γράφει ο Γιάννης Σταματίου
Midnight Mass, created by Mike Flanagan
Κρασί το οποίο αναμειγνύεται με αίμα που στάζει από ψαλίδια που δεν διστάζουν να κόψουν το κατασκευασμένο όριο της πραγματικότητας και τη σάρκα, πλήκτρα που γίνονται αφορμή να δει κανείς τον άνθρωπο ως μετενσάρκωση του Θεού και του Διαβόλου, χαρίζουν ατέλειωτες στιγμές κελαριστού γέλιου, αλλά την ίδια στιγμή οδηγούν τον άνθρωπο όλο και πιο κοντά στην τρέλα, Μεσσίες που οδηγούν τον λαό τους στον υποσχόμενο παράδεισο του μαχαιριού και της φωτιάς, κοινωνίες σε χάος και κανιβαλισμό, με αποστεωμένα χέρια που σκίζουν και κόβουν, ιερείς που κάνουν τα πάντα για τη γυναίκα που αγάπησαν, πραγματικούς ανθρώπους που σηκώθηκαν από τον τάφο διαλέγοντας να ζήσουν, παιδιά που δεν βρίσκουν απλά σωτηρία σε μια βάρκα στη μέση του ωκεανού από τον κόσμο που καταστρέφουν τα χέρια που τον έφτιαξαν, μέσα στις φλόγες, αλλά που αυτά, μόνα τους, είναι η ίδια η σωτηρία. Από στιγμές ζεστασιάς και χαλάρωσης που θα μας κάνουν να χαλαρώσουμε ζεστά στον καναπέ και το κρεβάτι μας, μέχρι ατμόσφαιρες και εικόνες έντασης, σασπένς, τρόμου, ανατριχίλας, συγκίνησης, πάθους και εφιάλτη, εδώ έχουμε μια διαφορετική λίστα ταινιών που μπορεί κανείς να απολαύσει αυτές τις μεγάλες μέρες – ή και όποτε επιθυμήσει.
Στην ερώτηση Χριστούγεννα ή Πάσχα δεν υπάρχει αμφιβολία πως οι περισσότεροι άνθρωποι δεν θα διστάσουν να δηλώσουν και να εκφράσουν την προτίμησή τους προς την γαλήνια, ζεστή αίσθηση θαλπωρής του πρώτου. Το ζεστό χουχούλιασμα μέσα στην κουβέρτα μπροστά στο τζάκι, με το βιβλίο στο χέρι και την κούπα με ζεστή σοκολάτα ή τσάι στο μπράτσο της πολυθρόνας δίπλα, ενώ οι γονείς ετοιμάζουν το χριστουγεννιάτικο τραπέζι, το σπινθήρισμα των φλογών που χορεύουν και το σκαλιστό τρίξιμο των κούτσουρων στην αγκαλιά τους, το στραφτάλισμα των λαμπιονιών και του χιονιού στα παράθυρα και τις βιτρίνες, οι ταινίες, η κοφτή ανάσα και το χνότο μέσα από το κόκκινο, ή στο χρώμα φθινοπωρινών φύλλων, κασκόλ, ενώ τα μαλλιά μπερδεύονται κάτω από τον σκούφο, τον μπερέ και τούφες παρασέρνονται μέσα στον κρύο αέρα, τα μποτάκια που χτυπάνε στο κρύο πλακόστρωτο ή πεζοδρόμιο, το ζεστό κρασί που καίει τα χέρια κατά τη διάρκεια της βόλτας της παραμονής των Χριστουγέννων ή της πολυαναμενόμενης βραδιάς της πρωτοχρονιάς, το φαγητό, τα αστραφτερά, ζεστά, χουχουλιάρικα ή αισθησιακά ρούχα των γιορτών, η αίσθηση του γυαλιστερού χαρτιού όταν καλύπτει την επιφάνεια των δώρων, ή ο ήχος που πρόθυμα κάνει όταν σχίζεται υποχωρώντας για να αποκαλύψει το περιεχόμενό τους. Ναι. Δεν νομίζω ότι υπάρχει αμφιβολία πως οι περισσότεροι έχουν στο μυαλό και στην ψυχή τους την πιο ζεστή, ή και καυτή, αίσθηση και ατμόσφαιρα για τα Χριστούγεννα. Και ας μην υπάρχει κουβέρτα μπροστά σε τζάκι, γονείς να ετοιμάζουν λαχταριστό φαγητό, χιόνι, ούτε κόκκινο ή οποιασδήποτε άλλης απόχρωσης κασκόλ, ζεστό κρασί ή τα δώρα τύχει να λείψουν κάποια χρονιά.
