Η κατάσταση με τη δυσοσμία στις περιοχές του Ευόσμου και του Κορδελιού επιδεινώνεται, με τον δήμο να εντείνει τις προσπάθειες παρακολούθησης και ελέγχου. Ήδη έχουν τεθεί σε πλήρη λειτουργία δέκα ηλεκτρονικοί αισθητήρες, οι γνωστές «e-noses», με στόχο την καταγραφή και αξιολόγηση των επιπέδων της ατμοσφαιρικής όχλησης.
Οι αισθητήρες είναι τοποθετημένοι σε καίρια σημεία του δήμου και πραγματοποιούν τακτικές δειγματοληψίες αέρα, ενώ σε περίπτωση υψηλών συγκεντρώσεων δύσοσμων ουσιών, προβλέπεται ειδοποίηση των πολιτών μέσω sms, κατά τα πρότυπα του 112. Επιπλέον, οι κάτοικοι θα μπορούν, μέσω εφαρμογής, να αναφέρουν περιστατικά έντονης δυσοσμίας, ενεργοποιώντας έτσι την επιστημονική ομάδα της Επιτροπής Παρακολούθησης.
Σύμφωνα με την εφημερίδα Μακεδονία, ο πρόεδρος της Επιτροπής Ελέγχου Οσμών, δημοτικός σύμβουλος Στάθης Καϊτετζίδης, τόνισε σε συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου πως οι μετρήσεις έχουν ξεκινήσει ήδη από τη Μεγάλη Δευτέρα, ενώ ετοιμάζεται και ειδική φόρμα καταγγελιών – ανώνυμη για λόγους προστασίας προσωπικών δεδομένων – που θα μπορούν να συμπληρώνουν οι δημότες όταν εντοπίζουν πρόβλημα. Η φόρμα θα διατεθεί τόσο στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας όσο και σε περιβαλλοντικές οργανώσεις που επιθυμούν να καταθέσουν αναφορές.
Παρότι η πρωτοβουλία αυτή δείχνει τη διάθεση του δήμου να αντιμετωπίσει την κατάσταση, η πραγματικότητα για τους κατοίκους είναι σκληρή. «Η δυσοσμία δεν έχει μειωθεί – αντιθέτως, έχει χειροτερέψει», δήλωσε χαρακτηριστικά ο κ. Καϊτετζίδης, τονίζοντας ότι το πρόβλημα είναι γνωστό, όπως και η πηγή του: «Δεν ψάχνουμε τον υπαίτιο. Τον ξέρουμε. Τα ΕΛ.ΠΕ. είναι ο ρυπαντής – όλοι το γνωρίζουν. Το θέμα είναι να προστατεύσουμε το θύμα, δηλαδή τους κατοίκους.»
Σημεία εγκατάστασης των αισθητήρων περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, το παλαιό δημαρχείο Κορδελιού, το Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, δημοτικά και νηπιαγωγεία, τον Ι.Ν. Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, το 4ο ΓΕΛ Ευόσμου και το πάρκο Λυκαονίας.
Από την πλευρά της «Λαϊκής Συσπείρωσης», ο επικεφαλής Θανάσης Κοκονάς κατηγόρησε τον δήμο για αδράνεια, υποστηρίζοντας πως δεν έχουν ληφθεί ουσιαστικά μέτρα για την προστασία της υγείας των κατοίκων: «Οι αισθητήρες δίνουν μόνο παράταση στο πρόβλημα. Χρειάζονται άμεσα μέτρα για να σταματήσει η ρύπανση και να εκτιμηθεί η επικινδυνότητά της.»
Το ζήτημα παραμένει ανοιχτό και εξαιρετικά κρίσιμο για την καθημερινότητα χιλιάδων πολιτών, με την ανάγκη για αποτελεσματικές λύσεις να είναι πλέον πιο επιτακτική από ποτέ.