Άντζι. Κάθε συμβάν είναι και ένα νέο χτύπημα όσο βλέπουμε την στάση αυτών που μέχρι πρότινος θεωρούσε οικογένεια της σιγά σιγά να αλλάζει, όσο προσπαθούν να εξασφαλισθούν κοιτώντας το συμφέρον τους. Ρίχνοντας φως στην σκληρή συμπεριφορά των γύρω της, βλέπουμε και την ανησυχία της. Ανησυχία για ένα αβέβαιο μέλλον όσο η μέχρι τώρα γνώριμη ζωή της, σιγά σιγά καταρρέει. Παράλληλα όμως με την αδικία που νιώθουμε για τα όσα περνάει η Άντζι, βλέπουμε και την πλευρά την οικογένειας της Παμ. Βλέπουμε ανθρώπους της χαμηλής εργατικής τάξης να κάνουν ότι μπορούν για να εξασφαλίσουν μια υποτυπώδη άνεση για το μέλλον τους και τα γηρατειά. Με αυτόν τον τρόπο πετυχαίνει έναν εύστοχο πολιτικό σχολιασμό, υπογραμμίζοντας έτσι το πως οι υπέρογκες τιμές ακινήτων του Χονγκ Κονγκ εμποδίζουν τους περισσότερους κατοίκους από την ιδιοκτησία ακινήτων.

Είναι μια πολυεπίπεδη προσέγγιση και εξερεύνηση. Μέσω του εξαιρετικού σεναρίου του ο Young μας κάνει να αναλογιστούμε όλες τις πλευρές ενώ εμβαθύνει έξοχα στην θεματολογία του. Ο ίδιος βέβαια, υποστήριξε σε συνέντευξη που έδωσε στο Variety πως η ταινία του εξερευνά πρωτίστως την δυναμική μεταξύ του ζευγαριού και της οικογένειας της αποθανόντος. Εκτείνεται πέρα από μια απλή αφήγηση περί κοινωνικής αποδοχής, καθώς αυτή έχει -φαινομενικά- γίνει αποδεκτή. Το βασικό ερώτημα είναι το βάθος αυτής της αποδοχής. «Το ζήτημα είναι ιδιαίτερα έντονο σε τοποθεσίες όπως το Χονγκ Κονγκ, όπου οι τιμές των ακινήτων είναι πέρα από τις δυνατότητες των περισσότερων ατόμων, ειδικά των νεότερων». Μάλιστα έθεσε το ερώτημα «Τι θα κάνατε αν ξαφνικά έφτανε στην κατοχή σας ένα αξιοπρεπές διαμέρισμα; Θα το δίνατε σε κάποιον που θα μπορούσατε να τον θεωρήσετε άγνωστο;»

 

 

Related stories

H Πάολα Ρεβενιώτη δεν μάσησε ποτέ τα λόγια της

Με αφορμή, την έκθεση, στο MOMus Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης,...

Όταν ο Φαίδων Γεωργίτσης συνάντησε τη Ρίτα Χέιγουρθ στη Θεσσαλονίκη, το 1977

Τον Σεπτέμβριο του 1977 καταφθάνει στην συμπρωτεύουσα η μεγάλη...

Η πρώτη εμφάνιση Ελληνίδας ηθοποιού σε ανδρικό ρόλο στο θέατρο

Το 1899, η διάσημη Γαλλίδα ηθοποιός Σάρα Μπερνάρ έγραψε...

Αυτή είναι σίγουρα η ομορφότερη ταράτσα της Άνω Πόλης που μπορείς να επισκεφθείς

Mε γραφική θέα, στην οδό Ανδοκίδου, περνώντας ταβερνάκια και...