Και δεν θα έλεγε κανείς πως είναι παράλογο. Ποιος θα απαρνούταν μια τέτοια γαλήνια, προστατευτική ατμόσφαιρα με αντάλλαγμα το Πάσχα; Θρήνοι και σκοτεινές ψαλμωδίες που μοιάζουν να ακούγονται αέναα για μέρες και να βγαίνουν από τα έγκατα της γης – ή και, ειρωνικά, της κόλασης -, παπάδες με μαύρα ράσα και απεριποίητα, ψαρά, μπερδεμένα γένια, μέσα στο σκοτάδι της εκκλησίας και τη μυρωδιά του λιβανιού και των κεριών να διασχίζουν αυλόγυρους μέσα στο σκοτάδι, ενώ συνήθως μόλις που πρόλαβε η μέρα να αρχίζει να μεγαλώνει, έντερα και κομμάτια ζώων να κρέμονται από τσιγκέλια, αρνιά, κατσίκια, και οτιδήποτε άλλο που μπορεί να βάλει ο νους ενός φιλήσυχου ανθρώπου, να σουβλίζονται, γυρνώντας βασανιστικά από το χέρι ενός θείου με λερωμένο, αμάνικο φανελάκι, που κάποτε πρέπει να ήταν άσπρο, με το σαρδόνιο χαμόγελο χαραγμένο στο χοντρό, στρόγγυλο πρόσωπό του, χωρίς καμία αίσθηση μετάνοιας, κομμάτια από σπασμένα τσόφλια παντού σε πλατείες ναών και στενά, κόκκινη βαφή που (ξε)βάφει με ‘’αίμα’’ τα χέρια, σύννεφα και ευωδία καμένου λίπους παντού στην ατμόσφαιρα, αναμεμειγμένου με τα αντίστοιχα βαριά αρώματα συγγενών που βλέπεις και μπορεί να μην ήξερες καν ότι υπάρχουν δύο λεπτά πριν, κλασσικές, τεράστιες σε διάρκεια ταινίες που μέχρι και αυτές φαίνεται πως διαρκούν και προβάλλονται μέρες στην τηλεόραση, ολόκληρες πομπές ανθρώπων με κεριά στα χέρια, να θρηνούν, μοιάζοντας να καλούν τον κόσμο να εισαχθεί στα σπλάχνα μιας απροσδιόριστης, μυστικιστικής σέχτας. Όλο το σκηνικό είναι ιδανικό για ταινία τρόμου, βγαλμένο από τους χειρότερους εφιάλτες.
Όπως είπα, ποιος θα δίσταζε να επιλέξει το πρώτο; Η αλήθεια είναι πως αν κάποιος θελήσει να το δει διαφορετικά, υπάρχουν περισσότερες ομοιότητες μεταξύ των δύο εορτών. Και δεν μιλάμε μόνο για την κοινή θρησκευτική απαρχή. Αν κανείς θέλει μπορεί να δει το συνυφασμό μεταξύ του σουβλίσματος του αθώου αμνού με το, όμοιο με το πέρασμα της βελόνας στο The Substance (2025), ράψιμο της ασφυκτικά γεμισμένης κοιλιάς της γαλοπούλας ή του κοτόπουλου στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Παρ’ όλα αυτά, δεν κρύβω πως προσωπικά βρίσκω και το Πάσχα πραγματικά δυνατής, χαρακτηριστικής, μελαγχολικής αλλά και λυτρωτικής ατμόσφαιρας και χαρακτήρα. Προφανώς κάτι τέτοιο έχει να κάνει πάντα με την προσωπική αίσθηση, γούστα, χαρακτήρα του κάθε ανθρώπου. Αλλά στην προκειμένη περίπτωση έχουμε να κάνουμε με μυστικιστικότητα, αρχαίες ιστορίες, κεριά που τρεμοπαίζουν στον αέρα, καμπαναριά που ηχούν σε απόκρημνα βουνά, φωτιές που βγαίνουν μέσα από τη γη, μάχη, ή πάντρεμα, ζωής και φόβου και θανάτου, μια ανεπαίσθητη, όχι εύκολα εξηγήσιμη αίσθηση πνευματισμού και μεταφυσικού, αλλά την ίδια στιγμή ανθρώπινου, παντού στον αέρα. Σαν ένας άλλος κόσμος να έχει ανοίξει μια αόρατη ρωγμή σε αυτόν που εμείς υπάρχουμε και να τον έχει, αόρατα, αγκαλιάσει ή ακουμπήσει. Ο θρήνος, ο θάνατος, ο φόβος, μια ανεξήγητη αίσθηση ερχόμενου κινδύνου και συνεχής έλλειψης προστασίας υπάρχει παντού. Και όλα αυτά αλλάζουν με μια λύτρωση. Όταν ο θάνατος, όπως στην αρχαία ιστορία, υποχωρεί μπροστά στην αίσθηση της ζωής. Όταν ο φόβος υποχωρεί μπροστά στην θελκτικότητα, το παιχνίδισμα, το κάλεσμα, την ηδονή του να ζεις.
