Ὅτι μπόρεσα ν᾿ ἀποχτήσω μία ζωὴ ἀπὸ πράξεις ὁρατὲς γιὰ ὅλους,
ἑπομένως νὰ κερδίσω τὴν ἴδια μου διαφάνεια, τὸ χρωστῶ σ᾿ ἕνα εἶδος εἰδικοῦ
θάρρους ποὺ μοῦ ῾δωκεν ἡ Ποίηση: νὰ γίνομαι ἄνεμος γιὰ τὸ χαρταετὸ καὶ χαρταετὸς
γιὰ τὸν ἄνεμο, ἀκόμη καὶ ὅταν οὐρανὸς δὲν ὑπάρχει.
Στις 18 Μαρτίου απεβίωσε ένα από τα σημαντικότερα μέλη της
επονομαζόμενης γενιάς του '30. Βαφτισμένος Οδυσσέας Αλεπουδέλλης, της γνωστής
οικογένειας Σαπουνοποιίας, ο Ελύτης με τις προτροπές της οικογένειας του ξεκίνησε
να σπουδάσει χημικός για να καταλήξει στην Νομική. Εραστής της αρχαίας λυρικής
ποίησης, θαυμαστής του γαλλικού υπερρεαλισμού, δεν άργησε να ενδώσει σε ενα
ταλέντο που χρόνια υποψιαζόταν ότι έχει.
Τις διακρίσεις του ξέρουν και οι πέτρες και στο τέλος δεν
έχουν μεγάλη σημασία εφόσον πλέον σε έναν βαθμό επικαλύπτουν το έργο του το
ίδιο. Μαζί με τον Σεφέρη αποτελούν δυο λογοτεχνικά παραδείγματα «που κανουν την
Ελλαδα περήφανη στο εξωτερικό», που μας δίνουν λόγους να νιώθουμε εθνική περηφάνεια.
Αντί να κάνουμε αφιέρωμα στην ζωή του, πληροφορίες για την
οποία βρίσκει ο καθένας οπουδήποτε στο διαδίκτυο, αποφασίσαμε να αναρωτηθούμε
γιατί να τον θυμόμαστε και αν αξίζει να κάνουμε πλέον αφιερώματα σε αυτόν σε μια
εποχή όπου ο αγοραίος ρομαντισμός έχει φτάσει στο κυνικό σημείο να αποθαρρύνει
την ποίηση. Σαφώς κανείς θα έλεγε οτι ειδικά σε μια τέτοια εποχή πρέπει να τον
θυμόμαστε και σαφώς δεν θα φέρουμε αντίρρηση. Το άρθρο επικεντρώνεται
περισσότερο γύρω απο την θέση που έχει σε μια τέτοια εποχή ο Ελύτης.
Παρομοίως με άλλους σπουδαίους ποιητές- έλληνες και ξένους,
το έργο του, στον κόσμο του Διαδικτύου εχει συμπυκνωθεί σε αυτήν την κατάρα
μικρών τσιτάτων καρτελών απο αποφθέγματα που αποσπούν μια πιασάρικη πρόταση που
είτε ακούγεται όμορφη και αφαιρετικά ποιητική και την μοιραζόμαστε για να
φαινόμαστε ψαγμένοι, είτε απογυμνωμένη απο όλο το υπόλοιπο πλαίσιο της,
εκφράζει κατι το τελείως διαφορετικό, υποδεέστερο του αρχικού της πλούτου, κατι
που να μπορει κανεις να χωνέψει και την ισοπεδώνει στο επίπεδο των αποφθεγμάτων
τύπου «ζήσε την ζωή σου» και «η ευτυχία ειναι εκει που δεν την περιμένεις» και
άλλες τέτοιες μπουρδολογίες. Συχνά μάλιστα οι στίχοι φέρουν και λάθος υπογραφή.
Δεν έχει σημασία, αρκεί να μπει ενα βαρύγδουπο όνομα να φαίνονται σημαντικοί.
Αρκεί να μπει ενα Νόμπελ.
