HomeΘέματαΤα παιδικά καλοκαίρια του Άγγελου μύριζαν πορτοκάλια...

Τα παιδικά καλοκαίρια του Άγγελου μύριζαν πορτοκάλια και βρεγμένο χώμα

O Εξώστης τηλεφωνεί στους φίλους του και ζητά να μάθει κάθε παιδική καλοκαιρινή μνήμη που έχει γεύση αλάτι και μυρωδια αντηλιακού. Και φέτος, για τρίτη χρονιά, οι Θεσσαλονικείς διηγούνται τις παιδικές τους αναμνήσεις.
Θυμάται και γράφει o Άγγελος Γαβρής
Ο χρόνος παίζει ύπουλα παιχνίδια. Καθώς ανακαλώ στη μνήμη μου, τις στιγμές που ξεχωρίζω για τα καλοκαίρια μου ως παιδί, νιώθω πως αυτά συνέβησαν σε ένα όχι και τόσο μακρινό παρελθόν…
Και πλέον ως νέος γονέας, θέλω η μικρή μας κόρη, να μπορεί να διηγηθεί ακόμα καλύτερα καλοκαίρια από αυτά που θα διηγηθώ στη συνέχεια…
Αρχικά, κάθε καλοκαίρι, σήμαινε για εμάς, την οικογένεια μου και εμένα, ταξίδι. Ώρες ατελείωτες σε εθνικές και επαρχιακές οδούς, καθώς το χωριό, βρίσκεται 1000 χλμ μακριά, νότια της Θεσσαλονίκης. Στην αρχή του “δαχτύλου” της Πελοποννήσου, στην όμορφη Λακωνία. Ταξίδι, ίσον εικόνες, ίσον αναμονή, ίσον ώρες μουσικής σε Walkman και ύπνου σε αυτοσχέδια σκεπάσματα από μπουφάν μπερδεμένα με τσάντες ώμου στο αμάξι…
Δεν υπήρχαν κινητά, ούτε social, ούτε περισπασμοί. Μόνο φαντασία και διάλογος. Και καθώς ήμουν μαθημένος να περιμένω υπομονετικά ώρες σε ένα κάθισμα αυτοκινήτου, όταν φτάναμε στη σήραγγα του Αρτεμισίου, στην Τρίπολη, πνιγόμουν από ανυπομονησία.. το χωριό ήταν κοντά.. 2 ώρες δρόμος ακόμα… Τι είναι μπροστά στις 9 συνολικά του ταξιδιού;
Και οι μυρωδιές, μου θυμίζουν πως έφτασα στον προορισμό μου. Πορτοκαλιές, ελιές και καπνά. Όλα αυτά “μπερδεμένα” με μια μυρωδιά που δεν μπορώ να την διευκρινίσω και μου θυμίζει χωριό μέχρι και σήμερα όπου και να βρίσκομαι.
Η μυρωδιά του καμένου ξύλου και του βρεγμένου χώματος. .
Ούτε καυσαέριο, ούτε θόρυβοι από κόρνες. Μια πλατεία, ένα ποδήλατο, ρούχα που συνήθως δεν επιλέγαμε μόνοι μας (χαχα) και ωράριο παππού και γιαγιάς – δηλαδή 12.30 ήταν μεσημέρι, ώρα φαγητού –
Τα Καλοκαίρια αγάπησα τη θάλασσα. Γιατί το χωριό, είναι ορεινό, έτσι η θάλασσα ήταν ένα μίνι ταξίδι ούτε 1 ώρας για να φτάσουμε.
Στη θάλασσα ήμουν ελεύθερος, είμαι ακόμα. Παιχνίδι, τρέξιμο από την αμμουδιά προς τα κύματα και πάλι πίσω, στο χωριό. Η γιαγιά και ο παππούς είχαν ζώα στην αυλή. Κότες, πρόβατα, κατσίκια και ένα γέρικο άλογο που έσερνε μια καρότσα. Ως παιδί της πόλης, είχα μεγάλη περιέργεια και θάρρος να μπω σε κοτέτσι για να πάρω αυγά.. Υπολόγιζα συχνά δίχως τον “ξενοδόχο”, τον κόκκορα… πάει καλά!
Η βεράντα του σπιτιού και τα απέναντι χωριά που το βράδυ όταν άναβαν τα φώτα ήταν ο καμβάς, ο παιδικός καμβάς φαντασίας. Παιχνίδι και πίτες της γιαγιάς. Δίπλες. Πορτοκαλάδα από τον παππού κέρασμα στο καφενείο…
Δεν ξέρω πως έγινε αυτό μα κάθε φορά που φτάνω στο χωριό, σκέφτομαι πως θα πάρω την οικογένεια μου πλέον, και θα πάμε να τα ζήσουμε όλα από την αρχή. Καλοκαίρι για μένα σημαίνει ελευθερία.
Και η δική μου ελευθερία μυρίζει πορτοκάλια, βρεγμένο χώμα, καμένο ξύλο, θάλασσα που στεγνώνει στην άμμο.. Α ! Και η δική μου ελευθερία, οδηγεί ποδήλατο σε φτιαχτά μονοπάτια..

Related stories

Δύο μυθιστορήματα μεταφέρονται στη μικρή και τη μεγάλη οθόνη του Netflix

Δύο κορυφαία μπεστ σέλερ των New York Times, και συγκεκριμένα...

Η «ΣΠΑΣΜΕΝΗ ΦΛΕΒΑ» του Γιάννη Οικονομίδη στους κινηματογράφους στις 27 Νοεμβρίου

Ο Βασίλης Μπισμπίκης βρίσκεται λίγο πριν τον γκρεμό. Μετά...

Γιατί ακυρώθηκε το Food Art Festival στο πάρκο της ΧΑΝΘ

Ποιος ο λόγος της ακύρωσης της διοργάνωσης Για το τριήμερο...