Δεν χρειάζεται να πιστεύει κανείς σε θεούς ή δαίμονες για να γιορτάσει, να απολαύσει ή να είναι ευτυχισμένος τα Χριστούγεννα. Όλα αυτά, άλλωστε, δεν είναι παρά παραμύθια, όπως θα έλεγε ο Σκρουτζ στην αγαπημένη, στοιχειωτική, αλλά ζεστή ιστορία του A Christmas Carol. Έτσι, λοιπόν, δεν χρειάζεται κανείς να πιστεύει για να νιώσει, να πάρει μια αίσθηση, να καταλάβει κάπως τον εαυτό του, το σκοτάδι του, το φόβο, αυτό που φαίνεται μυστικιστικό μέσα του, και τη λύτρωσή του, κανείς, μέσα στο Πάσχα. Πόσο μάλλον, σε έναν κόσμο που κάθε άλλο, παρά μακριά από ανθρώπινος και όμορφος (μοιάζει και φαίνεται να) είναι.
Έτσι, λοιπόν, σε μια αλλαγή, παρακάτω μπορούμε να δούμε κάποιες αφηγήσεις, διαφορετικές ίσως από το κλασσικό πνεύμα της μονόπλευρης θρησκευτικότητας που έχουμε συνηθίσει να παίζει ξανά και ξανά στην τηλεόραση. Αφηγήσεις των καιρών μας, που, με κάποιον τρόπο σχετιζόμενες με αυτό ακριβώς το αίσθημα που αναφέρθηκε παραπάνω, της σκοτεινής πνευματικότητας, του απροσδιόριστου, της σχέσης και της σημασίας του ανθρώπου με κάτι που υπάρχει εκεί έξω, πιο δυνατό από τον ίδιο, που υπάρχει πάντα, παντού, με το θρησκευτικό, με τον θάνατο και τη ζωή και τον ατέρμονο χορό τους, με τον φόβο που μπορεί να σε τρελάνει και να σε οδηγήσει σε εμμονή, με αναγεννήσεις Σωτήρων που κάποιος κήρυξε ότι ήρθαν και, άκριτα, ο κόσμος οφείλει και καλείται να ακολουθήσει, με το σκοτάδι και την (αυτο)κατστροφή, αλλά την ίδια στιγμή, τη λύτρωση και το φως.