Σαφώς η διεθνής του αναγνωρισιμότητα (η οποία είναι μεγάλη)
δεν είναι κάτι κατακριτέο, αντιθέτως είναι κάτι όντως σπουδαίο για εκείνον και
για την χωρα, όπως και τα αποφθέγματα αποτελούν κατ'έναν τρόπο υπενθύμιση της
παρουσίας του. Όταν όμως ακούμε το όνομα Ελύτης, αναφωνούμε «Α ναι, ο
Ελύτης…» και αναρωτιέμαι σε ποιον Ελύτη αναφερόμαστε; Σε αυτόν που «μας έκανε
εθνικά υπερήφανους;» Σε αυτόν που μάθαμε στο σχολείο; Σε αυτόν που είπε «όπου
και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει;» (μέχρι να καταλάβουμε οτι το είπε ο
Σεφέρης). Ο τρόπος και ο λόγος για τον οποιο θα αναφωνήσουμε το «α ναι, ο
Ελύτης» αντικατοπτρίζει τον τρόπο με τον οποίον βλέπουμε το έργο του και το αντικείμενο
του έργου του, τον τόπο.
Οι περισσότεροι θα πουν ότι για τις όποιες αδυναμίες
αναγνώρισης του μεγαλείου του ευθύνεται η παιδεία. Θα διαφωνήσω. Αν μη τι άλλο
η μαζική παιδεία είναι αυτή που μετατρέπει τα πάντα σε κατι μετρήσιμο. Δεν θα
ήταν πραγμα κακό, αν η ποίηση δεν ηταν υπόθεση προσωπική.
Αναρωτιέμαι οταν διαβάζουμε τους στίχους του αν βλέπουμε- οι
νεότεροι κυρίως- τον δικό του ουρανό, την δική του θάλασσα, αν μυρίζουμε τον
δικό του βασιλικό. Αν βλέπουμε την δική του Ελλάδα, η μια Ελλαδα καρτ-ποστάλ;
Μια Ελλάδα τσιμεντένια, μια Ελλάδα σεξουαλικη και μη ερωτική, μια Ελλάδα που
γυρεύει την αξία της αλλού- εναν κόσμο που γυρεύει την αξία του αλλού. Οι
παλιοί θλίβονται και ωρύονται κωμικοτραγικά για τον χαμό αυτής της μακρινής
χώρας, πριν γνωρίσει τις χαρές της προόδου και έχουν δίκιο. Δεν θα μοιρολογήσω
ομως την κατάσταση σαν «κατάντια μας» διότι η χώρα δεν πήγε πουθενά, εμείς
πήγαμε.
Η παιδεία, μας έμαθε πολυ καλά να αναφωνούμε «Α ναι, ο
Ελυτης», δεν μας έμαθε ομως και δεν θα μπορούσε ποτε να μας μάθει να είμαστε ο
Ελύτης, διότι αν δεν είμαστε έστω και στο ελάχιστο, τα λόγια του ειναι καλά,
αλλά κενά και στην χειρότερη περίπτωση ελαφρά και αφελή.
Πριν υμνήσουμε λοιπόν τον Ελύτη και μιλήσουμε για αυτόν τον
«σπουδαίο έλληνα ποιητή», ας αναρωτηθούμε πρώτα, πού είναι ο ήλιος του και το
κυριότερο, αν μιλάμε για τον ίδιο ήλιο.
Σε έναν βαθμό αυτός ο κόσμος του ποιητή- και καθε ποιητή
έχει χαθεί, σε έναν άλλον έχει γίνει μπανάλ να μυρίζεις δυόσμο στον δρομο σου,
μπορεί ακόμα και να φοβάσαι, οχι μονο το ρεντικολο της υπόθεσης αλλα και διότι
εμπρός αυτού, ο,τιδήποτε άλλο σε σύγκριση είναι υποδεέστερο και αυτή η απόσταση
σε τρομάζει. Μπορεί και αυτός ο κόσμος να μην υπήρξε ποτέ και να ήταν η
δημιουργία όσων πίστεψαν στο Άξιον Εστί, πράγμα που σημαίνει οτι ξαναβρίσκεται,
πράγμα που σημαίνει οτι τον φέρεις.
Μέχρι να τον βρούμε όμως έχουμε τις καρτ-ποστάλ, τις
προεκλογικές συγκεντρώσεις, έχουμε τις ωραίες μας παραλίες και τους
βραβευμένους μας διανοούμενους, έχουμε την Πρόοδο, την αναβάθμιση, τα όνειρα,
την φιλοδοξία, την επιτυχία, την ικανότητα και την τύχη. Έχουμε τα αποφθέγματα.