Εδώ δεν θα δούμε απλά τις κλασσικές σταυρώσεις ή τα θεϊκά βαπτίσματα σε ποταμούς. Θα δούμε δίπλα τους το κρασί να αναμειγνύεται με αίμα που στάζει από ψαλίδια που δεν διστάζουν να κόψουν το κατασκευασμένο όριο της πραγματικότητας και τη σάρκα, πλήκτρα που γίνονται αφορμή να δει κανείς τον άνθρωπο ως μετενσάρκωση του Θεού και του Διαβόλου, χαρίζουν ατέλειωτες στιγμές κελαριστού γέλιου, αλλά την ίδια στιγμή οδηγούν τον άνθρωπο όλο και πιο κοντά στην τρέλα, Μεσσίες που οδηγούν τον λαό τους στον υποσχόμενο παράδεισο του μαχαιριού και της φωτιάς, κοινωνίες σε χάος και κανιβαλισμό, με αποστεωμένα χέρια που σκίζουν και κόβουν, ιερείς που κάνουν τα πάντα για τη γυναίκα που αγάπησαν, πραγματικούς ανθρώπους που σηκώθηκαν από τον τάφο διαλέγοντας να ζήσουν, παιδιά που δεν βρίσκουν απλά σωτηρία σε μια βάρκα στη μέση του ωκεανού από τον κόσμο που καταστρέφουν τα χέρια που τον έφτιαξαν, μέσα στις φλόγες, αλλά που αυτά, μόνα τους, είναι η ίδια η σωτηρία. Από στιγμές ζεστασιάς και χαλάρωσης που θα μας κάνουν να χαλαρώσουμε ζεστά στον καναπέ και το κρεβάτι μας, μέχρι ατμόσφαιρες και εικόνες έντασης, σασπένς, τρόμου, ανατριχίλας, συγκίνησης, πάθους και εφιάλτη, εδώ έχουμε μια διαφορετική λίστα ταινιών που μπορεί κανείς να απολαύσει αυτές τις μεγάλες μέρες – ή και όποτε επιθυμήσει.
Amadeus (1984) directed by Milos Forman
‘’Δεν ήταν ο Μότσαρτ που γελούσε, Πάτερ… ήταν ο Θεός. Ήταν ο Θεός που γελούσε μαζί μου μέσα από εκείνο το χυδαίο χαχάνισμα.’’
Μία από τις ίσως πιο όμορφες, συγκινητικές, γαλήνιες και εφιαλτικές συνάμα ταινίες, η κλασσική ιστορία του Μίλος Φόρμαν, μπορεί να φαίνεται απροσδόκητη όσον αφορά την παρουσία της σε αυτήν την παρέα ταινιών, αλλά δεν θα είναι η μόνη.
Με ζεστό, κλασσικό χαρακτήρα του σινεμά του περασμένου αιώνα, αλλά και κάπως ‘’οικογενειακό’’ χαρακτήρα, η συγκεκριμένη ιστορία δεν αποτελεί ένα συνηθισμένο biopic. Για την ακρίβεια κάθε άλλο, παρά κάτι τέτοιο είναι. Με τον ερχομό του ‘’Μεσσία’’ της μουσικής να έρχεται και να παρασύρει τον πρωταγωνιστή της ιστορίας μας σε μια εμμονική δύνη εσωτερικής και εξωτερικής μάχης απόδειξης της προσωπικής αξίας, η ηθική μάχη και ο προσωπικός διχασμός και η σύγκρουση μεταφέρεται και παίρνει στην ψυχή του Σαλιέρι, με άμεσο τρόπο, τη μορφή και το χαρακτήρα της αντίστοιχης σύγκρουσης του Θεού με τον Διάβολο. Με τον χλευασμό και την κοροϊδία του Μέγιστου Δημιουργού απέναντι του να παίρνει σάρκα και οστά στο πρόσωπο ενός φαινομενικά ασεβή, βέβηλου, αθυρόστομου και χυδαίου, αλλά μοναδικά ταλαντούχου και χαρισματικού δίχως σύγκριση και προηγούμενου νέου και τον μαέστρο των περασμένων μεγαλείων και επιτευγμάτων να αδυνατεί να καταλάβει, ή μάλλον καλύτερα να αποδεχτεί, την ειρωνεία, την αντίφαση και το παιχνίδι της ζωής, ο ίδιος δεν αργεί να θεωρήσει τον εαυτό του, από άνθρωπο που είχε, όπως πίστευε, δεχτεί το δώρο και τη χάρη του Θεού προκειμένου να συγκινεί τους απλούς, μέτριους ανθρώπους με το δώρο της μουσικής και της σύνθεσης, της δημιουργίας, σε έναν προδομένο, πληγωμένο, χλευασμένο, καταδικασμένο στη μετριότητα άνθρωπο, ικανό να κάνει τα πάντα για να αντιταχθεί στον άδικο αυτό Θεό που του εδώσε το δώρο της δημιουργίας μόνο για να τον χλευάσει.
Η ταινία θα μας χαρίσει τόσο στιγμές ζεστασιάς, θαλπωρής, στο φως των παλιών, αριστοκρατικών κεριών και πολυελαίων, όσο και δακρύων, τρόμου, πόνου, απόγνωσης και τρέλας, στο τρεμόπαιγμα της φλόγας δίπλα στο κρεβάτι του Μότσαρτ και ένα από τα πιο χαρακτηριστικά, χειμαρρώδη γέλια που μπορεί κανείς να βιώσει.
Dune – Part Two (2024) directed by Denis Villeneuve
‘’Το μυστήριο της ζωής δεν είναι ένα πρόβλημα προς επίλυση, αλλά μια πραγματικότητα προς βίωση. Μια διαδικασία που δεν μπορεί να γίνει κατανοητή με το να τη σταματήσουμε. Πρέπει να κινηθούμε με την ροή της διαδικασίας. Να την αγκαλιάσουμε. Να ρεύσουμε μαζί της.’’
- Dune – Part One (2021)
Με μία, ίσως από τις πιο δυνατές και καλοφτιαγμένες, τόσο από άποψη ιστορίας, όσο και ατμόσφαιρας και οπτικού χαρακτήρα, επική ιστορία που έφτασε να συγκινήσει και να συζητηθεί έντονα μέχρι και από ανθρώπους που, σε άλλη περίπτωση, καμία σχέση μπορεί να μην είχαν με τις επικές, βιβλικής αναφοράς, (επιστημονικής) φαντασίας αφηγήσεις, ο Denis Villeneuve, δεν κάνει τη συνηθισμένη μας παραμυθένια, ή ιντριγκαδώρικη ιστορία εξουσίας.
Με περιβάλλον την επιβλητική, άνυδρη, γεμάτη άμμο και φλογερά, ονειρώδη ηλιοβασιλέματα, έρημο, αντίστοιχη με αυτή των αρχαίων λαών του ανατολικού νότου, τους οποίους η αυτοκρατορία, ως άλλος δυτικός κόσμος και τρόπος σκέψης της δικής μας πραγματικότητας, θερίζει, απομυζεί, στραγγίζει κάθε σταγόνα και δολοφονεί, έχοντάς τους παράλληλα παγιδεύσει και σκλαβώσει με το πολύ καλά δουλεμένο, κατασκευασμένο και ειπωμένο παραμύθι, υπόσχεση της έλευσης του ‘’Μεσσία’’ που θα έρθει, χωρίς καμία σκοπιμότητα, να τους απελευθερώσει από τα βάσανά τους οδηγώντας τους στον γεμάτο νερό, σκιά και ζωή παράδεισο, η ιστορία αυτή συνεχίζει την ποιητική, αργή εισαγωγή του πως να αφεθείς στον εαυτό και σε αυτό που αισθάνεσαι και αγαπάς και να παρασυρθείς πέρα από τον φόβο, που οδηγεί σε όλη την κατασκευασμένη καταστροφή και λογική του κατασκευασμένου κόσμου, σε αρμονία με τη φύση του εαυτού σου και του σύμπαντος, του πρώτου μέρους (Dune – Part One) και πλέον, δίχως κανένα κράτημα πίσω και πρόθεση σκεπάσματος και χρυσώματος του χαπιού, οδηγεί, με σπασμένα φρένα, προς τα εκεί που, ας μην γελιόμαστε, βρισκόμαστε και βιώνουμε αυτή τη στιγμή, από την απαρχή και την πρώτη ματιά του πρώτου ηλιοβασιλέματος μέχρι το αίμα, τις φλόγες και τη σκόνη που σκεπάζουν τον ορίζοντα σήμερα. Είναι μια συναισθηματική, γεμάτη αγάπη και συνάμα φρικαλέα και γεμάτη τρόμο ωδή της ανθρώπινης ύπαρξης και ψυχής. Και του αποτελέσματος του τι πραγματικά πια συμβαίνει και γίνεται ο άνθρωπος, όταν αποφασίζει να δεχθεί, ή αντίθετα να αρνηθεί, την αγάπη και την ίδια του τη φύση και αίσθημα, μπροστά στο φόβο. Και μια υπενθύμιση πως την αγάπη και αυτό που πραγματικά αισθανόμαστε δεν μπορούμε να το συναντήσουμε στα μισά. Είτε το αγκαλιάζουμε, είτε αποφασίζουμε να φύγουμε μακριά από αυτό, για πάντα.
Noah (2014) directed by Darren Aronofsky
And you chose mercy. You chose love. He has given us a second chance. Be a father, be a grandfather. Help us to do better this time. Help us start again.
‘’Και διάλεξες έλεος. Διάλεξες αγάπη. Μας έδωσε μια δεύτερη ευκαιρία. Να γίνεις πατέρας, παππούς. Βοήθησέ μας να το κάνουμε καλύτερα αυτή τη φορά. Βοήθησέ μας να ξεκινήσουμε πάλι.’’
Για να είμαστε ειλικρινείς, θα μπορούσαμε να προσθέσουμε, με διαφορετικό τρόπο και συσχετισμό, ίσως κάθε μια από τις ταινίες του Darren Aronofsky στη συγκεκριμένη λίστα. Και αυτό όχι μόνο γιατί χαρακτηρίζονται από θέματα και ατμόσφαιρα που εύκολα κανείς μπορεί να συσχετίσει με την ατέλειωτη, πολύπλοκη σχέση του ανθρώπου με τη δημιουργία του, τη θρησκεία, ή αυτό που είναι μεγαλύτερο από τον ίδιο. Αλλά γιατί, όπως και για κάθε άνθρωπο και την ιστορία του, πολλές φορές, όλα μοιάζουν να έχουν να κάνουν με τη λύτρωση.
Δεν θα μιλήσουμε τόσο για τις βιβλικού χαρακτήρα και φύσεως αναφορές της συγκεκριμένης ιστορίας, ή για έναν τιμωρό Θεό που πνίγει την αποτυχία που δημιούργησε. Εδώ θα δούμε μια κοινωνία και έναν κόσμο στη στιγμή μιας πολύ γνώριμης κρίσης. Μια κοινωνία με ανθρώπους που κανιβαλλίζουν, πατάνε ο ένας πάνω στον άλλο για την επιβίωση, μια κοινωνία δίχως συναίσθημα, χωρίς αγάπη, χωρίς σχέσεις και έρωτα. Την προσωποποίηση της ίδιας της καταστροφής.
Αλλά μέσα σε όλο αυτό, θα δούμε τη συνθήκη του ανθρώπου, του καθενός από εμάς, στην ύστατη στιγμή της κρίσης. Στο σημείο μηδέν. Εκεί που δεν υπάρχει ηθική, αλλά μόνο επιβίωση. Δεν υπάρχει το καινούργιο και η νέα ζωή, ή το συναίσθημα, αλλά μόνο ο θάνατος και η ωμή δύναμη. Και εκεί που η θυσία του ανθρώπου είναι το μόνο πράγμα που τον κάνει να λέγεται άνθρωπος. Εκεί που το μόνο που απομένει είναι η πορεία με πίστη στην αγάπη, ακόμα και όταν όλα δείχνουν και ορίζουν σε δρόμους αντίθετους από αυτήν.
Us (2019) directed by Jordan Peele
Αν και με ανάμεικτα συναισθήματα, η δεύτερη ταινία του Jordan Peele τελικά μπαίνει, ως μια αρκετά εναλλακτική πρόταση, στη λίστα.
Δεν θα πούμε πολλά πράγματα για τη συγκεκριμένη ή για τα αλληγορικά, συμβολικά νήματα που συνθέτουν την σιωπηλή, παγερή, κοφτερή οργή – τιμωρίας ως θεία δίκη, που έρχεται ως μόνη απάντηση στην απομάκρυνση του ανθρώπου από αυτό που κάποτε τον έκανε, ή ίσως και δεν τον έκανε ποτέ, άνθρωπο.
Η ταινία έχει πολύ κόκκινο, γλυκά κουνελάκια, σουβλίσματα (ή πετσοκόμματα, ό, τι προτιμά ο καθένας), αίμα που βάφει κόκκινα, όχι τα αυγά, αλλά την άμμο, τους τοίχους, και τα ίδια τα σώματα. Αν κάποιος θέλει να δει μια ταινία τρόμου που να είναι όσο πιο κοντινή γίνεται στην αισθητική του Πάσχα και της συγκεκριμένης περιόδου της άνοιξης, της οποίας τα άνθη έχουν μόλις αρχίσει να ανοίγουν, αντίστοιχα με ταινίες όπως το Black Christmas ή το Krampus, για τα Χριστούγεννα (διευκρίνιση, η συγκεκριμένη ταινία έχει πολύ μεγαλύτερο βάθος και συναίσθημα από τις προηγούμενες δύο αναφορές, σε όλα τα επίπεδα), αυτή ίσως είναι η απάντηση.
Υ.Γ.: Όσο στριφνός και κραυγαλέος μπορεί να είναι ο τρόπος με τον οποίο συντίθεται η συγκεκριμένη ιστορία, αυτή η ταινία έχει ορισμένες από τις πιο αγνές στιγμές τρόμου, απόγνωσης και ανατριχίλας που μπορεί να βιώσει κανείς σε ταινία του συγκεκριμένου χαρακτήρα.
Midnight Mass (2021) created by Mike Flanagan
“Γιατί αν γλιτώσει το παιδί, υπάρχει ελπίδα…’’
- Λευτέρης Παπαδόπουλος
Ο μεγαλύτερος λόγος που φτιάχτηκε αυτή η παρέα ιστοριών. Ειλικρινά, μια σειρά που είναι, αν θέλετε, ο ορισμός του τι μπορεί κανείς να δει τις ημέρες του Πάσχα (και σε κάθε άλλη περίοδο, φυσικά).
Εδώ δεν έχουμε απλά το σκηνικό χωριού, εκκλησιών, λαμπάδων, νεκρώσιμων ακολουθιών, ανεξήγητων γεγονότων που ονομάζονται θαύματα, νεκραναστάσεων, αγνού τρόμου, σκιών με μάτια που λαμπυρίζουν, τραύματα που σε στοιχειώνουν μέχρι την τελευταία σου στιγμή, ενός δαίμονα που δίνει το σώμα και το αίμα του, έναν ιερέα που υπόσχεται αθάνατη ζωή, γαλήνη, απαλλαγή, μια κοινωνία με ανθρώπους που προτιμά να πεθάνουν, αγκυλωμένοι, στριφνοί, μια κοινωνία συντηρημένη και δομημένη από νεκρά όνειρα στο βωμό της επιβίωσης, απ’ το να αφεθεί ελεύθερη. Δεν μιλάμε για τη θρησκεία ως απλή αφήγηση και ιστορία. Μιλάμε για το τραύμα που στοιχειώνει κάθε σκιά κάθε γωνιάς, κάθε κούφωμα κάθε πόρτας, κάθε μέρα και κάθε νύχτα, κάθε μαξιλάρι όταν το κεφάλι σου ακουμπά πάνω του, κουρασμένο από την προσπάθεια για ηρεμία, απρόθυμο, όμως, γι’ αυτήν. Μιλάμε, όμως, πέρα από όλα, για την ανθρώπινη λύτρωση.
Μιλάμε για τη στιγμή που αρχίζει η ζωή, ακριβώς μπροστά στο θάνατο, νικώντας τον αγκαλιά μαζί του. Πέρα από το φόβο που σε στοιχειώνει σε κάθε βήμα, γραπωμένος στο παρελθόν και την ίδια στιγμή στην αβεβαιότητα, τον τρόμο του μέλλοντος. Γιατί ακριβώς ο θάνατος δεν είναι όταν σταματά η καρδιά σου να χτυπά. Ο θάνατος δεν είναι όταν το σώμα σου σταματά να είναι ζεστό ή ο εγκέφαλος να κάνει χημικές ενώσεις. Ο θάνατος είναι η ύπαρξη χωρίς ζωή, χωρίς συναίσθημα και πάθος. Ο θάνατος είναι η ζωή με φόβο.
Η λύτρωση και η αποδοχή του εαυτού και της ψυχής, μπορεί να έρθει και να έχει τη μορφή πολλών πραγμάτων, ανάλογα τον καθένα. Μια αγκαλιά μπροστά στη θάλασσα, όταν όλα είναι χαμένα, ένα χαμόγελο στη μέση του ωκεανού πριν το τέλος. Δύο παιδιά μέσα σε μια βάρκα, αφήνοντας τον θάνατο και την καταστροφή πίσω.